Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
08/10/2008

Η βουλευτής Άννα Φιλίνη τόνισε κατά τη σημερινή συζήτηση στη βουλή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταψηφίσει το νομοσχέδιο για το Μουσείο Ακρόπολης

Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ επεσήμανε ότι ενώ η ίδια είχε ταχθεί υπέρ της ανέγερσης του εν λόγω Μουσείου, ως δημοτική σύμβουλος τότε του Δήμου Αθηναίων, με το παρόν νομοσχέδιο δεν εξασφαλίζεται ούτε η προστασία και ανάδειξη των μνημείων αλλά ούτε και η αδιάσπαστη ενότητά τους με τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης.

Η Άννα Φιλίνη ανέφερε ότι δεν κατοχυρώνεται η ποιότητα του Διοικητικού Συμβουλίου του νέου Μουσείου, αφού δεν καθορίζονται τα προσόντα των μελών του αλλά και δεν προβλέπεται ως προϋπόθεση η ιδιότητα του αρχαιολόγου. Η νομική υπόσταση του Μουσείου Ακροπόλεως ως Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου δεν συνεπάγεται προς το παρόν την πλήρη απόσπασή του από το δημόσιο, ανοίγει όμως το δρόμο για τη μελλοντική ιδιωτικοποίηση των κρατικών μουσείων.

Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρθηκε στη γνωμοδότηση του Διευθυντή του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου κ. Δ. Κωνστάντιου, ο οποίος κρίνει ότι τα ευρύτερα «ανοικτά μουσεία», όπως είναι ο αρχαιολογικός χώρος της Ακρόπολης, των Δελφών, κλπ, φιλοξενούν φορητά αντικείμενα που δεν μπορούν να εκτεθούν στο ύπαιθρο, αλλά αποτελούν ενιαίο όλον με τα ακίνητα μνημεία από τα οποία προέρχονται. Η διαχείριση επομένως της αρχαιολογικής ενότητας απαιτεί και διοικητική ενότητα και άσκηση κρατικής εξουσίας.

Η Άννα Φιλίνη υποστήριξε την εναλλακτική πρόταση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων για δημιουργία Ειδικής Περιφερειακής Υπηρεσίας, με τον τίτλο Εφορεία Μουσείου Ακρόπολης. Επίσης, τόνισε την αντίθεση στη διάλυση του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και την εκχώρηση των δημόσιων πόρων του, που είναι απαραίτητοι στις αρχαιολογικές εφορείες.

Τέλος, κατηγόρησε την ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού για την ποινικοποίηση των απεργιών των αρχαιολόγων.

Η βουλευτής είχε παρευρεθεί νωρίτερα στη συγκέντρωση που πραγματοποίησε ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων έξω από το Υπουργείο Πολιτισμού, όπου μετέφερε τον ομόφωνο χαιρετισμό της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ και του Προέδρου της Αλέκου Αλαβάνου, τονίζοντας:

«Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων έχει βρεθεί για πολλές δεκαετίες στην πρώτη γραμμή των αγώνων για την υπεράσπιση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Και αυτόν τον αγώνα, για την υπεράσπιση της αδιάσπαστης ενότητας του Ιερού Βράχου της Ακρόπολης και την ίδρυση Ειδικής Περιφερειακής Υπηρεσίας (Εφορεία Μουσείου Ακρόπολης) τον δίνουμε από κοινού με πίστη και πάθος, με κοινές απόψεις και στόχους. Θεωρούμε ότι η κυβέρνηση είναι υπόλογη για την αντεπιστημονική και αντιδεοντολογική πολιτική που ακολουθεί στον τομέα του Πολιτισμού. Ανοίγει ο δρόμος για την υποβάθμιση και τελικά την ιδιωτικοποίηση των κρατικών μας μουσείων και των αρχαιολογικών μας χώρων. Εντελώς αντίθετους μας βρίσκει και η κατασπατάληση των πολύτιμων δημόσιων πόρων του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων (ΤΑΠΑ). Συμφωνούμε με το αίτημά σας να μη μεταφερθεί το Υπουργείο Πολιτισμού στις πρώην καπναποθήκες Κεράνη στου Ρέντη. Συμπαραστεκόμαστε στη δίκαιη αγανάκτησή σας για τις ενέργειες της ηγεσία του ΥΠ.ΠΟ με στόχο την ποινικοποίηση των απεργιών σας. Θα είμαστε μαζί σας.»


