Skip to main content.
23/05/2010

Η προηγούμενη και η σημερινή κυβέρνηση υποεκτίμησαν τις επιπτώσεις της ύφεσης - άρθρο του Μανόλη Γ.Δρεττάκη στην ΑΥΓΗ

Η έγκριση από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στις 9.5.10 χορήγησης στη χώρα μας δανείου ύψους 30 δισ. ευρώ την τριετία 2010-2012, το οποίο θα συμπληρώσει τα δάνεια ύψους 80 δισ. που θα χορηγηθούν από τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. στο ίδιο διάστημα, στηρίχτηκε σε μια έκθεση που συνέταξαν οι εμπειρογνώμονές του, οι οποίοι διαπραγματεύτηκαν με την ελληνική κυβέρνηση τους όρους χορήγησής του. Στην έκθεση αυτή, που δόθηκε στη δημοσιότητα από το ΔΝΤ στις 10.5.10, περιλαμβάνονται οι εκτιμήσεις τους για το έτος 2009 και οι προβλέψεις τους για τα βασικά μακροοικονομικά στοιχεία της χώρας μας την εξαετία 2010-2015.

Οι προβλέψεις αυτές του ΔΝΤ ήρθαν να διαψεύσουν πολύ νωρίς δύο από τις βασικότερες προβλέψεις του προϋπολογισμού 2010, δηλαδή το ύψος του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) σε τρέχουσες τιμές και το ύψος του δημόσιου χρέους (του χρέους της γενικής κυβέρνησης) τόσο σε τρέχουσες τιμές όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ. Επιπλέον, δείχνουν ότι σημερινή κυβέρνηση στην κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2010 διέπραξε το ίδιο σφάλμα με την προηγούμενη στη κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2009 και υποεκτίμησε τις επιπτώσεις της παγκόσμιας ύφεσης στα βασικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας. Η μόνη διαφορά, προς το παρόν, είναι στο μέγεθος του σφάλματος.

Για να φανούν οι επιπτώσεις σε ό,τι αφορά τις προβλέψεις και των δύο κυβερνήσεων, συγκρίνουμε από τη μια μεριά τις προβλέψεις της προηγούμενης κυβέρνησης με τις εκτιμήσεις πραγματοποιήσεων από το ΔΝΤ του προϋπολογισμού του 2009 και από την άλλη τις προβλέψεις του προϋπολογισμού του 2010 της σημερινής κυβέρνησης, σε σύγκριση με τις προβλέψεις του ΔΝΤ για το ίδιο έτος.

Το ΑΕΠ της χώρας μας σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2009 προβλεπόταν ότι θα ανέλθει σε τρέχουσες τιμές στα 260 δισ. ευρώ. Τώρα εκτιμάται ότι ήταν 237 δισ. ευρώ (απόκλιση -9,1%). Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2010 το ΑΕΠ φέτος θα ανερχόταν στα 244 δισ. ευρώ. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι θα είναι 231 δισ. ευρώ (απόκλιση -5,3%). Οι διαφορές, όμως, αυτές παίζουν αποφασιστικό ρόλο στις εκτιμήσεις του δημόσιου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους ως ποσοστών του ΑΕΠ, ρόλο που η σημερινή κυβέρνηση δεν υπολογίζει καθόλου όταν αναφέρεται στα πεπραγμένα της προκατόχου της

Το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2009 θα ανερχόταν στα 238 δισ. ευρώ ή το 91,4% του ΑΕΠ. Τώρα εκτιμάται ότι ανήλθε στα 273 δισ. ευρώ (απόκλιση 14,7%) ή στο 115,1% του ΑΕΠ (απόκλιση 25,9%). Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2010 το δημόσιο χρέος θα ανερχόταν στα 295 δισ. ευρώ ή το 120,8% του ΑΕΠ. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι θα ανέλθει στα 307 δισ. ευρώ (απόκλιση 4,1%) ή στο 133,0% του ΑΕΠ (απόκλιση 10,1%). Οι διαφορές στις αποκλίσεις του δημόσιου χρέους σε ευρώ από τις αποκλίσεις ως ποσοστού του ΑΕΠ οφείλονται στις προς τα κάτω αναθεωρήσεις του ύψους του ΑΕΠ.

