Skip to main content.
Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας
21/09/2009

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΩΝ ΑΚΑΛΥΠΤΩΝ ΕΠΙΤΑΓΩΝ

Τους τελευταίους μήνες, όπως είναι γνωστό, σημειώνεται σημαντική έκρηξη των ακάλυπτων επιταγών που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τειρεσίας, το ποσό των ακάλυπτων επιταγών για τους πρώτους 8 μήνες του 2009, έφτασε τα 2,164 δισεκατομμύρια ευρώ έναντι 714 εκατ. ευρώ που ήταν το αντίστοιχο διάστημα του 2008, σημειώνοντας έτσι μία αύξηση της τάξεως του 203%. Χαρακτηριστικό είναι ότι μόνο για το μήνα Αύγουστο, το ποσό των ακάλυπτων επιταγών έφτασε τα 210 εκατομμύρια ευρώ έναντι 97,7 εκατ. ευρώ που ήταν τον αντίστοιχο μήνα του 2008, σημειώνοντας έτσι μία αύξηση της τάξης του 114,84%.

Ο ρυθμός αύξησης ακάλυπτων επιταγών και των απλήρωτων συναλλαγματικών στην αγορά αντικατοπτρίζει πλήρως τη γενικότερη εικόνα που υπάρχει στην αγορά και η οποία εστιάζεται κυρίως στην μεγάλη έλλειψη ρευστότητας.

Το πρόβλημα αυτό αναμένεται να επιδεινωθεί τους επόμενους μήνες, αφού η ελληνική οικονομία θεωρείται ότι είναι σε ύφεση, με συνέπεια οι ελληνικές επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν δομικά προβλήματα από την έλλειψη ρευστότητας, τη χαμηλή ζήτηση και την πτώση του τζίρου τους. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε και την υπερχρέωση τους ακόμη και την συσσώρευση των ληξιπροθέσμων οφειλών τους προς το Δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία και χρηματοδοτούσες τράπεζες.

Στα πλαίσια αυτά και με δεδομένο ότι δεν υπάρχουν ασφαλείς προβλέψεις για την αξία των μεταχρονολογημένων επιταγών που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά, πιστεύουμε ότι πρέπει να αναθεωρηθεί το πλαίσιο αποδοχής επιταγών σε συνολική βάση.

Σύμφωνα με πληροφορίες από το τραπεζικό σύστημα, το μεγαλύτερο μέρος των ακάλυπτων επιταγών, δεν είναι προϊόν καθαρής εμπορικής συναλλαγής αλλά είναι επιταγές «ευκολίας».  Το τραπεζικό σύστημα έχει μεγάλη ευθύνη για το φαινόμενο αυτό επειδή οι περισσότερες τράπεζες δεν φροντίζουν να λειτουργήσουν οι απαραίτητες ασφαλιστικές δικλείδες (π.χ. να διενεργούν έλεγχο για την ύπαρξη πλαφόν πριν την έκδοση μπλοκ επιταγών, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι επιταγές που κυκλοφορούν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις των επιχειρήσεων.

Οι μεταχρονολογημένες επιταγές, που εμφανίζονται στο τραπεζικό σύστημα έχουν φθάσει να είναι διάρκειας 8 μηνών και στις περισσότερες περιπτώσεις, για να μη σφραγιστούν, αντικαθίστανται με  άλλες.  Έτσι το χρονικό διάστημα αποπληρωμής τους   επιμηκύνεται ακόμη περισσότερο. 

Το τελευταίο τρίμηνο έχει επιβραδυνθεί σημαντικά η έκδοση μεταχρονολογημένων επιταγών, κυρίως επειδή δεν είναι αποδεκτός τρόπος εξόφλησης υποχρεώσεων από τράπεζες και από επιχειρήσεις.

Η κατάσταση είναι ακόμη πιο δραματική από αυτή που παρουσιάζεται από τον Τειρεσία, αφού πολλοί επιχειρηματίες προτιμούν να μη σφραγίσουν τις επιταγές που δεν έχουν αντίκρισμα και είτε να τις ανταλλάξουν με άλλες σε μεταγενέστερη ημερομηνία, είτε να τις κρατήσουν στο συρτάρι τους.

Οι τράπεζες εμφανίζονται απρόθυμες να ρευστοποιήσουν μεταχρονολογημένες επιταγές, κάτι που αποτελούσε κανόνα της αγοράς μερικούς μήνες πριν από τη διόγκωση της κρίσης.