Αναλυτικά η ομιλία της Α.Φιλίνη από τα πρακτικά της Βουλής:

8.10.08, Μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Πολιτισμού Ίδρυση νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ».

ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Κυρία Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η ίδρυση του Μουσείου της Ακρόπολης είναι ένα ζήτημα ύψιστης σημασίας για τον πολιτισμό, για την παιδεία, για όλη τη νεότερη ιστορία μας. Είναι ένα μουσείο, που αρχικά εμπνεύστηκε και προώθησε η Μελίνα Μερκούρη. Σήμερα, η ίδρυσή του πρέπει επιπλέον να παίξει έναν καθοριστικό και ιδιαίτερο ρόλο, για να αποκτήσει ξανά ο λαός και η χώρα μας τα ιερά μάρμαρα, τα γλυπτά του Παρθενώνα, τα οποία έκλεψε ο Έλγιν επί τουρκοκρατίας και τα οποία παρανόμως κατακρατεί ακόμη το Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο.

Θα ήθελα εδώ να θυμίσω τα λόγια του Μακρυγιάννη: «Γιʼ αυτά τα μάρμαρα παλέψαμε». Νομίζω ότι αυτή η ρήση πρέπει να μας εκφράζει όλους. Θεωρούμε ότι όλα αυτά τα αρχαία μνημεία είναι συνυφασμένα με την ιστορία μας, καθώς και με την προσωπική, τελικά, ιστορία του καθένα μας.

Αγωνιούμε για το μέλλον της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Σήμερα βλέπουμε να ιδρύεται ένα Μουσείο που αποσπάται διοικητικά από τον Ιερό Βράχο, από την Εφορεία Αρχαιοτήτων της Ακρόπολης, από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και μέσα από το νομοσχέδιο αυτό, τελικά, υποβαθμίζεται η συμβολή και ο ρόλος όλα αυτά τα χρόνια των Ελλήνων αρχαιολόγων, από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους μέχρι και σήμερα, το ρόλο τους ώστε να αναδειχθούν, να συντηρηθούν, να μελετηθούν όλες αυτές οι αρχαιότητες.

Ή μήπως θεωρούμε ότι το έργο αυτό έχει τελειώσει; Με την ίδρυση αυτού του Μουσείου, εμείς θεωρούμε ότι δεν αρκεί μόνο να είναι μία έκθεση αρχαιοτήτων. Δεν νομίζω ότι ο Υπουργός Πολιτισμού, άλλος Βουλευτής ή άνθρωπος που ασχολείται με την παιδεία και την τέχνη θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι έχει κλείσει αυτός ο κύκλος. Εμείς νομίζουμε ότι η μελέτη της Ακρόπολης, η αποκάλυψη και ανάδειξη της αρχαίας Αθήνας δεν έχει ολοκληρωθεί, αλλά πρέπει να συνεχιστεί. Από ποιον όμως; Θα συνεχιστεί σίγουρα από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, το Υπουργείο Πολιτισμού και τους Έλληνες αρχαιολόγους.

Θέλω να αναφέρω ξανά –το είπα και στην Επιτροπή- ότι είχα τη μεγάλη τιμή να γνωρίσω ως παιδί ανθρώπους σαν τον Γιάννη Μηλιάδη, που ήταν διευθυντής του Μουσείου της Ακρόπολης, ο οποίος μάλιστα σε δύσκολα χρόνια, όταν αξιόλογοι αρχαιολόγοι ήθελαν να υπηρετήσουν στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης και αλλού και η πολιτεία δεν τους προσελάμβανε τότε, επειδή δεν είχαν τα περιβόητα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, άνθρωποι σαν τον Μηλιάδη τους πήραν και τους είχαν, ως έκτακτους βέβαια, εκεί, ώστε να προσφέρουν. Σε αυτούς όλους τους ανθρώπους, τότε και στη συνέχεια, αποτίουμε φόρο τιμής.