Σε ό,τι αφορά τα έτη μετά το 2010, η έκθεση του ΔΝΤ προβλέπει παραπέρα μείωση του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές και το 2011. Η προβλεπόμενη μείωση του ΑΕΠ το 2011 είναι -2,5%, έναντι -4,0% το 2010. Μετά το 2011 προβλέπεται ανάκαμψη της ελληνικης οικονομίας, αλλά με χαμηλούς ρυθμούς. Όλες, όμως, αυτές οι προβλέψεις (όπως όλες οι προβλέψεις σε βάθος χρόνου) δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα πραγματοποιηθούν, δεδομένου ότι εξαρτώνται από τις εξελίξεις τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή οικονομία. Στην απευκταία αυτή περίπτωση είναι βέβαιο ότι, προκειμένου να συνεχιστεί η χορήγηση των δόσεων των δανείων, θα ζητηθεί η λήψη και πρόσθετων μέτρων.

Είναι, όμως, σαφές ότι η ελληνική οικονομία έχει εισέλθει σε βαθιά ύφεση, οποία καθιστά αμφίβολη την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί και επιπλέον, αντί να συμβάλει στη μείωση του δημόσιου χρέους, το αυξάνει τόσο σε δισ. ευρώ όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ μέχρι τουλάχιστον το 2013.

Η έξοδος από τον φαύλο κύκλο δεν μπορεί να γίνει με τη λήψη παραπέρα μέτρων περικοπής μισθών και συντάξεων, η οποία θα βυθίσει ακόμα μεγαλύτερο αριθμό (από δύο και πάνω εκατομμύρια) κατοίκων της χώρας σε βιοτικό επίπεδο κάτω από το όριο της φτώχειας. Δεν μπορεί, επίσης, να επιτευχθεί με παραπέρα αύξηση των έμμεσων φόρων, οι οποίοι αυξάνουν τις τιμές και μειώνουν την αγοραστική δύναμη των μειωμένων ονομαστικών εισοδημάτων και, επιπλέον, μειώνουν την ήδη πολύ χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Δύο δέσμες μέτρων που μπορούν, σε βάθος χρόνου, να βοηθήσουν στη δημοσιονομική εξυγίανση και στο να ξαναμπεί η ελληνική οικονομία σε ανοδική πορεία είναι:

(α) Η λήψη δρακόντειων μέτρων για την πάταξη της φοροδιαφυγής τόσο στους άμεσους όσο και στους έμμεσους φόρους. Οι υψηλότεροι συντελεστές ΦΠΑ δεν θα αποδώσουν τα αναμενόμενα έσοδα, αν δεν αναγκαστούν όλοι να εισπράττουν ΦΠΑ δίνοντας αποδείξεις και εκδίδοντας τιμολόγια και να τον αποδίδουν μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες στα δημόσια ταμεία. Οι έλεγχοι, εξάλλου, σε όλες τις δηλώσεις, τόσο φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων όσο και της φορολογίας της ακίνητης περιουσίας, πρέπει να ενταθούν ώστε να εντοπιστούν οι φοροφυγάδες και να αναγκαστούν, με αυστηρές ποινές, να πληρώσουν τους φόρους που αναλογούν στα πραγματικά εισοδήματα και στην πραγματική ακίνητη περιουσία τους.

(β) Να περισταλούν οι δαπάνες, να παταχθεί η σπατάλη και να διοχετευθούν οι εξοικονομούμενοι πόροι μαζί με τους κοινοτικούς του ΕΣΠΑ σε παραγωγικές επενδύσεις σε κλάδους αιχμής και ανταγωνιστικούς, οι οποίοι θα αυξήσουν τις εξαγωγές και θα περιορίσουν τις εισαγωγές και ταυτόχρονα θα δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας. Και προκειμένου να αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος, να γίνεται συνεχής έλεγχος σε ό,τι αφορά την αξιοποίηση των πόρων αυτών. Είναι αυτονόητο ότι στην προσπάθεια αυτή πρέπει να συμβάλλουν ενεργά οι τράπεζες χρηματοδοτώντας τις επιχειρήσεις εκείνες που μπορούν να παράγουν διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα ή να παρέχουν υπηρεσίες υψηλής ποιότητας σε ανταγωνιστικές τιμές.

* Ο Μανόλης Γ. Δρεττάκης είναι πρώην: Αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ.