Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
12/07/2008

Εισήγηση της Γραμματείας στην Πανελλαδική Κεντρική Συντονιστική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ 12-13/07/2008


Να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες και τις νέες προκλήσεις, να ανοίξουμε το δρόμο για μια μεγάλη αλλαγή στην κοινωνία και τη χώρα


Στην πρώτη δοκιμαστική σύγκληση αυτού του σώματος, που πιστεύουμε και ελπίζουμε να είναι προωθητική για το εγχείρημά μας, θέλουμε να καταθέσουμε εισηγητικά ορισμένα σημεία για συζήτηση,

Ζήτημα πρώτο: Αντιμέτωποι με μια βαθιά και ολόπλευρη κρίση

Ζούμε στη δίνη μιας οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής, πολιτιστικής, θεσμικής κρίσης και όλα συντείνουν στο να επιταχύνονται εξελίξεις, διεργασίες ανακατατάξεις, νέες συμμαχίες.

Η ύφεση της διεθνούς οικονομίας πλήττει την Ευρώπη και πρόσφατα ο υπουργός Οικονομικών εξήγγειλε πως η ελληνική οικονομία έχει μπει στην τροχιά μιας 18μηνης οικονομικής κρίσης και άρα νέα μέτρα είναι προ των πυλών σε βάρος των εργαζομένων.

Στο έδαφος της κρίσης και των αδιέξοδων που αυτή δημιουργεί, οι κυρίαρχες δυνάμεις του συστήματος έχουν αποδυθεί σε έναν αγώνα δρόμου για το ποιος θα θιγεί λιγότερο ή και ποιος θα βγει ωφελημένος από αυτήν. Η ξέφρενη κούρσα του πετρελαίου, η άνοδος των τιμών σε βασικά είδη διατροφής και οι ανταγωνισμοί των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για τους δρόμους του πετρελαίου και τους αγωγούς, οι ανακατατάξεις στην Ευρώπη ιδιαίτερα με την σαρκοζική νέα πολιτική και οι πονοκέφαλοι που δημιούργησε το «όχι» των Ιρλανδών στο δημοψήφισμα για την ευρωσυνθήκη, οι προετοιμασίες μιας επιθετικής ενέργειας ενάντια στο Ιράν από ΗΠΑ και Ισραήλ -στο σημείο αυτό θέλουμε να καταγγείλουμε την κοινή ελληνοϊσραηλινή άσκηση επίθεσης στο Ιράν που έγινε πρόσφατα- τέλος οι ανακατατάξεις και οι ανταγωνισμοί αμερικάνων, ευρωπαίων και ρώσων στα Βαλκάνια (ανακήρυξη ανεξαρτησίας του Κοσσόβου, σύνοδος του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι κλπ)  εκφράζουν σε γενικές γραμμές αυτές τις διεργασίες και τις νέες αναζητήσεις για διέξοδο από την κρίση.

Στη χώρα μας η νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόζεται εδώ και δύο δεκαετίες φέρνει στην επιφάνεια τις αντιφάσεις, τις νέες και παλιές αντιθέσεις, τις διαψεύσεις προσδοκιών και δικαιώνει όσους επεσήμαιναν ότι μια πολιτική επέκτασης μέσω του δανεισμού έχει κοντά ποδάρια, μια πολιτική πλήρους απελευθέρωσης και ξεπουλήματος νευραλγικών τομέων της οικονομίας, οι συγχωνεύσεις οι εξαγορές και οι ιδιωτικοποιήσεις οδηγούν μαθηματικά στην ολιγοπωλιακή διάρθρωση της αγοράς, στα καρτέλ και στην αχαλίνωτη κερδοσκοπία στις τιμές και στην ακρίβεια, οδηγεί σε ένταση των ανισοτήτων και του κοινωνικού αποκλεισμού, σε μια οικονομική κρίση με τραγικές συνέπειες για τους εργαζόμενους και τις δυνατότητες μιας άλλης οικονομικής πορείας.