Δεν μπορούμε αυτήν τη στιγμή να συμφωνήσουμε να δοθούν όλα αυτά που έχουν μελετήσει, έχουν εργαστεί γιʼ αυτά, για τα οποία έχουν δώσει τη ζωή τους, σε ένα Διοικητικό Συμβούλιο, για το οποίο δεν αναφέρεται καν στο νομοσχέδιο αυτό που συζητούμε, ποια προσόντα πρέπει να έχουν. Ενδιαφερόμαστε να κατοχυρώσουμε για το μέλλον τις γενιές που έρχονται.

Θα συνεχίσω λέγοντας ότι και στο παρελθόν είχαν υπάρξει πάρα πολλές διαφωνίες και διαφορετικές προτάσεις από αξιόλογους αρχιτέκτονες της χώρας μας -και έξω από τη χώρα μας- για τη θέση αυτού του Μουσείου της Ακρόπολης.

Επίσης, εκφράστηκαν και από άλλους διαφωνίες για το αν θα μπορούσε αυτό το Μουσείο και αν θα έπρεπε να κτιστεί, πάνω από τις ανασκαφές τμήματος της αρχαίας Αθήνας. Είχε έλθει τότε και στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων προς ψήφιση το θέμα για το ξεκίνημα αυτού του Μουσείου. Παρά τις διαφωνίες που είχαν εκφραστεί, και εγώ τελικά είχε τότε συμφωνήσει να ξεκινήσει η ανέγερση αυτού του Μουσείου και δεν το έχω μετανιώσει μέχρι σήμερα. Αυτήν τη στιγμή, όμως, πρέπει να πούμε ότι υπάρχει η διαφωνία μας για τη συγκεκριμένη μέθοδο με την οποία πάει να ιδρυθεί αυτό το Μουσείο. Και αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι διαφωνούμε γενικά με το Μουσείο αυτό, κάθε άλλο. Αλλά θεωρούμε ότι το συγκεκριμένο αυτό νομοσχέδιο δεν κατοχυρώνει, ούτε τα αρχαία μας, ούτε αυτήν την αναπόσπαστη σύνδεση που πρέπει να έχει το Μουσείο αυτό με τον Ιερό Βράχο.

Το Μουσείο της Ακρόπολης, με τους αρχαιολογικούς θησαυρούς που φιλοξενεί, τελεί και οφείλει να τελεί σε αδιάσπαστη ενότητα με τα ίδια τα αρχαία μνημεία πάνω στον Ιερό Βράχο. Θέλω μάλιστα να υπενθυμίσω ότι η επιχειρηματολογία του Υπουργείου Πολιτισμού, υπέρ του να πέσουν τα δύο νεοκλασικά και art deco κτίρια επί της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, είχε στηριχθεί παλαιότερα πάνω στην αναγκαιότητα να μείνει αδιάσπαστος ο χώρος του Μουσείου με τον Ιερό Βράχο. Και τώρα έρχεται τελικά η πολιτεία, η Κυβέρνηση, να προτείνει η ίδια αυτήν τη διάσπαση, ανάμεσα στον Ιερό Βράχο και το Μουσείο.

Εμείς υποστηρίζουμε ότι το Μουσείο πρέπει να ζει με αδιάσπαστη τη συνέχεια της πόλης γύρω του. Και πρέπει να πούμε ότι η αρχιτεκτονική λύση που δόθηκε προσπαθεί να υποστηρίξει αυτήν την αντίληψη και αυτήν τη συνέχεια. Από τη σύγχρονη Αθήνα που βλέπουμε μέσα από αυτό το Μουσείο, τη νεοκλασική Αθήνα, τη βυζαντινή Αθήνα, όλη αυτήν τη βλέπουμε να κορυφώνεται μέχρι τον Ιερό Βράχο. Αυτή είναι η αλήθεια της πόλης μας, η τραχιά και τρυφερή μαζί, βγαλμένη από τα σπλάχνα της ίδιας της γης της Αττικής και των ανθρώπων της. Αυτή είναι η αισθητική της πόλης μας και αυτή δεν μπορούμε να την ανατρέψουμε.

Έχουμε καταθέσει, και εμείς και άλλοι, την αντίθεσή μας στην απόσπαση αυτού του νέου Μουσείου από το Υπουργείο Πολιτισμού και από την εφορία της Ακρόπολης. Και όμως, αυτό γίνεται με την ανεξαρτητοποίησή του από τον αρχαιολογικό χώρο και με τη μετατροπή του σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Βέβαια, το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου δεν είναι ακόμη μία πλήρης απόσπαση από το δημόσιο. Όμως, επιμένουμε ότι ανοίγει αυτός ο δρόμος.

Και αυτήν τη στιγμή θα ήθελα να διαβάσω τη γνωμοδότηση -την οποία έστειλε στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής που συζητούσε αυτό το νομοσχέδιο- του Διευθυντή του Βυζαντινού Μουσείου κ. Κωνστάντιου, ο οποίος αναφέρεται ρητά πάνω σε αυτό το ζήτημα της ιδιαιτερότητας αυτού του Μουσείου. Λέει ότι πρόκειται για κλασικά Μουσεία ευρύτερων ανοικτών Μουσείων, όπως είναι ο αρχαιολογικός χώρος της Ακρόπολης, όπως είναι και το Μουσείο και ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών, το Μουσείο και ο αρχαιολογικός χώρος της Ολυμπίας. Ο κλειστός χώρος φιλοξενεί φορητά αντικείμενα που δεν μπορούν να εκτεθούν στο ύπαιθρο, αλλά αποτελούν ενιαίο όλον με τα ακίνητα μνημεία του χώρου από τα οποία προέρχονται.

Η αρχαιολογική αυτή ενότητα, συνεχίζει ο διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου, για τη διαχείρισή της απαιτεί και διοικητική ενότητα, έναν φορέα ο οποίος θα πρέπει να είναι κρατικός, λόγω της ύπαρξης αρχαιολογικού χώρου και της ανάγκης άσκησης κρατικής εξουσίας, σύμφωνα με τους νόμους και το Σύνταγμα. Δηλαδή, μία ειδική περιφερειακή υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, η οποία θα είναι υπεύθυνη για όλο τον αρχαιολογικό χώρο της Ακρόπολης, το παλαιό και το νέο Μουσείο και τα αρχαία που υπόκεινται στο νέο Μουσείο.

Μέσα σε αυτό το νομοσχέδιο, τελικά, δεν κατοχυρώνεται η ποιότητα του ίδιου του διοικητικού συμβουλίου του Μουσείου. Δεν κατοχυρώνεται ότι το διοικητικό συμβούλιο αυτού του Μουσείου πρέπει απαραιτήτως να αποτελείται από αρχαιολόγους. Είναι σαφές ότι έτσι όπως διατυπώνεται το σχετικό νομοσχέδιο, ανοίγει ο δρόμος να γίνουν μέλη του διοικητικού συμβουλίου και εκπρόσωποι, ενδεχομένως, πολιτιστικών ή άλλων οργανισμών, ιδιωτικών φορέων, μεγάλων συγκροτημάτων ή άλλων πολιτιστικών ιδιωτικών οργανισμών που με τη συμμετοχή τους στο διοικητικό συμβούλιο του Μουσείου της Ακρόπολης θα μπορούν να συμβάλουν με τα φώτα τους και την προετοιμασία τους, που ταυτόχρονα όμως, θα προωθούν και τα συμφέροντα αυτών των ιδιωτικών πολιτιστικών οργανισμών και φορέων, τους οποίους θα εκπροσωπούν.

Επίσης, θέλω να τονίσω ότι εάν σήμερα πιθανόν μπορεί το Υπουργείο Πολιτισμού, στην αρχική διαμόρφωση του διοικητικού συμβουλίου του Μουσείου, να εξασφαλίσει μια ποιοτική συμμετοχή, η αλήθεια όμως είναι ότι δεν κατοχυρώνεται το μέλλον, δεν κατοχυρώνονται οι νέες γενιές σχετικά με το ποιόν αυτού του διοικητικού συμβουλίου. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για τον γενικό διευθυντή του Μουσείου, όπου δεν διασφαλίζονται καθόλου τα ποιοτικά κριτήρια και οι προϋποθέσεις για το ρόλο του μέσα σε αυτό το Μουσείο.

Επαναλαμβάνω ότι εμείς θέλουμε τα αρχαιολογικά Μουσεία της χώρας μας, τα οποία είναι ταυτισμένα με τους συγκεκριμένους αρχαιολογικούς χώρους, από τους οποίους έχουν βγει τα εκθέματά τους -από την άγια γη από την οποία προέρχονται- να μην αποσπώνται στο μέλλον από αυτούς τους χώρους, όπως είναι οι Δελφοί, η Ολυμπία. Δεν θέλουμε κομμάτια από τα μνημεία αυτά, όπου μάλιστα στο συγκεκριμένο Μουσείο της Ακρόπολης, θα είναι πάρα πολλά αρχιτεκτονικά μέλη –όχι μόνο γλυπτά, αλλά και αρχιτεκτονικά μέλη- από τον Παρθενώνα, το Αέτωμα, οι Μετώπες, καθώς επίσης οι Καρυάτιδες από το Ερεχθείο, δεν θέλουμε τα πολύτιμα αυτά αρχιτεκτονικά μέλη και τμήματα των ιερών ναών να αποσπαστούν από τον Ιερό Βράχο.

Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, όπως ανέφερα πριν, και ο διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου κ. Κωνστάντιος, έχουν κάνει συγκεκριμένη πρόταση σε σχέση με αυτό το ζήτημα. Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων έχει καταθέσει εναλλακτική πρόταση για τη δημιουργία ειδικής περιφερειακής υπηρεσίας με τίτλο «Εφορία Μνημείων Ακρόπολης», η οποία θα υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς και θα έχει ως αρμοδιότητα την προστασία, αποκατάσταση και διαχείριση των μνημείων του αρχαιολογικού χώρου, καθώς και του νέου Μουσείου της Ακρόπολης.

Εδώ θέλω να αναφέρω ότι γιʼ αυτό το στόχο ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων και οι εργαζόμενοι στο Υπουργείο Πολιτισμού, έχουν κηρύξει απεργία για σήμερα και αύριο. Λυπάμαι πάρα πολύ -και με την παρουσία εδώ της ηγεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού- που έχει επιχειρηθεί από αυτήν την ηγεσία η απεργία των Ελλήνων αρχαιολόγων να θεωρηθεί παράνομη και να διωχθούν άνθρωποι οι οποίοι παλεύουν μαζί με εμάς -που αγωνιζόμαστε και εμείς εδώ σήμερα- για τη διατήρηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και για την υπεράσπισή της.

Πιστεύω ότι πρέπει τέτοιες αποφάσεις να ανακληθούν.

Τέλος, θέλω και εγώ να τονίσω την πλήρη διαφωνία μας με την τροπολογία, σχετικά με το ΤΑΠΑ και τη διάλυση τελικά του ΤΑΠΑ και της προσφοράς του προς τα μνημεία, τις ανασκαφές, τις απαλλοτριώσεις για τα αρχαία μνημεία μας. Αλλά αυτά θα τα πούμε πιο αναλυτικά και στη συζήτηση κατʼ άρθρον.

Κλείνω, λέγοντας ότι αγαπούμε την πολιτιστική μας κληρονομιά. Όμως, αυτό το συγκεκριμένο μουσείο, ακριβώς επειδή την αγαπούμε, έτσι όπως πάει να το ιδρύσει και να το αναπτύξει η Κυβέρνηση και το Υπουργείο Πολιτισμού δεν είναι προς όφελος της πολιτιστικής κληρονομιάς. Γιʼ αυτό καταψηφίζουμε το συγκεκριμένο νομοσχέδιο.