Skip to main content.
25/10/2009

Συνέντευξη Γ.Δραγασάκη στην εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ»

1) Ο κ. Γιούνγκερ είπε ότι «το παιχνίδι τελείωσε». Πρακτικά τι σημαίνει αυτό για τη χώρα μας;

Η αντίδραση του κ. Γιούνγκερ δεν μας εξέπληξε. Επιβεβαίωσε αυτό που όλοι γνωρίζουμε. Ότι δηλαδή κεντρικό πολιτικό ζήτημα για τα επόμενα χρόνια θα είναι ποιος θα πληρώσει το κόστος της κρίσης, τα χρέη και τα ελλείμματα. Οι κερδισμένοι της οικονομικής ανόδου ή τα θύματά της;

Διότι η μεγάλη πλειοψηφία των μισθωτών, των επαγγελματιών, των αγροτών δεν συμμετείχαν όλα αυτά τα χρόνια σε κανένα «παιχνίδι», σε κανένα «πάρτι». Ζούσαν και ζουν μια «κατάσταση ανάγκης» διαρκείας.

Αντίθετα, η τρέχουσα δεκαετία ήταν, με βάση και τα επίσημα στοιχεία, μια χρυσή εποχή για τα κέρδη και τα υπερκέρδη, για τις τράπεζες και το μεγάλο κεφάλαιο. Ήταν  η πιο κερδοφόρα περίοδος του ελληνικού καπιταλισμού μετά την περίοδο της δικτατορίας.

2) Υπάρχει τρόπος μείωσης του ελλείμματος χωρίς να θιγούν τα λαϊκά στρώματα και η μεσαία τάξη;

Βεβαίως και υπάρχει. Σημασία έχει βέβαια ο χρόνος και ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει αυτό.

Τώρα, με δεδομένη την ύφεση, εκείνο που επείγει είναι η αύξηση της απασχόλησης, η τόνωση της ζήτησης και των δημόσιων επενδύσεων, η δημιουργία γενικότερα νέας προστιθέμενης αξίας, ώστε να αποτραπεί η κατάρρευση των δημόσιων εσόδων και των ασφαλιστικών ταμείων εξαιτίας της ύφεσης και της ανεργίας. Διαφορετικά η κρίση θα βαθύνει και θα παραταθεί.

3) Σε σχέση με αυτά και η Τράπεζα της Ελλάδας ανέφερε πρόσφατα εντυπωσιακούς αριθμούς για τη φοροδιαφυγή και τη σπατάλη.

Ως διαπιστώσεις είναι σωστές. Μόνο που στο όνομα της σπατάλης δεν πρέπει να περικοπούν παραγωγικές ή κοινωνικές δαπάνες. Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να αυξηθεί η κοινωνική αποτελεσματικότητα των δαπανών και να μπει μαχαίρι στις δαπάνες που συντηρούν το κομματικό υπερκράτος και τους κομματικούς στρατούς.

Η φοροδιαφυγή έχει πάρει επίσης τεράστιες διαστάσεις. Αλλά για να αντιμετωπιστεί δραστικά, χρειάζεται πολιτική βούληση. Επίσης, πρέπει να υπάρξουν αλλαγές και στο τραπεζικό σύστημα με το δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο της λειτουργίας του, αφού η παρακράτηση του ΦΠΑ σε πολλές περιπτώσεις υποκαθιστά τις τραπεζικές πιστώσεις που έχουν περιοριστεί. 

4) Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση θα καταφέρει να περάσει τον πήχη των… προσδοκιών που έθεσε η ίδια προεκλογικά;

Δυστυχώς και αυτή η κυβέρνηση άρχισε τα κόλπα της ΝΔ. Από τις απογραφές περάσαμε στις καταγραφές. Προλειάνουν το έδαφος για να δικαιολογήσουν την αποδέσμευσή τους από τις όποιες προεκλογικές υποσχέσεις έδωσαν.

