Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
04/12/2008

Απόσπασμα από την εισήγηση για τον Κρατικό Προϋπολογισμό οικονομικού έτους 2009 του Γενικού Εισηγητή του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς Παναγιώτη Λαφαζάνη, Κοινοβουλευτικού εκπροσώπου και βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ Β' Πειραιά

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Αξίζει  να σημειώσω ότι κατά την περσινή συζήτηση στη Βουλή για τον προϋπολογισμό του 2008 ουδείς από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ έκανε αναφορά στην από τότε εξελισσόμενη διεθνή  καπιταλιστική κρίση και τις συνέπειές της στην παγκόσμια οικονομία και ειδικότερα στη χώρα μας. Το γεγονός μοιάζει απίστευτο για να είναι αληθινό. Άγνοια, υποτίμηση της κατάστασης, δογματικές παρωπίδες, προσήλωση και τυφλή εμπιστοσύνη στις δυνάμεις των αγορών και του νεοφιλελεύθερου συστήματος, όλα αυτά μαζί και κάτι περισσότερο;

Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι τόσο ο αρμόδιος Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών και οι αρμόδιοι Υφυπουργοί όσο και οι Γενικοί Εισηγητές, μαζί με το πλήθος των Ειδικών Εισηγητών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με τις εισηγήσεις που κατέθεσαν στο ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΗ για τον κρατικό προϋπολογισμό και τους προϋπολογισμούς ορισμένων ειδικών ταμείων και υπηρεσιών οικονομικού έτους 2008 (Αθήνα, Δεκέμβριος 2007, Διεύθυνση Κοινοβουλευτικών Επιτροπών), δεν αφιέρωσαν ούτε λέξη στη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση, παρά το γεγονός ότι αυτή βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη.

Κατά τη δική μου ερμηνεία, ο λόγος αυτής της κολοσσιαίας «παράλειψης», η οποία έμελε να έχει συνταρακτικά αρνητικές συνέπειες μέσα στο 2008 για την παγκόσμια αλλά και την ελληνική οικονομία και ειδικότερα για τον προϋπολογισμό του 2008, είναι μάλλον απλός. Η απουσία διεισδυτικής και κριτικής ανάλυσης των εξελίξεων είναι η μία πλευρά. Η άλλη πλευρά και μάλλον η χειρότερη, είναι, κατά την εκτίμησή μου, ότι τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ πίστευαν και δυστυχώς εξακολουθούν να πιστεύουν, στα δόγματα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και της καπιταλιστικής «παγκοσμιοποίησης», ώστε να μην θέλουν και να μην μπορούν να εκτιμήσουν ρεαλιστικά τη δομική κρίση του αλλά και να χαράξουν πολιτικές για την αντιμετώπισή της. Η κυβέρνηση αντελήφθη την κρίση μόλις αυτή άρχισε να λαμβάνει καταρρακτώδεις διαστάσεις και τη χρησιμοποιεί ως άλλοθι για να δικαιολογήσει την αδιέξοδη πολιτική της, ενώ η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ μέχρι πρότινος, περίπου, συμπεριφερόταν ως να μην υπήρχε κρίση.

Ας μου επιτραπεί να σημειώσω τι έγραφα, μεταξύ άλλων, πέρσι, το Δεκέμβρη του 2007, στο ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΗ για τον προϋπολογισμό του 2008 κατά τη σχετική εισήγησή που κατέθεσα ως Ειδικός Εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ (Πρακτικό και Έκθεση, σελ 313).

Αντιγράφω, λοιπόν, από την περσινή εισήγησή μου: «Πρώτη παρατήρηση: Ως γνωστόν έχει ξεκινήσει μια διεθνής πιστωτική κρίση με αφορμή τα επισφαλή στεγαστικά δάνεια της subprime αγοράς των ΗΠΑ. Η κρίση αυτή, που ξεκίνησε από τον περασμένο Ιούλη όχι μόνο δεν ανακόπτεται, αλλά συνεχώς βαθαίνει και επεκτείνεται. Η κυβέρνηση δεν φαίνεται να εκτιμά σοβαρά τη σημασία αυτής της κρίσης και τις ενδεχόμενες επιπτώσεις της στην παγκόσμια οικονομία, αλλά και στην ανάπτυξη στην Ελλάδα. Πολύ περισσότερο, στηρίζει τα μεγέθη του προϋπολογισμού σε εύθραυστα δεδομένα για την τιμή του πετρελαίου και τον πληθωρισμό. Είναι βέβαιο, πλέον, ότι ο πληθωρισμός θα υπερβεί κατά πολύ το 2,7%, που προβλέπει η κυβέρνηση για το 2008, ενώ είναι το πιθανότερο οι τιμές του πετρελαίου να κινηθούν το ερχόμενο έτος αρκετά υψηλότερα από το όριο των 78 δολαρίων το βαρέλι, στο οποίο βασίζονται οι προβλέψεις της κυβέρνησης.

Η διεθνής πιστωτική κρίση, παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειες που γίνονται διεθνώς για τη συγκράτησή της, είναι πιθανόν να λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, οι οποίες ενδεχομένως να οδηγήσουν σε ύφεση, όχι μόνο την οικονομία των ΗΠΑ αλλά και την παγκόσμια οικονομία. Η ρίζα αυτής της διεθνούς πιστωτικής κρίσης βρίσκεται στην πρωτοφανή διεθνή υπερσυσσώρευση κεφαλαίων σε λίγα χέρια, καθώς και στην επεκτεινόμενη, ανεξέλεγκτη παγκόσμια κερδοσκοπία. Η πιθανότητα μιας παγκόσμιας ύφεσης, η βεβαιότητα της σημαντικής υποχώρησης των ρυθμών της παγκόσμιας ανάπτυξης, είναι βέβαιον ότι θα έχει επιπτώσεις στη χώρα μας. Η πρόβλεψη του προϋπολογισμού του 2008 για ανάπτυξη της τάξης του 4% είναι παρακινδυνευμένη, αν δεν βρίσκεται και εκτός τόπου και χρόνου. Πολύ περισσότερο αν συνδυάσουμε αυτή την εκτίμηση με την εκτόξευση του πληθωρισμού, την ραγδαία υποτίμηση του δολαρίου και την αύξηση των τιμών του πετρελαίου. Ο προϋπολογισμός του 2008 μπορεί, λόγω αυτών των προβληματικών εκτιμήσεων, όχι μόνο να πέσει έξω, αλλά και να βρεθεί κυριολεκτικά στον αέρα. Η υποχώρηση των ρυθμών ανάπτυξης το 2008, όχι μόνο δεν μπορεί να αποκλειστεί, αλλά και το ερχόμενο έτος μπορεί να αποδειχθεί αφετηρία μιας σταδιακής ύφεσης της ελληνικής οικονομίας».

Νομίζω ότι όλες οι ως άνω εκτιμήσεις για την κρίση και τις συνέπειές της στην παγκόσμια οικονομία και ειδικότερα στην ελληνική οικονομία και τον προϋπολογισμό του 2008, επιβεβαιώθηκαν, σχεδόν, πλήρως. Και σήμερα αν έγραφα ξανά αυτές τις γραμμές, πολύ λίγα θα είχα να προσθέσω. Η πολιτική της κυβέρνησης απεδείχθη άκρως καταστροφική και απολύτως εκτός τόπου και χρόνου. Η ελληνική οικονομία μέσα στο 2008 εισήλθε σε τροχιά σημαντικής πτώσης των ρυθμών ανάπτυξης από τρίμηνο σε τρίμηνο, ενώ είναι ορατός πλέον ο κίνδυνος να βυθισθεί σε ύφεση ακόμα και εντός του 2009. Ο πληθωρισμός, όπως σημείωνα από πέρσι,  ξέφυγε από κάθε έλεγχο και ο επίσημος υποεκτιμημένος δείκτης του αναμένεται να κλείσει στο 4,3% εντός του 2008, ενώ η πραγματική ακρίβεια καλπάζει. Ο προϋπολογισμός του 2008 όχι μόνο απεδείχθη πλήρως αναξιόπιστος αλλά και σχεδόν, μετεβλήθη σε συντρίμμια, παρά τους νέους φόρους σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων, που τέθηκαν σε εφαρμογή κατά τη διάρκεια του έτους. Οι θυελλώδεις κρισιακές εξελίξεις αποσάρθρωσαν τα ήδη σαθρά βάθρα του. Πολύ φοβούμεθα, μάλιστα, ότι η εκτροπή, σε σχέση με τις προβλέψεις, μπορεί να αποδειχθεί πολύ πιο μεγάλη από τις εκτιμήσεις σχετικά με τις πραγματοποιήσεις του 2008, οι οποίες καταγράφονται στην Εισηγητική Έκθεση του προϋπολογισμού του 2009.

1.    ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

 Όπως οι κυρίαρχοι πολιτικοί κύκλοι της χώρας μας έβλεπαν, περίπου, ως «ανθρώπους των σπηλαίων», όταν εδώ και πολλά χρόνια προβλέπαμε την κρίση του νεοφιλελευθερισμού και του ίδιου του καπιταλισμού και διαπιστώναμε έγκαιρα τα επερχόμενα κρισιακά φαινόμενα, έτσι και τώρα, οι ίδιοι κύκλοι δεν θέλουν να δουν την έκταση και το βάθος της κρίσης, να εντοπίσουν τις αιτίες της και πολύ περισσότερο να εξάγουν θετικά συμπεράσματα για την πορεία της χώρας μας αλλά και της Ευρώπης. Γιʼ αυτό και η σχετική συζήτηση αν δεν εξορκίζεται, είναι πολύ περιορισμένη, επιφανειακή και απλοϊκή.

Κατά τη γνώμη μου συνιστά μονομέρεια να αποδίδεται απλώς και μόνο η κρίση στην κερδοσκοπική μανία των λεγόμενων «Golden boys» ή αποκλειστικά στην απληστία των Τραπεζών. Όπως είναι λάθος η ειδική αναφορά στον «καζινο-καπιταλισμό» (σε αντίθεση, τάχα,  με ένα υγιή, παραγωγικό καπιταλισμό) ως ειδική μορφή «ανώμαλης» λειτουργίας του καπιταλιστικού συστήματος, στην οποία πρέπει αποκλειστικά και μόνο να αποδώσουμε τα κρισιακά φαινόμενα. Νομίζω, ότι οι περιοριστικές αυτές εξηγήσεις συγχέουν τον τρόπο και την μορφή εκδήλωσης της κρίσης με την ίδια την ουσία της.

Η εκτίμησή μου είναι ότι το πρόβλημα μάλλον είναι αρκετά βαθύτερο και πιο σύνθετο. Πολύ συνοπτικά θα έλεγα ότι η βαθύτερη αιτία της υπό εξέλιξη κρίσης βρίσκεται στον ίδιο τον πυρήνα του καπιταλιστικού συστήματος, δηλαδή στην αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας, η οποία στις συνθήκες ακραίων νεοφιλελεύθερων επιλογών πήρε ασύλληπτες διαστάσεις.

Με δυο λόγια, η αιτία της κρίσης βρίσκεται στην υπερσυσσώρευση κεφαλαίου σε εθνικό, περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο σε περιορισμένες οικονομικές ελίτ, πράγμα που ήταν αποτέλεσμα της συνεχούς διεύρυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων και της όλο και διευρυνόμενης σχετικής και συχνά απόλυτης πτώσης των μισθών και των λαϊκών εισοδημάτων στον συνολικά παραγόμενο πλούτο.  Αυτή η υπερσυσσώρευση κεφαλαίου και πλούτου σε ελάχιστα χέρια (εθνικά, περιφερειακά, παγκόσμια), η οποία άρχισε να κλιμακώνεται ιδιαίτερα από τη δεκαετία του ʽ80 με συνεχείς απορρυθμίσεις σε όλους τους τομείς και έλαβε φρενήρεις διαστάσεις τη δεκαετία του ʽ90 και στις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας, ήταν βέβαιο ότι θα επέφερε οδυνηρές συνέπειες. Αν ο καπιταλισμός απέφευγε από τη δεκαετία του ʽ90 μια μεγάλη κρίση στην καρδιά του συστήματος, αυτό, πέραν των πολλών άλλων, οφείλετο στο ότι το κεφάλαιο, ιδιαίτερα το πολυεθνικό, έβρισκε υπερκεδοφόρες διεξόδους επένδυσης και ζήτησης κυρίως στις νέες αγορές της Ασίας και της Ανατολικής Ευρώπης, στήριζε με τη δανειοδοτική υπερεπέκταση την καταναλωτική ζήτηση στις αναπτυγμένες χώρες, ενώ με την είσοδο στην παγκόσμια αγορά 1,5 σχεδόν δισ. φτηνού εργατικού δυναμικού από τη δεκαετία του ʼ90, κυρίως από τις ζώνες της Ασίας και της Ανατολικής, κρατούσε ακόμα πιο χαμηλά το εργατικό κόστος, συγκρατούσε τον πληθωρισμό άρα και τα επιτόκια σε χαμηλό επίπεδο και διαμόρφωνε ικανοποιητικούς όρους παγκόσμιας ανάπτυξης. Εδώ και ορισμένα χρόνια οι «πνεύμονες» αυτοί της καπιταλιστικής, υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ, «παγκοσμιοποίησης» άρχισαν για πολλούς λόγους, να μη λειτουργούν απρόσκοπτα και να μην αποδίδουν με τους παλιούς ρυθμούς. Το υπερσυσσωρευμένο κεφάλαιο και ο μεγάλος πλούτος, χάνοντας διαρκώς τον παλιό δυναμισμό του στους τομείς της παραγωγής και των υπηρεσιών, αναζητούσε όλο και περισσότερο «εύκολες» και «καλές» αποδόσεις στις ανεξέλεγκτες κεφαλαιαγορές, τροφοδοτώντας την υπερανάπτυξή τους και κυρίως δημιουργώντας, σχεδόν, παντού, κερδοσκοπικές «φούσκες». Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η κρίση αποτελούσε βέβαιη εξέλιξη. Η κατάρρευση της Subprime αγοράς των ΗΠΑ, με τα επισφαλή τιτλοποιημένα στεγαστικά δάνεια, ήταν σχεδόν αναπότρεπτο γεγονός, στο οποίο συνέβαλε η σχετική άνοδος των επιτοκίων, με συνέπεια αλυσιδωτές εκρήξεις και σε άλλες «φούσκες» και οδυνηρές παρενέργειες στην «πραγματική» οικονομία. Σύσσωμες, σχεδόν, οι αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες σήμερα βουλιάζουν πλέον στην ύφεση.

Αν οι διαπιστώσεις αυτές έχουν κάποια αξιόπιστη βάση, τότε γίνεται σαφές ότι η σημερινή κρίση για να αντιμετωπιστεί, χωρίς μεγάλες καταστροφικές συνέπειες ανάλογες με αυτές που ακολούθησαν την κρίση του ʼ29, χρειάζεται μεγάλες και σε βάθος ανατροπές που θα αμφισβητούν τις ίδιες τις θεμελιώδεις δομές του συστήματος. Κι αυτό πολύ περισσότερο που η παρούσα διεθνής καπιταλιστική κρίση δεν είναι μόνο χρηματοπιστωτική και ευρύτερα οικονομική. Είναι, ταυτόχρονα, και μια κρίση ενεργειακή που τροφοδοτεί μεγάλες αντιπαραθέσεις για την επάρκεια και τον έλεγχο των ενεργειακών πόρων αλλά και των ενεργειακών δρόμων. Είναι μια κρίση πρωτοφανούς διεύρυνσης των παγκόσμιων ανισοτήτων. Είναι μια κρίση διατροφική που συνδέεται με την ασφάλεια και την υγιεινή των τροφίμων, αλλά και ευρύτερα των προϊόντων και των υπηρεσιών. Είναι μια κρίση ποιότητας της ζωής, η οποία διαρκώς υποβαθμίζεται. Είναι μια κρίση, επίσης, επάρκειας, ποιότητας και διαχείρισης των υδάτινων πόρων. Τέλος, αλλά όχι έσχατο, είναι μια κρίση κλιματικών αλλαγών και του περιβάλλοντος, η οποία απειλεί ακόμα και την επιβίωση του πλανήτη. Κοινή βάση όλων αυτών των κρισιακών φαινομένων είναι, σε τελευταία ανάλυση, ο ίδιος ο καπιταλισμός ως σύστημα που, πέρα από τη μορφή διαχείρισής του, θέτει το ατομικό ιδιοτελές κέρδος ως υπέρτατη αρχή και νόμο της κίνησής του.

1.1    ΑΔΙΕΞΟΔΑ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΣΕ ΗΠΑ ΚΑΙ Ε.Ε.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι αποφάσεις και τα μέτρα των κυρίαρχων δυνάμεων του πλανήτη, στις ΗΠΑ και την Ε.Ε., τα οποία στηρίζουν, ακολουθούν και ενστερνίζονται στη χώρα μας η κυβέρνηση και η αξιωματική αντιπολίτευση, όχι μόνο δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν θετικά την κρίση, αλλά αντίθετα, έχουν ως κύριο μέλημά τους να διασώσουν «πάση θυσία» ένα σύστημα που οδήγησε σε αυτήν και του οποίου η αποτυχία έχει καταστεί παταγώδης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο οι αποφάσεις της Ε.Ε. αλλά και των G-20 επιχειρούν να «διορθώσουν» τα πράγματα, προτείνοντας την ενίσχυση και τη «διεθνοποίηση»  των συστημάτων εποπτείας και ελέγχου των Τραπεζών και κεφαλαιαγορών, αφήνοντας, όμως, άθιχτο ολόκληρο το σύστημα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και της καπιταλιστικού τύπου «παγκοσμιοποίησης», τα οποία βρίσκονται στην αιχμή του προβλήματος. Αντίθετα, μάλιστα, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ε.Ε. οι βασικές κατευθυντήριες γραμμές κινούνται στη λογική της περεταίρω απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, ενίσχυσης της εργασιακής «ευελιξίας» και μεγαλύτερων κινήτρων και επιχορηγήσεων στις επιχειρήσεις προκειμένου να μην απολύσουν εργαζόμενους, ενώ εντείνονται οι προσπάθειες, στο όνομα αποφυγής του «προστατευτισμού», για την ενίσχυση της ελεύθερης κίνησης των κεφαλαίων και την περεταίρω απορρύθμιση του διεθνούς εμπορίου.