Η πολιτική της άγριας επίθεσης ενάντια στους εργαζόμενους, τους μισθούς τους, τα δικαιώματά τους, η επιβολή μέτρων λιτότητας και η απογείωση της ακρίβειας, δημιουργούν έναν βρόγχο σε κάθε λαϊκή οικογένεια [και το πώς τα βγάζουν πέρα οι εργαζόμενοι και η νεολαία είναι ένα ζήτημα καθημερινού αγώνα επιβίωσης, ανασφάλειας, απόγνωσης, απίστευτων δυσκολιών, στερήσεων και περικοπών].  Την ίδια στιγμή το περιβάλλον θυσιάζεται στο βωμό της κερδοσκοπίας του κεφαλαίου, στα πελατειακά δίκτυα των κομμάτων εξουσίας και στην απουσία πολιτικών στήριξης και προστασίας του οικοσυστήματος.

Όμως στην κρίση έχει βουλιάξει και το πολιτικό σύστημα, ο δικομματισμός.

Η κρίση του δικομματισμού στην πραγματικότητα είναι κρίση του πολιτικού συστήματος και συγκεκριμένα είναι η κρίση συναινέσεων στη νεοφιλελεύθερη διαχείριση. Τα 2 κόμματα εξουσίας έχουν εξαντλήσει τη δυνατότητα να εξασφαλίζουν συγκαταθέσεις δια μέσου (ανεκπλήρωτων) υποσχέσεων για ευημερία των λαϊκών στρωμάτων. Παρόλα αυτά το δικομματικό  και επί της ουσίας συναινετικό πολιτικό σύστημα εξακολουθεί να παράγει καθημερινά αντικοινωνικές πολιτικές, παρόλη την κοινωνική διαμαρτυρία, τους αγώνες και τις αντιστάσεις. Από τη στιγμή που ο δικομματισμός γνωρίζει ότι δεν μπορεί και δεν θέλει να εκπροσωπήσει τα συμφέροντα και τις ανάγκες του κόσμου της εργασίας επιστρατεύει τον κοινοβουλευτικό αυταρχισμό, την καταστολή και την επιτήρηση, με τη συνδρομή των μεγάλων μέσων μαζικής επικοινωνίας, προκειμένου να επιβάλει τη (νεοφιλελεύθερη) πολιτική του.

Μαζί όμως με τον σε πολύ δύσκολη θέση δικομματισμό σημειώνεται μια έλλειψη εφεδρειών του πολιτικού προσωπικού του αστισμού, μια απαξίωση της πολιτικής και των θεσμών κοινωνικής αντιπροσώπευσης πάνω στις οποίες στηρίζεται η καπιταλιστική πραγματικότητα με συνέπειες αφενός την εκτροπή σε αντιδημοκρατικές και αυταρχικές πρακτικές, αφετέρου την αναζήτηση λύσεων με επιλογές τύπου Μπερλουσκόνι ή Σαρκοζί προκειμένου να οικοδομηθεί σε νέα βάση η αστική (και νεοφιλελεύθερη) ηγεμονία

Και τα δύο κόμματα του δικομματισμού, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ βγαίνουν ιδιαίτερα λαβωμένα μέσα από την κρίση αυτή. Η τάση αυτή έχει καταγραφεί εδώ και καιρό, αλλά από το Σεπτέμβρη του 2007 μέχρι σήμερα οι εξελίξεις έχουν βαθύνει την ανυποληψία των δύο κομμάτων, το δικομματικό σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει απρόσκοπτα. Η ΝΔ πέρασε την κρίση με την υπόθεση Ζαχόπουλου, χάρη στη στήριξη που είχε από όλους τους δυναμικούς παράγοντες (και το ξεπλήρωσε με τα μέτρα που πήρε την αμέσως επόμενη περίοδο). Τώρα και αυτή βρίσκεται μπλεγμένη στο σκάνδαλο της SIEMENS και σίγουρα θα εισπράξει με κάποιο τρόπο την λαϊκή δυσφορία για την ακρίβεια και την οικονομική πολιτική της. Το ΠΑΣΟΚ δοκιμάζεται περισσότερο γιατί υποστηρίζει γενικά μια νεοφιλελεύθερη πολιτική που αναγκαστικά έρχεται σε αντίθεση με τα συμφέροντα και τις προσδοκίες της κοινωνικής του βάσης. Τόσο με την αντιπαράθεση Παπανδρέου – Βενιζέλου, όσο και την κόντρα Σημίτη – Παπανδρέου και με αποκορύφωμα το σκάνδαλο SIEMENS (όπου είναι αναμιγμένος και αμερικάνικος δάκτυλος που διοχετεύει στοιχεία) έχει πληγεί ανεπανόρθωτα η εικόνα, η αξιοπιστία του και έχει οδηγηθεί σε μια κατάσταση που δεν είναι πλέον ανατάξιμη. Μια τυχόν εκλογική αποτυχία θα τροφοδοτήσει κι άλλες διαδικασίες. Η διάσπασή του δεν είναι απίθανη.

Η κατάσταση αυτή στο σύνολό της δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα. Το γεγονός επίσης ότι μια μεγάλη μερίδα του κόσμου της εργασίας προσβλέπει στην Αριστερά μια ορισμένη διέξοδο και πρόταση –και αυτό είναι το βαθύτερο νόημα της διαπίστωσης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει μέχρι σήμερα την πιο αξιόπιστη αντιπολίτευση- συνιστά το κεντρικό πολιτικό ζήτημα για την Αριστερά. Δηλαδή, πώς μέσα σε μια τέτοια κρίση, με τόσες πλευρές και εκφάνσεις, θα μπορέσει να προβάλει σαν μια δύναμη που μπορεί να πρωταγωνιστήσει, να γίνει πόλος έλξης όσων πλήττονται από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, να οδηγήσει σε μια μεγάλη πολιτική, κοινωνική, οικονομική αναγέννηση που στο κέντρο θα έχει τον κόσμο της εργασίας, τις ανάγκες του, τους ανθρώπους, την κοινωνία και το περιβάλλον και όχι τα κέρδη και τις κάθε είδους χωματερές που δημιουργεί ο καπιταλισμός.

Ζήτημα δεύτερο: Οι προσδοκίες από τον ΣΥΡΙΖΑ και οι αναγκαίοι όροι ανταπόκρισης σε αυτές

Αμέσως μετά τις εκλογές καταγράφηκε με εντυπωσιακό τρόπο μια άνοδος και μια μεγάλη υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ. Μάλιστα πήρε τέτοιες διαστάσεις που αποτέλεσε το κύριο στοιχείο του νέου πολιτικού σκηνικού και προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις σε όλους τους χώρους. Δεν ήταν ένα δημοσκοπικό κόλπο και έχει πλέον αποδειχτεί ότι έχει μια μονιμότητα. Σε γενικές γραμμές όλοι αντιλαμβάνονται ότι πολλά εξαρτώνται από την εκλογική δύναμη που θα συγκεντρώσει ο ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές (είτε ευρωεκλογές είτε βουλευτικές). Με έναν εύκολο τρόπο αποδεικνύεται πως το βάθος της ήττας του δικομματισμού αλλά και της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη δύναμη, την επιρροή, τη σχέση, τις προτάσεις που θα προωθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ήδη αναγνωρίζεται και από ψηφοφόρους άλλων δυνάμεων πως μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει αποτελεσματική ή πιο αξιόπιστη αντιπολίτευση στην κυβέρνηση της ΝΔ είναι ένας σημαντικός δείκτης.

Η ρίζα του αυξημένου ενδιαφέροντος για το ΣΥΡΙΖΑ όμως δεν βρίσκεται στην επικοινωνιακή πολιτική αλλά σε ορισμένα πολύ συγκεκριμένα πράγματα:

Όλα αυτά εξηγούν την αλματώδη αύξηση του ενδιαφέροντος και της υποστήριξης που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Επομένως έχουν δίκιο όλοι όσοι μιλούν για μια μεγάλη ευκαιρία της Αριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ ειδικότερα.

Μέσα στην κρίση, αξιοποιώντας και τις ευκαιρίες που δημιουργούνται, η Αριστερά μπορεί να προβάλει σαν μια χειροπιαστή διέξοδος, σαν βασικός πόλος συσπείρωσης λαϊκών δυνάμεων, σαν πρωταγωνιστική δύναμη για την ανατροπή του δικομματισμού και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Η μεγαλύτερη πρόκληση σήμερα είναι να ανταποκριθεί η Αριστερά στις προσδοκίες του λαού, να αναδειχθεί με μια τολμηρή πολιτική πρωταγωνιστική δύναμη, να ανατρέψει κατεστημένους συσχετισμούς, να ανοίξει δρόμους για εξελίξεις προς όφελος των εργαζομένων και της νεολαίας. Αυτό σήμερα δεν προβάλλει πλέον σαν μια ασθενική αμυδρή δυνατότητα, αλλά σαν μια συγκεκριμένη πολιτική στόχευση.

Στο σημείο αυτό είναι σημαντικές ορισμένες παρατηρήσεις. Το χρονικό διάστημα από τον Σεπτέμβρη του 2007 μέχρι σήμερα μπορεί να χωριστεί σε δύο διακριτές περιόδους. Από την επομένη των εκλογών μέχρι και την ψήφιση του αντιασφαλιστικού εκτρώματος (του νόμου Πετραλιά), και από τότε μέχρι σήμερα.

Η ραγδαία άνοδος του ενδιαφέροντος για τον ΣΥΡΙΖΑ καταγράφεται στην πρώτη περίοδο και ενισχύεται ιδιαίτερα με την εκλογή του σ. Αλέξη Τσίπρα στην προεδρία του ΣΥΝ. Όλα τα φώτα είναι στραμμένα στον ΣΥΡΙΖΑ και στις εξελίξεις αυτές. Παράλληλα υπάρχει μια σημαντική κινητικότητα που καταγράφεται με τις τρεις γενικές απεργίες για το ασφαλιστικό και αυτό δίνει ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στην ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ.

Μετά την Πανελλαδική Σύσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ και το ιδιαίτερα θετικό κλίμα που αυτή κατέγραψε, ήρθε η τελική φάση του αγώνα για το ασφαλιστικό που παρά τις κινητοποιήσεις και την πολύ καλή στάση της ΚΟ (θυμηθείτε την πρόταση του Αλέκου Αλαβάνου για το δημοψήφισμα και το μπέρδεμα που έφερε στο αντίπαλο στρατόπεδο κ.λπ.) έκλεισε με την ψήφιση του νόμου αυτού, το κλείσιμο των αγώνων και την φυγή προς τα εμπρός της κυβέρνησης Καραμανλή σε όλα τα μέτωπα. Παράλληλα ξεκίνησε μια έντονη ενορχηστρωμένη προσπάθεια συκοφάντησης και δυσφήμισης του ΣΥΡΙΖΑ. Στη φάση αυτή ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει ορισμένα προβλήματα στη δράση του και έρχεται στην επιφάνεια με έντονο τρόπο η ανάγκη να υπάρχει ένα κέντρο εκπόνησης πολιτικής γραμμής και συντονισμού του ΣΥΡΙΖΑ σε πανελλαδικό επίπεδο. Η μη καλή λειτουργία και η καθυστέρηση στην επίλυση τέτοιων προβλημάτων έφερε σαν αποτέλεσμα να μην γίνει ουσιαστική συζήτηση στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για κρίσιμα ζητήματα και έτσι να διαπιστωθούν διαφορετικές προσεγγίσεις σε διάφορα θέματα. Παρόλα αυτά όμως η γενική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ και οι προσδοκίες από αυτόν δεν υποχώρησαν αλλά μάλλον έχουν σταθεροποιηθεί. Παράλληλα έγιναν βήματα σε σωστή κατεύθυνση (συμμετοχή στην γραμματεία του Α. Αλαβάνου και του Α. Τσίπρα, κοινές συνεδριάσεις ΚΟ και Γραμματείας, καταρτίστηκε κανονισμός λειτουργίας της ΚΟ κ.λπ.), ενώ υπάρχουν και ζητήματα που έχουν εντοπιστεί και πρέπει να επιλυθούν όπως το χρόνιο ζήτημα του γραφείου τύπου του ΣΥΡΙΖΑ.

