Skip to main content.
17/07/2012

Προγραμματικές για την Παιδεία: σαν να μην πέρασε μια μέρα! άρθρο του Χρήστου Πιλάλη στο ΠΟΝΤΙΚΙ

Την Κυριακή, στη συζήτηση επί των προγραμματικών δηλώσε­ων της κυβέρνησης, ο υπουργός Παιδείας αναφέρθηκε στους τέσσερις άξονες της κυβερνητικής πολιτικής για την Παιδεία. Μιας πολιτικής πλήρως εναρμονισμένης με τη μέχρι σήμερα επιχειρούμενη εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης απʼ τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ.

Τον πρώτο άξονα, κατά την κυβέρ­νηση, αποτελούν οι άνθρωποι της εκ­παίδευσης, τον κορυφαίο ρόλο των οποίων αναγνώρισε ο κύριος Αρβανιτόπουλος δηλώνοντας ότι θα έχουν δι­αρκή επιμόρφωση! Την ίδια όμως στιγ­μή, στο πλαίσιο των περικοπών, που φέτος εντείνονται εξαιτίας της συνε­χιζόμενης εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών, περικόπτονται όλες οι εκπαιδευτικές άδειες για μεταπτυχιακές σπουδές των εκπαιδευτικών και για πρώτη φορά ακόμη και των υποτρόφων του Ιδρύματος Κρατικών Υπο­τροφιών. Το υπουργείο Παιδείας, που έχει καταργήσει όλες τις μορφές με­τεκπαίδευσης και επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, την εποχή που οι επι­στήμες της αγωγής παρουσιάζουν ρα­γδαίες εξελίξεις, δεν επιτρέπεται να ακυρώνει ακόμη και την ελεύθερη επιλογή του ίδιου του εκπαιδευτικού για την επιμόρφωσή του.

Η περικοπή αυτή έχει ως αποτέλε­σμα εκατοντάδες εκπαιδευτικοί που πέτυχαν στις εξετάσεις σε διάφορα μεταπτυχιακά προγράμματα, να μην μπορούν να τα παρακολουθήσουν. Αν λοιπόν πραγματικά και όχι δημαγωγι­κά η κυβέρνηση ενδιαφέρεται για τη μόρφωση και την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, οφείλει να χορηγήσει σήμερα τις απαραίτητες πιστώσεις για την ικανοποίηση όλων των αιτήσεων για εκπαιδευτικές άδειες.

 

Αξιολόγηση

Τόσο ο πρωθυπουργός το Σάββατο, που ανέφερε την αξιολόγηση ως 6ο βήμα άμεσης δράσης της κυβέρνησης, όσο και υπουργός Παιδείας την Κυρια­κή, μίλησαν για επίσπευση της συγκεκριμένης διαδικασίας στο Δημόσιο. Μί­λησαν για την αξιολόγηση, που γνωρί­ζουμε πλέον καλά απʼ τις πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις των νεοφιλε­λεύθερων κυβερνήσεων πως δεν είναι ένα ουδέτερο εργαλείο. Είναι μια πολύ συγκεκριμένη διαδικασία που στόχο έχει τόσο τον περιορισμό - διάλυση των κοινωνικών υπηρεσιών όσο και τις απο­λύσεις προσωπικού στην προοπτική της μείωσης της συνολικής απασχόλη­σης στον δημόσιο τομέα κατά 150.000 εργαζομένους μέχρι το 2015.

Το θέμα έχει τεθεί με διοικητικούς και όχι ποιοτικούς όρους σε όλο τον δημόσιο τομέα, σε ιδιαίτερα ευαίσθη­τους χώρους όπως η εκπαίδευση και αποτελεί μέρος της προσπάθειας αντι­δραστικής μεταρρύθμισης του κράτους συνολικά και της δημιουργίας ενός δη­μόσιου τομέα που θα λειτουργεί με ιδι­ωτικοοικονομικά κριτήρια, μάνατζερ και ελαστικές εργασιακές σχέσεις, ενός Δημοσίου στο οποίο θα κυριαρ­χούν οι ιδιώτες και οι ΜΚΟ.

Οι διάφορες ειδικές ομάδες εμπει­ρογνωμόνων της Ε.Ε. που θα αξιολογή­σουν την αποδοτικότητα του δημόσιου τομέα αποδεικνύουν ότι η συζήτηση για την αξιολόγηση είναι συνυφασμέ­νη με την πολιτική των Μνημονίων, του κλεισίματος σχολικών μονάδων, της ιδιωτικοποίησης δημόσιων υπηρεσιών και των μαζικών απολύσεων εργαζο­μένων.