Το πιο τραγικό, όμως, είναι ότι, στο όνομα της αντιμετώπισης της κρίσης, αποφασίστηκαν στις ΗΠΑ και την Ε.Ε. σχέδια που αφορούν στη διάθεση ασύλληπτων σε μέγεθος χρηματικών «πακέτων» για την ενίσχυση πρώτα απʼ όλα και κυρίως των Τραπεζών, μεγάλων επιχειρήσεων και επιχειρηματικών κλάδων. (Σχέδιο Paulson-Bernacky ύψους 700δισ.  δολαρίων στις ΗΠΑ, σχέδιο «έμπνευσης» Γκόρντον Μπράουν στην Ε.Ε. ύψους  εκατοντάδων δισ. ευρώ, πρόσφατο σχέδιο Μπαρόζο ύψους 200 δισ. ευρώ κλπ). Τα σχέδια αυτά, τα οποία ακολούθησαν τις συνεχείς, εδώ και ενάμιση χρόνο, δραστικές μειώσεις των επιτοκίων των Κεντρικών Τραπεζών, που συνεχίζονται και τις διαρκείς, εδώ και ενάμιση χρόνο, παρεμβάσεις με φτηνό και «τζάμπα» χρήμα προς τις Τράπεζες και τα οποία συνιστούν μια από τις μεγαλύτερες, αν όχι τη μεγαλύτερη, ληστεία των λαών στην ιστορία της ανθρωπότητας, μπορεί να απέτρεψαν προσωρινά ένα βέβαιο γενικευμένο «κραχ» του διεθνούς καπιταλισμού αλλά είναι πολύ αμφίβολο αν θα ανακόψουν την ύφεση που έχει αρχίσει να σκεπάζει βαθιά τον ανεπτυγμένο καπιταλισμό και η οποία μπορεί να προσλάβει μια παρατεταμένη και βασανιστική χρονική διάρκεια.

Τις τελευταίες μέρες οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν νέα πακέτα μέτρων για τη σωτηρία τραπεζών και αγορών ομολόγων, πέραν του πακέτου των 700 δισ. δολαρίων των  Paulson-Bernacky και του νέου αμερικανού Προέδρου Ομπάμα. Συγκεκριμένα, προκειμένου το αμερικάνικο κράτος να διασώσει τον όμιλο της City Group από τη βέβαιη χρεωκοπία ανέλαβε να εγγυηθεί περιουσιακά στοιχεία υψηλού ρίσκου της Τράπεζας, ύψους 308 δισ. δολαρίων (!), ενίσχυσε, την κεφαλαιακή επάρκεια της Τράπεζας με την αγορά προνομιούχων μετοχών ύψους άλλων 27 δισ. ενώ πριν λίγους μήνες είχε αγοράσει το αμερικάνικο κράτος το 3,5% της Τράπεζας. Ταυτόχρονα, η FED προχωρά σε αγορά ομολόγων στεγαστικών δανείων, που εκδόθηκαν από τις πρόσφατα κρατικοποιημένες Fannie Mae και Freddie Mac, ύψους 600 δισ. δολαρίων, ενώ την ίδια ώρα αγοράζει επίσης ομόλογα καταναλωτικών δανείων και δανείων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ύψους 200 δισ. δολάρια. Οι απανωτές ασύλληπτου μεγέθους αυτές χαριστικές παρεμβάσεις, οι οποίες κατά τον αμερικανό Υπουργό Οικονομικών κ. Paulson θα ανέλθουν στο αστρονομικό ύψος των 7,5 τρισ. δολαρίων δεν δείχνουν μόνο το μέγεθος της κρίσης, αλλά και κάτι άλλο: οι ΗΠΑ παίζουν πλέον κορώνα-γράμματα το μέλλον της παγκόσμιας ηγεμονίας τους πάνω στο χαρτί της κρίσης και της εξόδου από την ύφεση. Είτε έτσι, είτε αλλιώς η ανθρωπότητα κινδυνεύει να εισέλθει σε μια νέα βαρβαρότητα.