Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
09/06/2008

Ομιλία ΦΩΤΗ ΚΟΥΒΕΛΗ στο ν/σ "Ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου διασφάλισης του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας και άλλες διατάξεις"

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Φίλιππος Πετσάλνικος): Το λόγο έχει ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Φώτης Κουβέλης.

ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι γεγονός ότι το νομικό οπλοστάσιο για την προστασία του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας, ορθά είχε κριθεί ως ικανό. Ορθά επίσης είχε χαρακτηριστεί ότι παρέχει επάρκεια προστασίας της τηλεφωνικής επικοινωνίας. Βεβαίως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να λαμβάνονται συνεχώς ενισχυτικά του απορρήτου μέτρα. Αλλά είναι αναγκαίο να επισημάνουμε ότι αυτό το ικανό κατά τα άλλα νομικό οπλοστάσιο απεδείχθη ανίκανο να προστατεύσει τη χώρα από εκείνους οι οποίοι υπέκλεπταν τις τηλεφωνικές επικοινωνίες και μάλιστα λειτουργών του δημόσιου τύπου, φθάνοντας μέχρι και την τηλεφωνική υποκλοπή των συνδιαλέξεων του Πρωθυπουργού της χώρας, του Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων αλλά και άλλων παραγόντων, επικεφαλής κρίσιμων τομέων του δημόσιου βίου.

Βεβαίως υπέκλεπταν και τις τηλεφωνικές επικοινωνίες πολιτών, διότι αυτοί οι πολίτες στη βάση των δεδομένων που είδαν το φως της δημοσιότητας, είχαν μια συστηματική ενασχόληση με την προστασία των δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών. Και κάνω αναφορά στο ζήτημα αυτό, σʼ αυτή την τραγική υπόθεση η οποία ως σκάνδαλο απασχόλησε τη δημόσια ζωή, χωρίς βέβαια να συσταθεί ποτέ μέχρι σήμερα εξεταστική των πραγμάτων επιτροπή για να ερευνήσει τις πτυχές αυτής της ζοφερής υπόθεσης, η οποία προσέβαλε όχι μόνο ατομικά δικαιώματα, αλλά και την εθνική ανεξαρτησία της χώρας στο βαθμό που όπως προείπα οι τηλεφωνικές υποκλοπές αφορούσαν και λειτουργούς του δημόσιου, του κρατικού βίου.

Η επισήμανση γίνεται για να αναδείξει τη δυσχέρεια αντιμετώπισης του σχετικού ζητήματος στη βάση της διαρκώς εξελισσόμενης τεχνολογίας και μάλιστα μιας τεχνολογίας η οποία δεν έχει κάπου συγκεκριμένα την έδρα της, δεν την έχει στο εσωτερικό της χώρας, αλλά μπορεί να την έχει και σε άλλα μέρη του κόσμου.

Και είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι υπήρξε έμμεση τουλάχιστον ομολογία ότι τηλεφωνικές υποκλοπές εγένοντο με ηλεκτρονικό τρόπο. Και αναφέρομαι σʼ αυτό το μέγεθος και σʼ αυτή τη διάσταση του ζητήματος προκειμένου να καταδείξω ότι δεν είναι δυνατόν έξω από τη ρύθμιση του συγκεκριμένου σχεδίου νόμου να παραμένει το δίκτυο δεδομένων, το διαδίκτυο και η άλλη σύγχρονη ηλεκτρονική τεχνολογία, η συνδυαζόμενη με τη συμβατική τεχνολογία και αναφέρομαι στην τεχνολογία των επικοινωνιών.

Διότι ένα μέρος αντιμετωπίζεται νομοθετικά πάντοτε με τις διατάξεις του συζητουμένου σχεδίου νόμου και το μεγάλο μέρος μένει έξω από τη ρύθμιση, μένει έξω από την αντιμετώπιση που θα όφειλε ο εθνικός νομοθέτης, δηλαδή εμείς να έχουμε αντιμετωπίσει.

Είναι ακριβές όμως ότι ο παριστάμενος Υπουργός της Δικαιοσύνης, ο κ. Χατζηγάκης, δήλωσε στην Επιτροπή, ότι αποτελεί επιλογή του Υπουργείου Δικαιοσύνης σε εύθετο χρόνο να φέρει μία σχετική ρύθμιση για την αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων που αναφέρονται στη δυνατότητα τηλεφωνικής υποκλοπής μέσω των δικτύων δεδομένων αλλά και του διαδικτύου.