Εμείς βέβαια προεκλογικά προειδοποιούσαμε ότι πολλά από εκείνα που λέει η ΝΔ μπορεί να δούμε να τα κάνει και το ΠΑΣΟΚ, όπως και τη δεκαετία του ʼ90 πολλά από όσα έλεγε τότε ο κ. Μητσοτάκης τα υλοποίησαν οι κυβερνήσεις του κ. Σημίτη.

Εκείνο που μπορούμε να προσθέσουμε σήμερα είναι ότι αυτή η αναδίπλωση και η αποδέσμευση από τις προσδοκίες που το ΠΑΣΟΚ καλλιέργησε προεκλογικά για να κερδίσει τις εκλογές ενδέχεται να συμβεί πολύ ενωρίτερα απʼ όσο και εμείς περιμέναμε.

5) Πώς κρίνετε την στάση του ΚΚΕ μετεκλογικά;

Η εμμονή του στις επιθέσεις κατά του ΣΥΡΙΖΑ και η άρνηση της κοινής δράσης έχει κόστος που θα μεγαλώνει αν δεν αλλάξει γραμμή.

Γενικότερα το ΚΚΕ όλα αυτά τα χρόνια έδωσε μια μάχη επιβίωσης και την κέρδισε. Το πρόβλημα είναι ότι η επιβίωση από μόνη της δεν αποτελεί λόγο καταξίωσης ενός πολιτικού σχηματισμού. Αυτό το αντιμετωπίσαμε κι εμείς στο Συνασπισμό ήδη από το 2000. Και αυτός ο προβληματισμός μας οδήγησε στη δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ όχι απλά για να αυξήσουμε τα ποσοστά μας, αλλά και για να δημιουργήσουμε μέσα από το διάλογο και την κοινή δράση  ευρύτερων αριστερών και οικολογικών δυνάμεων τους όρους για έναν πιο ουσιαστικό ρόλο της Αριστεράς στα κινήματα, την κοινωνία και την πολιτική.

Υποθέτω λοιπόν ότι και το ΚΚΕ, αργά ή γρήγορα θα υποχρεωθεί να μπει σε κάποιον ανάλογο προβληματισμό. Όσο καθυστερεί τόσο τα προβλήματά του θα μεγαλώνουν. 

6) Τι πρέπει να γίνει στον ΣΥΡΙΖΑ;

Στην Ευρώπη έχουμε σήμερα δύο θετικά αριστερά παραδείγματα. Το «Αριστερό Κόμμα» στη Γερμανία και το αριστερό «Μπλόκο» στην Πορτογαλία. Και τα δυο είναι αποτέλεσμα «διαλόγου και κοινής δράσης» διαφορετικών αριστερών προελεύσεων και ρευμάτων. Και τα δύο είναι σε εκλογική, και όχι μόνο, άνοδο.

Νομίζω λοιπόν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να μελετήσει την εμπειρία αυτών των δύο αλλά και άλλων παραδειγμάτων όχι για να τα αντιγράψει, αλλά για να φιλοδοξήσει  να αποτελέσει η Ελλάδα ένα τρίτο θετικό παράδειγμα με τα δικά του ενδεχομένως ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.

Τα προβλήματα που εμφανίσθηκαν τον τελευταίο καιρό κάνουν έναν τέτοιο στόχο να φαίνεται υπερβολικά φιλόδοξος. Και είναι. Όμως πολλοί παράγοντες και αντικειμενικές συνθήκες τον ευνοούν. Ο νέος πολιτικός κύκλος που άνοιξε με την καπιταλιστική κρίση και την πρόσφατη κυβερνητική εναλλαγή, υπό όρους και προϋποθέσεις, θα μπορούσε να γίνει «η ώρα της Αριστεράς», μιας αριστεράς που και θέλει και μπορεί να επηρεάζει αποφασιστικά τις εξελίξεις από τη σκοπιά των εργαζόμενων τάξεων και των συνολικών αναγκών της κοινωνίας.