Το πρόβλημα που έχουν δημιουργήσει οι ακάλυπτες επιταγές είναι μεγάλο και από πολλούς θεωρείται άλυτο. Η προεκλογική περίοδος, πάντως, φέρνει το συγκεκριμένο θέμα ακόμη εντονότερα στην επιφάνεια με τα πολιτικά κόμματα να προτείνουν συγκεκριμένες λύσεις, οι οποίες όταν υλοποιηθούν θα απαλύνουν, χωρίς να προσφέρουν λύση  στο συγκεκριμένο θέμα.

Οι παραγωγικοί φορείς, όπως, για παράδειγμα, το ΕΒΕΑ και οι εμπορικοί σύλλογοι, έχουν προτείνει μία σειρά από λύσεις. Το κυριότερο εξ αυτών είναι η ανάγκη να τονωθεί η ρευστότητα των επιχειρήσεων γιατί αυτό είναι η κυριότερη αιτία δημιουργίας του προβλήματος.

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ''90 οι επιταγές ήταν «πληρωτέες επί τη εμφανίσει» Στη συνέχεια, οι μεταχρονολογημένες επιταγές, υποκαθιστούν την άσκηση πίστης μεταξύ των συναλλασσόμενων αντικαθιστώντας στην ουσία τις συναλλαγματικές και τα γραμμάτια που μέχρι τότε έπαιζαν αυτό το ρόλο.

Είναι προφανές ότι την ευθύνη της αξιολόγησης της φερεγγυότητας του εκδότη ή του οπισθογράφου της επιταγής την έχει αυτός που έχει συμφέρον να εισπράξει την αξία της, δηλαδή ο αποδέκτης της.  Κατά την άποψή μας,  έχει ευθύνη και η Τράπεζα που χορηγεί το μπλοκ, αν και δεν  νομιμοποιείται ούτε μπορεί να ελέγξει, το ύψος του ποσού που θα γράψει ο εκδότης στην επιταγή, που αποτελεί και την πίστωση που χορηγεί ο αποδέκτης.

Κατά την άποψή μας το πρόβλημα των μεταχρονολογημένων επιταγών  θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με σκληρά μέτρα και νομίζουμε ότι είναι απαραίτητο στο άμεσο μέλλον να καταργηθούν με νομοθετική ρύθμιση οι μεταχρονολογημένες επιταγές.

Μέχρι όμως να εφαρμοστεί το παραπάνω, για άμεσα μέτρα θα μπορούσε να ισχύσουν :

1.    Οι διευκολύνσεις των επιχειρήσεων, όπως επέκταση του χρονικού ορίου για το σφράγισμα των επιταγών από τις τράπεζες και την αναγγελία στον ΤΕΙΡΕΣΙΑ.

2.    Οι τράπεζες να μη δέχονται επιταγές για προεξόφληση πέραν των εξήντα ή το πολύ ενενήντα ημερών

3.    Να διαγράφεται οριστικά από το σύστημα του ΤΕΙΡΕΣΙΑ ο εκδότης σφραγισμένης επιταγής ο οποίος σε διάστημα 6 μηνών από την ημερομηνία έκδοσης τακτοποιήσει την υποχρέωσή του και προσκομίσει στην τράπεζα το αντίστοιχο στέλεχος.

4.    Να χορηγούν οι Τράπεζες μπλοκ επιταγών σε ιδιώτες ή επιχειρήσεις με προεκτυπωμένα στα φύλλα τα ποσά. Το σύνολο των ποσών θα πρέπει να αποτελεί υποσύνολο του  πιστοδοτικού ορίου (πλαφόν κεφαλαίου κίνησης) που θα χορηγεί η Τράπεζα στον εκδότη.   Με τον τρόπο αυτό ο αποδέκτης θα είναι ασφαλής για την είσπραξή της, αφού σε περίπτωση έλλειψης μετρητών από τον εκδότη, η επιταγή θα καλύπτεται από το διαθέσιμο Πιστοδοτικό Όριο στην Τράπεζα. Να μη γίνονται δεκτές στις συναλλαγές επιταγές μη προεκτυπωμένες.  Συνεπώς οι επιταγές που θα κυκλοφορούν θα έχουν την εγγύηση της Τράπεζας για το υπάρχον διαθέσιμο όριο.

Με τον τρόπο αυτό  οι συναλλαγές θα είναι εξασφαλισμένες, θα κυκλοφορήσει ζεστό χρήμα στην αγορά και θα εντοπισθεί και μεγάλο μέρος της φοροδιαφυγής. Θα γνωρίζουν δε οι επιχειρήσεις που δίνουν τα προϊόντα τους ότι, αν ο παραλήπτης δεν έχει μπλοκ επιταγών, πιθανότατα θα έχει αποκλεισθεί ως αφερέγγυος από τις Τράπεζες, οπότε η παροχή πίστωσης εκ μέρους του στον αγοραστή θα ενέχει μεγάλο κίνδυνο.

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ
21/9/2009