Skip to main content.
20/02/2010

Μερικές σκέψεις περί κομματικής γραφειοκρατίας - άρθρο της Μαρίκας Φραγκάκη στην ΑΥΓΗ

Σύμφωνα με το Καταστατικό του κόμματος, «Ο Συνασπισμός επιδιώκει να διαμορφώσει καινούργιο τύπο σχέσεων μεταξύ των πολιτών και της πολιτικής, μακριά από το μοντέλο των αρχηγικών, γραφειοκρατικών κομμάτων και των σχέσεων εκλογικής πελατείας» (Καταστατικό, 2005, σ. 7). Τελικά, τα καταφέραμε; Δημιουργήσαμε αυτή τη σχέση μεταξύ πολιτών και πολιτικής; Αναδείξαμε ένα μη αρχηγικό, γραφειοκρατικό τρόπο λειτουργίας; Αποφύγαμε τις σχέσεις εκλογικής πελατείας; Θεμελιώδεις αρχές, θεμελιώδη ερωτήματα. Δύσκολες απαντήσεις, ίσως κάποιες προσεγγίσεις είναι δυνατές/σκόπιμες ενόψει έκτακτου συνεδρίου.

Ο Συνασπισμός αποτελεί ιστορικά την πρώτη προσπάθεια συνένωσης τμημάτων της ελληνικής αριστεράς, μετά από επανειλημμένες διασπάσεις στο παρελθόν. Οι ιστορικές συνθήκες κυρίως στο διεθνές επίπεδο στα τέλη της δεκαετίας του 1980 δεν ήταν τυχαίες. Αντίθετα συνέβαλαν καθοριστικά στη γενναία απόφαση, που σηματοδότησε τη δημιουργία του νέου τότε πολιτικού σχηματισμού από τα δύο βασικά τμήματα της ελληνικής αριστεράς, του ΚΚΕ και της ΕΑΡ. Παρά την παλινδρόμηση του πρώτου λίγο αργότερα, ο σπόρος είχε πέσει και βρήκε πρόσφορο έδαφος. Σημαντικά στελέχη και από τις δύο πλευρές παρέμειναν στο νέο εγχείρημα, δίνοντάς του πνοή και συνέχεια.

Αυτά στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Είκοσι σχεδόν χρόνια αργότερα, τα περισσότερα από τα στελέχη αυτά παραμένουν στο πηδάλιο. Η βασική αρχή ενός πολιτικού κόμματος και δη αριστερού, η ανάδειξη και ανανέωση των στελεχών του, εμφανίζεται αποδυναμωμένη έως ξεχασμένη. Δεν πρόκειται εδώ για την περίφημη «μάχη των γενεών» ούτε για το δίπολο «άνδρες - γυναίκες». Παρά το γεγονός ότι τα ηγετικά στελέχη είναι κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος, αρσενικού γένους και κάποιας ηλικίας, και τα δύο σχήματα είναι απλουστευτικά. Αυτό που απουσιάζει παντελώς από τον Συνασπισμό είναι η πολιτική της ηθελημένης ανάδειξης στελεχών, ανεξάρτητα γένους, ηλικίας, καταγωγής, κ.λπ. Το στοιχείο αυτό τον μετατρέπει σταδιακά σε γραφειοκρατικό κόμμα, με όλους τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται ως προς τις σχέσεις με τα μέλη του και με την κοινωνία. Σ' αυτό εξάλλου το φαινόμενο θα μπορούσαμε να αποδώσουμε έστω διασταλτικά και το φαινόμενο των αρχηγών «μιας χρήσης», που παρατηρείται στον ΣΥΝ.

Δεν παραγνωρίζουμε τη συμβολή και σε ορισμένες περιπτώσεις την αυτοθυσία στελεχών του ΣΥΝ, πολλοί από τους οποίους αφιέρωσαν πραγματικά τα καλύτερά τους χρόνια στην υπόθεση της ανανεωτικής, ριζοσπαστικής αριστεράς. Η μακρά παραμονή όμως στον κομματικό μηχανισμό, και μάλιστα συχνά στο ίδιο κομματικό «πόστο», εμπεριέχει τον κίνδυνο της αφυδάτωσης για τα ίδια τα στελέχη και για το κόμμα.

Πράγματι, η σχέση με την κοινωνία ενός επί σειρά ετών επαγγελματικού στελέχους χρωματίζεται σε μεγάλο βαθμό όχι από τις δικές του προσλήψεις μέσα από την άμεση συμμετοχή του στα διάφορα πεδία, επαγγελματικό, συνδικαλιστικό, επιστημονικό, κ.λπ., αλλά από εκείνες των άλλων, των οποίων καθίσταται κοινωνός μέσω των μελών, των φίλων, των ΜΜΕ, κ.α. Πρόκειται για λεπτό διαχωρισμό, η σημασία του οποίου μεγεθύνεται με το πέρασμα του χρόνου, καθώς έτσι δημιουργούνται οι συνθήκες για την «γραφειοκρατικοποίηση» του κόμματος.

Κατά την άποψή μου, ο κίνδυνος αυτός είναι υπαρκτός για τον Συνασπισμό, λαμβάνοντας υπόψη τη χαλαρή σχέση μελών και ηγεσίας, την απαραίτητη διαμεσολάβηση των τάσεων στις βασικές του λειτουργίες, όπως είναι η εκλογή αντιπροσώπων στο συνέδριο, μελών της ΚΠΕ και της Π.Γ., τη «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού» στοίχιση των τάσεων, όπως αυτή που παρατηρήθηκε στη συνεδρίαση της ΚΠΕ στις 30-31/1/2010, κατά την οποία ο πρόεδρος του κόμματος, σ. Τσίπρας κατέθεσε για δεύτερη φορά σε λιγότερο από έξι μήνες την πρότασή του για τη διενέργεια έκτακτου συνεδρίου. Παρά την ομολογουμένως σχετική ασάφεια ως προς το ακριβές επίδικο της πρότασης, το φαινόμενο της ανταλλαγής... φιλοφρονήσεων μεταξύ γνωστών στελεχών του Αριστερού Ρεύματος και της Ανανεωτικής Πτέρυγας, οι οποίοι διαβεβαίωναν οι μεν τους δε και τούμπαλιν ότι δεν συντρέχει λόγος διενέργειας συνεδρίου και ότι συνεπώς όλα ή τα περισσότερα βαίνουν καλώς ήταν εντυπωσιακό!!

Παρά το γλαφυρό της υπόθεσης, όμως, η ιδιότυπη αυτή «συμφωνία» δεν πρέπει να επιδράσει αρνητικά σʼ αυτό που προκύπτει ως ανάγκη και που δεν είναι άλλο από τον επαναπροσδιορισμό του κόμματος έναντι των μελών του και της κοινωνίας.

Ο Συνασπισμός επιβίωσε πολιτικά σε δύσκολες συνθήκες, σε άνυδρες για την ανανεωτική και ριζοσπαστική Αριστερά εποχές. Αυτό δεν πρέπει να το υποτιμάμε. Ακριβώς όμως γιʼ αυτό τον λόγο οφείλουμε σήμερα να υλοποιήσουμε το πρόταγμα του Καταστατικού μας για την ανάγκη διαμόρφωσης «καινούργιου τύπου σχέσεων μεταξύ των πολιτών και της πολιτικής». Ποιες είναι οι σχέσεις αυτές; Πού εντάσσεται το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ; Της επόμενης μετά το ΣΥΝ προσπάθειας συνένωσης τμημάτων της ελληνικής αριστεράς;

Τα παραπάνω είναι ορισμένα τουλάχιστον από τα ερωτήματα που καλείται να απαντήσει το έκτακτο συνέδριο. Ίσως η διαδρομή σκέψης που ακολουθήσαμε παραπάνω να εμφανίζεται διαδικαστικού χαρακτήρα. Εν μέρει, είναι. Είναι όμως και πολιτικού χαρακτήρα, στον βαθμό που αναφέρεται στις σχέσεις εξουσίας μεταξύ ηγεσίας και μελών, μεταξύ διαφορετικών σχηματισμών, μεταξύ πολιτικών φορέων και κοινωνίας. Το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι η διεύρυνση της δημοκρατίας, η ουσιαστική συμπόρευση, η ενεργός συμμετοχή σʼ ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, σε μια κοινωνία που βρίσκεται αντιμέτωπη με τεράστια προβλήματα και προκλήσεις, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της κρίσης που βιώνουμε.

Ο Συνασπισμός δεν έχει και δύσκολα θα αποκτήσει «εκλογική πελατεία»! Έχει όμως μέλη και φίλους, που πιστεύουν στο εγχείρημα της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής αριστεράς και που τον στηρίζουν παρά τα προβλήματά του! Η ηγεσία του κόμματος καλείται λίγο ως πολύ να ξεπεράσει τον ίδιο της τον εαυτό και να δώσει νέα πνοή στον χώρο αυτό. Η ευκαιρία του έκτακτου συνεδρίου δεν πρέπει να σπαταληθεί, ούτε να αναλωθεί σε εσωστρεφείς διαδικασίες, που πράγματι αφήνουν αδιάφορη την κοινωνία. Η ειλικρινής συζήτηση των προβλημάτων και η αναζήτηση λύσεων είναι δυνατή, αρκεί να το θελήσουμε.

* Η Μ. Φραγκάκη είναι μέλος της ΚΠΕ του ΣΥΝ