Αν είχαμε την δυνατότητα και την ωριμότητα να λύνουμε τέτοια ζητήματα πιο γρήγορα και να αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο στην αναγκαία συζήτηση και επεξεργασία της πολιτικής γραμμής και των παρεμβάσεων του ΣΥΡΙΖΑ θα ήμασταν σε καλύτερη κατάσταση. Όμως δεν είναι αυτό το μείζον πρόβλημα που μας διαπερνά. Ποιο είναι αυτό;

Έχει διττό χαρακτήρα: Πρώτη σημαντικότατη πλευρά του είναι πως δεν έχει συνειδητοποιηθεί ενιαία και σε βάθος ο χαρακτήρας της πολιτικής στιγμής, των δυνατοτήτων, και των ευκαιριών που υπάρχουν για την Αριστερά. Δεν είναι στιγμή στην οποία το πρώτιστο πρέπει να είναι τι μπορεί να «τσιμπήσουμε» εκλογικά, να ανεβάσουμε λίγο το ποσοστό μας. Ο παραλληλισμός με το 1958 όπου η αριστερά -9 χρόνια μετά τον εμφύλιο- αναδείχθηκε σε αξιωματική αντιπολίτευση συγκεντρώνοντας 24% και εκλέγοντας 79 βουλευτές έχει βάση παρά τις διαφορές των συνθηκών. Βοηθά να ξεμπλοκάρει η σκέψη μας και να αντιληφθούμε με τι είδους κλίμακα και με ποια ζητήματα έχουν σχέση οι προσδοκίες και οι φιλοδοξίες να καταστήσουμε την Αριστερά πρωταγωνιστική δύναμη.

Η δεύτερη σημαντικότατη πλευρά επίσης είναι η διάσταση που υπάρχει, η αντίφαση που δεν επιλύνεται και ούτε παίρνεται πάντα σοβαρά υπόψη, ανάμεσα στην πολιτική εμβέλεια, την επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ, την δυναμική αυτού του εγχειρήματος στις δοσμένες συνθήκες, και την οργανωτική του δυνατότητα, (καλύτερα αδυναμία), στην έλλειψη συντονισμού και συγκέντρωσης δύναμης στα κεντρικά ζητήματα, στον βαθμό πολιτικής προετοιμασίας για να αξιοποιήσει την ευκαιρία, την πολιτική εμβέλεια, να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των απλών ανθρώπων. Αυτή η αντίφαση, ανάμεσα στην υπαρκτή πολιτική εμβέλεια και στην επίσης υπαρκτή πολιτικοοργανωτική αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, όσο δεν επιλύεται, όσο αφήνεται να υπάρχει, είναι σίγουρο πως θα επιστρέψει σαν μπούμερανγκ και θα δείξει πως χωρίς κοινωνική γείωση, χωρίς ισχυρές τοπικές επιτροπές, χωρίς ενιαίο κέντρο, χωρίς συντονισμό, χωρίς μέριμνα για τέτοια ζητήματα όλα έχουν πολύ βραχύβιο χαρακτήρα, ακόμα και οι όποιες επιτυχίες.

Για την Αριστερά η λογική του «ώριμου φρούτου» δεν έχει νόημα.  Η Αριστερά αντλεί δύναμη από την σύνδεσή της με την κοινωνία, τις ανάγκες των εργαζομένων, τα κινήματα και τις αντιστάσεις, από την δυνατότητα να εκφράζει σε πολιτικό επίπεδο αυτές τις ανάγκες κι όχι να τις νοθεύει. Τίποτα δεν γίνεται αυτόματα, χωρίς πρωτοβουλίες, χωρίς κινητικότητα, χωρίς πίεση από τα κάτω, αν μιλάμε για την Αριστερά. Κανένα στρατηγικό σχέδιο δεν μπορεί να προωθηθεί χωρίς τη συμμετοχή, την ενεργό συμμετοχή των από τα κάτω. Αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά της αριστερής από την αστική κοινοβουλευτική πολιτική.