Παρόλα αυτά όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα έπρεπε να έχει αντιμετωπιστεί το ζήτημα με το παρόν σχέδιο νόμου, διότι κάθε καθυστέρηση είναι εχθρός του σκοπουμένου και το σκοπούμενο είναι η προστασία της τηλεφωνικής επικοινωνίας του πολίτη, ένα δυναμικό μέγεθος στην καθημερινότητα του κάθε πολίτη.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μένει έξω από τη ρύθμιση του νόμου η ενίσχυση της ΑΔΑΕ, όπως δεν γίνονται και αποδεκτές προτάσεις οι οποίες αναφέρονται σε ζητήματα που θα έπρεπε να έχουν αντιμετωπιστεί και να υφίσταται η σχετική πρόβλεψη από τις διατάξεις του νομοσχεδίου. Δεν επεκτείνεται για παράδειγμα η αρμοδιότητα της ΑΔΑΕ επί των εσωτερικών δικτύων φυσικών ή νομικών προσώπων. Εάν συνέβαινε αυτό, θα υπήρχε η δυνατότητα άσκησης ελέγχου στα εν λόγο δίκτυα από την αρχή διασφάλισης του απορρήτου των επικοινωνιών, τη γνωστή πλέον ως ΑΔΑΕ, η οποία οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι σημαντικότατο έργο αποτέλεσε στη διερεύνηση της υπόθεσης των τηλεφωνικών υποκλοπών. Όπως επίσης έξω από τη ρύθμιση μένει η πιστοποίηση από την ΑΔΑΕ του εξοπλισμού και του λογισμικού των παρόχων ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ό,τι αφορά την ασφάλεια και την προστασία του απορρήτου.

Δυστυχώς, δεν δίδεται με το παρόν σχέδιο νόμου –εμείς το είχαμε προτείνει- η δυνατότητα στην ΑΔΑΕ να ελέγχει καταγγελίες πολιτών για παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών τους και όχι μόνο επί των διατάξεων άρσης του απορρήτου. Συναφώς θα σας έλεγα, ότι δεν δίδεται στην ΑΔΑΕ η δυνατότητα να ασκεί ένδικα μέσα κατά αποφάσεων άρσης του απορρήτου της επικοινωνίας των πολιτών. Αν μη τι άλλο, η νομιμότητα, η ισότητα των όπλων με ό,τι σημαίνει το αξίωμα αυτό, θα έπρεπε να οδηγεί στην παραδοχή ότι η ΑΔΑΕ έπρεπε να έχει το δικαίωμα να ασκεί ένδικα μέσα επί των αποφάσεων για την άρση του απορρήτου επικοινωνίας των πολιτών. Διότι σήμερα αυτές οι αποφάσεις που αίρουν το απόρρητο της επικοινωνίας του πολίτη, του οποιουδήποτε πολίτη, δεν προσβάλλονται με ένδικα μέσα, ή τουλάχιστον για να είμαι ακριβέστερος δεν γνωρίζω να υπάρχει η δυνατότητα προσβολής αυτών των αποφάσεων.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο κύριος Υπουργός σήμερα αντί να δεχθεί την πρότασή μας να καταργήσει τη διάταξη του άρθρου 14, σύμφωνα με την οποία δίνεται παράλληλη αρμοδιότητα στην Αστυνομία, φέρνει με τροπολογία μία καινούργια ουσιαστικά διάταξη με την οποία συνιστά ειδική υπηρεσία σε σχέση με το απόρρητο στην Ελληνική Αστυνομία.

Δεν διακατέχομαι από καμία ιδεοληψία, αλλά ας βεβαιωθούμε ότι θα δημιουργηθούν συναρμοδιότητες και κατά συνέπεια συγχύσεις αναφορικά με την αρμοδιότητα και της ΑΔΑΕ και της ειδικής υπηρεσίας της Αστυνομίας από την ώρα που θα ιδρυθεί. Και προσέξτε, η ειδική υπηρεσία της Αστυνομίας, η οποία θα είναι επιφορτισμένη με το απόρρητο, με την προστασία του απορρήτου της τηλεφωνικής επικοινωνίας καθήκον και υποχρέωση έχει μόνο να συνεργάζεται από την ΑΔΑΕ όχι να ελέγχεται από την ΑΔΑΕ.