Ως δεύτερος άξονας της κυβερ­νητικής πολιτικής για την Παιδεία χαρακτηρίστηκε η ποιότητα της παρεχόμενης γνώσης και η εξασφάλι­ση ισότητας ευκαιριών στη νέα γενιά! Μπορεί όμως να εξασφαλιστεί ισότη­τα ευκαιριών χωρίς να αλλάξει ριζικά η δομή του σημερινού εκπαιδευτικού συστήματος; Ενός συστήματος με αλ­λεπάλληλες εξετάσεις, που οδηγούν στη στείρα απομνημόνευση (την οποία ο υπουργός κατέκρινε στη Βουλή, δεν μας είπε όμως πώς θα την αποτρέψει και πώς θα στηρίξει την επιθυμητή καλλιέργεια της κριτικής σκέψης), στη βαθμοθηρία, στον ανταγωνισμό, στην ψυχική οδύνη και σε αποκλεισμούς;

 

Απρόσιτη εκπαίδευση

Οι μαθητές προέρχονται από οικο­νομικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, μορ­φωτικά άνισα περιβάλλοντα και η εκ­παίδευση ήταν πάντα δαπανηρή και απρόσιτη για τις φτωχές οικογένειες, σήμερα, δε, γίνεται απρόσιτη και για τα μεσαία στρώματα. Σήμερα που η κατάσταση είναι χειρότερη από κάθε άλλη φορά, δεν είναι εξασφαλισμένα ούτε τα στοιχειώδη εφόδια των μαθη­τών, όπως είναι τα βιβλία! Ακούσαμε όμως απʼ τον υπουργό για τα ψηφιακά εργαλεία, για τα e-books που θα μπουν στην εκπαιδευτική διαδικασία, για τα οποία είχαμε ακούσει βαρύγδουπα λόγια και απʼ την κυρία Διαμαντοπού­λου. Μπορούμε με το ελκυστικό στα αυτιά «ψηφιακό σχολείο», αν και όποτε αυτό λειτουργήσει (!), να εξασφαλί­σουμε ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευ­ση; Όλες οι έρευνες συγκλίνουν στο ότι η εκπαίδευση διευκολύνει την κοινωνική ανέλιξη των παιδιών από τα λαϊκά στρώματα σε έναν περιορισμέ­νο βαθμό, μια και αυτή στον καπιτα­λισμό πρέπει και να φαίνεται ότι δεν αποκλείει αυτά τα παιδιά και να θέτει φραγμούς σε φιλοδοξίες και λαϊκές δι­εκδικήσεις επικίνδυνες για το σύστη­μα και να διαιωνίζει τους μύθους της αξιοκρατίας, της «ευφυΐας» κάποιων μαθητών, του «χαρίσματος» κάποιων άλλων. Ο μεγάλος όμως αριθμός των παιδιών από τα λαϊκά στρώματα εγκα­ταλείπει τη σχολική διαδικασία, όπως δείχνουν σχετικές μελέτες που υπάρ­χουν (με στοιχεία προ της κρίσης και της άσκησης των μνημονιακών πολιτι­κών) – κάποιες από αυτές χρηματοδο­τούμενες απʼ το υπουργείο Παιδείας.

Ως τέταρτος άξονας για την Παι­δεία τέθηκε η υλοποίηση των στόχων της στρατηγικής εφαρμογής «Ευρώπη 2020». Πρόκειται για μια στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης που βλέπει την εκπαίδευση κυρίως με επιχειρη­ματικούς όρους, άμεσα συνδεδεμένη με τους επιχειρηματικούς κύκλους.

Μια κυβέρνηση που δηλώνει ότι τα προτάγματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην εκπαίδευση αποτελούν και για την ίδια βασικούς στόχους και υπο­χρεώσεις, θα όφειλε πρωτίστως να τείνει να προσεγγίσει το ύψος των δημοσίων δαπανών για την Παιδεία, έστω αναλογικά, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, αυτού που σπαταλούν οι άλλες χώρες της Ε.Ε. Κάτι τέτοιο όμως ούτε το ακούσαμε απʼ την κυβέρνηση ούτε φαίνεται στον ορίζοντα. Μόνο με ση­μαντική χρηματοδότηση της Παιδείας και με ριζικές θεσμικές αλλαγές όπως το Ενιαίο Λύκειο Θεωρίας και Πράξης, η ελεύθερη πρόσβαση στα ΑΕΙ («Πο­ντίκι» 26.4.2012 και 21.6.2012 αντί­στοιχα) και άλλες για τις οποίες θα αναφερθούμε σε επόμενα κείμενά μας, μπορούν να υπάρξουν βήματα προς την επιθυμητή ισότητα ευκαιρι­ών στην εκπαίδευση. Γιατί με το σημε­ρινό 2,5% του ΑΕΠ που δίνει το κράτος για την Παιδεία (μακράν η τελευταία χώρα στην Ε.Ε.), όταν οι μέσες αντί­στοιχες δαπάνες των Ευρωπαίων είναι στο 5%, και με τις δομές του σημερι­νού σχολείου των ταξικών φραγμών και των μεγάλων ανισοτήτων, δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε κάτι τέτοιο.


http://topontiki.gr/article/38121