Συμπερασματικά, οι προσδοκίες από τον ΣΥΡΙΖΑ, προσδοκίες ενός ευρύτατου πλέον ακροατηρίου, αλλά και οι προσδοκίες του κόσμου της αριστεράς συνίστανται στην απεύθυνση με πιο οργανωμένο και ουσιαστικό τρόπο της ενωτικής μας πρότασης προς την κοινωνία και ολόκληρη την αριστερά για την δημιουργία ενός μεγάλου λαϊκού ρεύματος που να είναι σε θέση με ρεαλιστικό, αναγκαίο και αποτελεσματικό τρόπο να επιβάλει λύσεις και ρυθμίσεις που θα βάλουν τέρμα στο δικομματικό σύστημα, που θα είναι σε ρήξη με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Μια αριστερά που δεν θα μετατρέπεται σε γλάστρα της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης επιζητώντας την συμμετοχή της σε θνησιγενή κυβερνητικά σχήματα,  ούτε σε δύναμη  που λειαίνει το πεδίο για την επιβολή της αστικής πολιτικής μετά από ορισμένους κλυδωνισμούς. Μια αριστερά που θα σέβεται τον εαυτό της, που δεν θα αυτοαναιρείται, που θα εκφράζει τις προσδοκίες και τις δυνατότητες για μια άλλη πορεία, έχει ανάγκη από μια πολιτική γραμμή που θα έχει σαφήνεια και με προτάσεις που θα εκφράζουν τους από τα κάτω και τα συμφέροντά τους.

Ζήτημα τρίτο: Η πολιτική γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ και οι καμπάνιες / πρωτοβουλίες του

Αν και είναι λογικό να έχουν σχέση η πολιτική γραμμή και οι καμπάνιες που παίρνει, ωστόσο δεν ταυτίζονται, είναι διακριτά πράγματα.

Η πολιτική γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να επικαιροποιεί το κεντρικό προεκλογικό του σύνθημα («Αλλάζουμε το τοπίο – να νικήσει η ζωή») και να δημιουργεί μια νέα δυναμική, τόσο στην συσπείρωση δυνάμεων όσο και να αναδεικνύει την Αριστερά σε πρωταγωνιστική, ανεξάρτητη, αυτοτελή δύναμη.

Στο νέο ρευστό πολιτικό τοπίο, η ριζοσπαστική αριστερά για να γίνεται πιστευτή και αποτελεσματική πρέπει να κάνει σαφές με τη στρατηγική της, αλλά και με τις θέσεις της, ότι δεν θέλει να αποτελέσει μέρος της κρίσης του δικομματικού συστήματος. Γι αυτό είναι ανάγκη σε καθημερινή επαφή με τη κοινωνία, τους φορείς της, τους νέους και τις νέες, όλους τους εργαζόμενους, να συμβάλει στη συνειδητοποίηση ότι η ρήξη και η σύγκρουση στα διάφορα επίπεδα των ασκούμενων πολιτικών είναι σε πλήρη σύμπνοια και αντιστοιχία με το αίτημα των πολιτών για μια ριζική αλλαγή στη πορεία της χώρας μας.

Ο δικομματισμός δεν θα παραδοθεί αμαχητί, ούτε και θα σταματήσουν οι διεργασίες για αστικά διάδοχα ή μεταβατικά σχήματα στην ίδια πάντα κατεύθυνση. Επομένως είναι αναγκαίο να προετοιμάσουμε το έδαφος –πολιτικά, ιδεολογικά, οργανωτικά- για μια μεγάλη αλλαγή που θα σημαδευτεί από 3 βασικούς άξονες: α) την ήττα του δικομματισμού και το φραγμό άλλων αστικών μεθοδεύσεων κάλυψης του κενού β) την ρήξη με τις  νεοφιλελεύθερες πολιτικές και ρυθμίσεις σχετικά με την μισθωτή σχέση, τις εργασιακές συνθήκες, τις τιμές, τους φόρους, τις ιδιωτικοποιήσεις κ.λπ. και γ) την διεκδίκηση μιας νέας θέσης της Ελλάδας στο σύγχρονο κόσμο.

Στο σημείο αυτό νομίζουμε ότι η χρησιμοποίηση των λέξεων «ανατροπή» και «ρήξη» δίνουν καλύτερα το νόημα και την ώθηση που χρειάζεται από το λαϊκό κίνημα για να γίνουν τα βήματα αυτά, ακόμα και για την τροποποίηση του συσχετισμού δύναμης (που είχαμε χαρακτηρίσει σαν το «καθήκον των καθηκόντων» στην πανελλαδική σύσκεψη).