Όσοι από μας είχαμε επικοινωνήσει συστηματικότερα από άλλους συναδέλφους με την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών μπορούμε να μαρτυρήσουμε ότι ζητήματα συγχύσεως αρμοδιοτήτων υπήρξαν. Δεν μπόρεσε να συνεργαστεί –όχι με ευθύνη της- η ΑΔΑΕ επί παραδείγματι με την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, τη γνωστή ΕΥΠ, για τη διερεύνηση του μεγάλου σκανδάλου των τηλεφωνικών υποκλοπών. Σκεφθείτε λοιπόν το «τρίγωνο» που παράγει τις συναρμοδιότητες, άρα και τις συγχύσεις αρμοδιοτήτων, που είναι η ΑΔΑΕ, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών και η Ειδική Υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας.

Έτσι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, χάνεται ο έλεγχος, διαχέεται ο έλεγχος και όταν διαχέεται ο έλεγχος, το αποτέλεσμα, αν δεν είναι γνωστό εκ των προτέρων, είναι έντονα πιθανολογούμενο. Δεν υπάρχει έλεγχος.

Γιʼ αυτό, κύριε Υπουργέ, εμείς επαναλαμβάνουμε τη θέση μας ότι θα πρέπει να αποσύρετε τη διάταξη του άρθρου 14 του νομοσχεδίου και όπως τη φέρατε τροποποιημένη με την οποία ιδρύετε Ειδική Υπηρεσία στην Ελληνική Αστυνομία για την προστασία –υποτίθεται- του απορρήτου της επικοινωνίας.

Σʼ ό,τι αφορά την Ελληνική Αστυνομία, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι γνωστό –ας μην ανακαλύπτουμε την πυρίτιδα το έτος 2008- ότι έχει υποχρέωση η Ελληνική Αστυνομία εκ του Συντάγματος και εκ του νόμου να συνδράμει την όποια αρμόδια θεσμοθετημένη υπηρεσία ή αρχή για την εξιχνίαση εγκληματικών πράξεων ή και για την πρόληψη εγκληματικών πράξεων.

Εγώ, κύριε Υπουργέ, για να μην πω τίποτε περισσότερο, εκείνο το οποίο επισημαίνω είναι ότι εδώ εγκαθίσταται εστία προβλημάτων και δυνάμει, εστία παραβίασης του νόμου και προσβολής του απορρήτου της επικοινωνίας στο όνομα ποιων σκοπιμοτήτων και ποιων αγαθών; Η ζωή θα το δείξει όπως το έδειξε και στο πρόσφατο και στο απώτερο παρελθόν.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το σχέδιο νόμου με συγκεκριμένη διάταξή του μετατρέπει την τηλεφωνική υποκλοπή από πλημμέλημα σε κακούργημα, δηλαδή αλλάζει τον ποινικό χαρακτηρισμό και είναι προφανές ότι αναφέρομαι στην τροποποίηση του άρθρου 370 α΄ του Ποινικού μας Κώδικα και ορθά. Όμως εξακολουθεί να παραμένει αδιευκρίνιστο τι γίνεται όταν η τηλεφωνική υποκλοπή πραγματοποιείται στο όνομα της απόδειξης της αθωότητας εκείνου ο οποίος υποκλέπτει. Τι γίνεται όταν η τηλεφωνική υποκλοπή συνδυάζεται με ζητήματα και με λόγους που αίρουν τον άδικο χαρακτήρα της πράξης, όπως για παράδειγμα με κατάσταση ανάγκης; Όλα αυτά θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με μία σαφήνεια του νομοθετήματος διότι στο βαθμό που με το νομοθέτημα και κατά τη δήλωση του κυρίου Υπουργού αφήνονται τα θέματα αυτά στη νομολογία, δεν θα μπορέσουμε να έχουμε συγκεκριμένη και συνεπή αντιμετώπιση των σχετικών θεμάτων διότι η νομολογία, δηλαδή οι αποφάσεις των δικαστηρίων, και κυμαίνονται και ταλαντεύονται κάθε φορά με την επίκληση διατάξεων του Ποινικού Κώδικα ή ακόμα και με την επίκληση του άρθρου 19 του Συντάγματος που προστατεύει το απόρρητο της τηλεφωνικής επικοινωνίας και μάλιστα, θα έλεγα, μʼ έναν εξαιρετικά απόλυτο τρόπο και ορθά.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς είχε πει ότι επί της αρχής θα μπορούσε να ψηφίσει αυτό το σχέδιο νόμου. Δεν θα το ψηφίσουμε όμως και ξέρετε γιατί; Μʼ έναν εξαιρετικά απαράδεκτο τρόπο, χωρίς μάλιστα τη βάσανο της Διαρκούς Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, ο κύριος Υπουργός φέρνει τροπολογία με βάση την οποία αποφάσεις που αφορούν σε υποθέσεις απεργιών τις οδηγεί σε εξαιρετικά ειδικές διαδικασίες οι οποίες μάλιστα ασφυκτιούν. Ακούστε: Επί εφέσεως κατά αποφάσεως που έκρινε για νομιμότητα απεργίας ο Πρόεδρος Εφετών ή ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου κατά περίπτωση ορίζει κατʼ εξαίρεση δικάσιμο η οποία δεν πρέπει να απέχει πέραν των σαράντα οκτώ ωρών από την κατάθεση του δικογράφου αυτής στη Γραμματεία του Εφετείου.

Διατάσσει την εγγραφή κ.λπ. και καλεί τον εφεσίβλητο πριν από 24 ώρες από την δικάσιμο και ακούστε σας παρακαλώ «και ορίζει την σύνθεση του δικαστηρίου που θα δικάσει την υπόθεση κατά την ορισθείσα ή σε οποιαδήποτε μετʼ αναβολή δικάσιμο».

Κύριε Υπουργέ, ποιος διεστραμμένος εργοδοτικός εγκέφαλος σας έδωσε αυτή τη ιδέα έτσι ώστε να την εγκαταστήσετε διάταξη της πολιτικής δικονομίας. Δημιούργησε κανένα πρόβλημα η υπάρχουσα ρύθμιση της πολιτικής δικονομίας; Οδηγείτε τα πράγματα σε μια δίκη εξπρές για τις απεργίες; Και τι μαρτυράτε με την επιλογή σας αυτή; Ότι δεν θέλετε τις απεργίες. Και ότι ουσιαστικά οδηγείτε σε περιγραφή το σχετικό δικαίωμα της απεργίας. Και θέλετε να οδηγήσετε την απεργία να κρίνεται από ειδικής συνθέσεως δικαστήρια, τα οποία παραπέμψουν σε άλλες εποχές.

Να την αποσύρετε αυτή την τροπολογία, κύριε Υπουργέ. Σε τίποτα δεν εξυπηρετεί. Το μόνο που εξυπηρετεί είναι όλους εκείνους που πιστεύουν ότι δεν πρέπει να υπάρχει κατʼ ουσίαν δικαίωμα απεργίας αλλά πρέπει να αποτελεί επιφάσκουσα αναφορά του δικαίου. Να την αποσύρετε. Είναι απαράδεκτο αυτό που συμβαίνει. Και μην συνδέσετε το όνομά σας με τέτοια αντεργατική ρύθμιση.

Είναι ντροπή, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το 2008 να έχουμε δικαστήρια ειδικής συνθέσεως, με ειδικές αποφάσεις του προϊσταμένου, ή του διευθυντηρίου των δικαστηρίων.

Ειλικρινά απορώ και σας καλώ να αντιληφθείτε το μέγεθος της αγανάκτησης και της διαμαρτυρίας που έχει ο ομιλών διότι γνωρίζουμε όλοι ότι με τέτοια δικαστήρια ειδικής συνθέσεως δεν πρόκειται να υπάρξουν δίκαιες αποφάσεις για ζητήματα που αφορούν στο δικαίωμα της απεργίας. Να την αποσύρετε, κύριε Υπουργέ. Μόνο γιʼ αυτό το λόγο αξίζει τον κόπο να καταψηφιστεί αυτό το νομοσχέδιο.

Προτού κατεβώ από το Βήμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς εκφράζει την συμπαράστασή του και την αλληλεγγύη του στους συμπολίτες μας σεισμοπαθείς οι οποίοι μέσα στις συγκεκριμένες πληγείσες περιοχές αντιμετωπίζουν πολλά και σημαντικά προβλήματα. Και νομίζω ότι υπάρχει υποχρέωση της Κυβέρνησης, υποχρέωση των οργάνων του κράτους, υποχρέωση όλων μας για μια ουσιαστική συμπαράσταση και αντιμετώπιση των προβλημάτων που προέκυψαν από τον χθεσινό σεισμό.

Σας ευχαριστώ.