Πρέπει να συμβάλλουμε όλοι και με όλες μας τις δυνάμεις ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να αναπτυχθεί παντού, να αξιοποιήσει τη δυναμική που βρίσκει η ριζοσπαστική αριστερά στην κοινωνία και να την μετασχηματίσει σε συνειδητή και οργανωμένη κοινωνική και πολιτική δράση. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να λειτουργήσει ως το εργαστήρι της ριζοσπαστικής αριστεράς που δοκιμάζει νέες πρακτικές και μεθοδολογίες ρήξης με το κατεστημένο, ο χώρος όπου η αριστερά θα συναντηθεί δημιουργικά και προωθητικά με τα στρώματα που εμφανίζουν μια νέα ριζοσπαστικότητα.

Μέσα από αυτή τη δραστηριότητα θα επιδιώκουμε την ανατροπή του σημερινού πολιτικού τοπίου, την ανατροπή των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών, για τη διαμόρφωση μιας νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας.

Επομένως μια διατύπωση αυτής της πολιτικής γραμμής θα μπορούσε να είναι η ακόλουθη:

Ανατρέποντας τον δικομματισμό, ανοίγουμε το δρόμο σε μια μεγάλη πολιτική αλλαγή με πρωταγωνίστρια δύναμη την Αριστερά. Να φύγουν οι κυβερνήσεις του νεοφιλελευθερισμού, των νονών, των πλασιέ μεγάλων συμφερόντων, των κουμπάρων, των μιζαδόρων. Για μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία με πυρήνα την Αριστερά.

Ρήξη με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, για μια άλλη οικονομική και κοινωνική πορεία που θα ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματα των εργαζομένων για αξιοπρεπή ζωή, θα κατοχυρώσει και διευρύνει τα δικαιώματά τους, θα φορολογήσει τους πλούσιους, θα ακυρώσει όλες τις ιδιωτικοποιήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί, θα ανασυγκροτήσει όλα τα αναγκαία εργαλεία για μια ανεξάρτητη οικονομική πορεία. Να ηττηθεί η αντεργατική κυνική αντικοινωνική πολιτική των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων.

Για μια διαφορετική θέση της Ελλάδας  στο σύγχρονο κόσμο και την Ευρώπη. Με συντονισμό και συνεργασία με όλα τα κινήματα και τις προοδευτικές δυνάμεις της Ευρώπης, για την κατάργηση της Ευρωσυνθήκης, στο πλευρό χωρών και κινημάτων που αγωνίζονται για έναν δικαιότερο και φιλειρηνικό κόσμο. Για μια Ελλάδα χωρίς βάσεις, έξω από το ΝΑΤΟ, υπέρ της ειρήνης στην περιοχή και με άμεση επιστροφή όλων των ελληνικών στρατευμάτων που βρίσκονται έξω από τα σύνορά μας.

Είναι φανερό πως αυτά αποτελούν τα βασικά σημεία μιας πολιτικής γραμμής και όχι το εναλλακτικό πολιτικό πλαίσιο ή το πρόγραμμα. Γι αυτό είναι σημαντικό να διατυπωθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ήδη έχουν κατατεθεί συγκεκριμένες προτάσεις για τη διαδικασία αυτή που πρέπει να έχει και εξωστρεφή χαρακτήρα και να αποτελέσει πόλο έλξης δυνάμεων και δυναμικού που θέλει να συμβάλει σε αυτή την διαδικασία. Άλλωστε η πανελλαδική σύσκεψη είχε αποφασίσει να γίνει μια πανελλαδική σύσκεψη με θέμα το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο βασικός πυρήνας μιας δέσμης μέτρων που έρχεται σε ρήξη με την εφαρμοζόμενη νεοφιλελεύθερη πολιτική είναι:

Είναι επίσης σαφές ότι ο πυρήνας του προγραμματικού μας πλαισίου, από τη στιγμή που έρχεται σε ρήξη με την εφαρμοζόμενη πολιτική, θα έρχεται σε ρήξη και με τις κεντρικές επιλογές των κυρίαρχων δυνάμεων στην Ε.Ε. Ο αγώνας μας για την ανατροπή αυτής της πολιτικής στη χώρα μας έχει ως αναγκαίο συμπλήρωμα την ενίσχυση αντίστοιχων διαδικασιών και στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. Εκτιμούμε ότι η ριζικά διαφορετική πορεία της δικής μας χώρας, θα λειτουργήσει ως ανάχωμα στις αντιλαϊκές επιλογές στο σύνολο της Ε.Ε., ενώ παράλληλα θα ενισχύσει την πάλη και στις άλλες χώρες με προοπτική τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό όλης της Ευρώπης.  

Σχετικά με τις πρωτοβουλίες και τις καμπάνιες του ΣΥΡΙΖΑ. Η σημασία τους είναι πολύ μεγάλη γιατί με αυτές, με καθημερινό και πανελλαδικό τρόπο ο κόσμος που πλήττεται από τον νεοφιλελευθερισμό έρχεται σε επαφή, ακούει, αντιλαμβάνεται τις προτάσεις και την κίνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Οι πρωτοβουλίες και οι καμπάνιες πρέπει να έχουν κινηματικά χαρακτηριστικά, να ανοίγουν δρόμους, να ταρακουνούν συνειδήσεις, να δημιουργούν γεγονότα. Δεν μπορούν (δεν πρέπει) να είναι πρόχειρες και απροετοίμαστες. Ούτε απλά εικονικές και διεκπεραιωτικές. Να έχουν αρχή και τέλος, να έχουν διάρκεια, να συντονίζονται μέσα σε αυτές όλες οι δυνάμεις πανελλαδικά του ΣΥΡΙΖΑ, να υπάρχουν κορυφαίες στιγμές της καμπάνιας (πχ πανελλαδικές μέρες δράσης κλπ).

Αν ο ΣΥΡΙΖΑ κινηθεί συντονισμένα και πάρει πρωτοβουλίες για τα κεντρικά ζητήματα που απασχολούν τους εργαζόμενους και τα φτωχά στρώματα (π.χ. ακρίβεια, συνθήκες εργασίας, δικαιώματα κ.λπ.) μπορεί να δημιουργήσει γεγονότα, να στρέψει τους προβολείς πάνω του –όχι της δημοσιότητας, αυτή έτσι κι αλλιώς θα έρθει- αλλά του ενδιαφέροντος, της συμπάθειας, της υποστήριξης, της συμμετοχής του κόσμου στον οποίο απευθυνόμαστε.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει τολμηρά να βγει προς τα έξω, να αναλάβει πρωτοβουλίες, να διοργανώσει καμπάνιες, να προβάλει προτάσεις, να πάρει μέρος σε κινήματα, να προετοιμαστεί κατάλληλα για τις μεγάλες πολιτικές αναμετρήσεις που έρχονται στο εγγύς μέλλον. Πιο συγκεκριμένα:

Με τις πρωτοβουλίες και τις καμπάνιες, με τη συμμετοχή σε μικρούς και μεγάλους αγώνες, με την κεντρική πολιτική γραμμή και την εμβέλεια και επιρροή που μπορεί να καταγράψει και ιδιαίτερα με την ενωτική αριστερή φυσιογνωμία του μπορεί να δημιουργήσει ένα μεγάλο ρεύμα στην ελληνική κοινωνία, μια δύναμη μετασχηματισμού που θα σπάσει την ατομικότητα που επιβάλλει και αναπαράγει ο νεοφιλελευθερισμός και τη μοιρολατρική ψυχολογία του «δεν αλλάζουν τα πράγματα», για να ανοίξει ο δρόμος -όχι εύκολα ούτε γραμμικά- για ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον, για ένα πιο ανήσυχο και ενδιαφέρον παρόν με την Αριστερά στο πυρήνα και στο προσκήνιο. Μια δύναμη μετασχηματισμού που ο καθένας και η καθεμιά έχουμε ανάγκη για να προχωρήσουμε πιο ώριμα, πιο τολμηρά, πιο αριστερά, πιο ενωτικά.

Ελπίζουμε η συζήτηση στην ΚΣΕ που συγκροτούμε σήμερα να βοηθήσει σε έναν εμπλουτισμό των κατευθύνσεών μας και σε μια ενίσχυση του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ.