Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
11/11/2013

Αποσπάσματα συνέντευξης Δημήτρη Στρατούλη, βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ Βʼ Αθήνας και υπεύθυνου της ΕΕΚΕ Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ, στο ραδιόφωνο Alpha 98.9 (Γιάννα Παπαδάκου)

Τι εννοούσε ο κ. Τσίπρας, όταν έλεγε ότι την εντολή για την κατάργηση του μνημονίου την δίνει ο λαός;

Όταν λέμε ότι την εντολή για την ακύρωση των μνημονίων θα την δώσει ο λαός εννοούμε ότι ο λαός, με τους αγώνες και την ψήφο του στις εκλογές, θα ανατρέψει τη μνημονιακή κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, θα αναδείξει ως πρώτη δύναμη τον ΣΥΡΙΖΑ και ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει με άλλες δυνάμεις να συγκροτήσει μια αριστερή κυβέρνηση. Η πρώτη ενέργεια αυτής της αριστερής κυβέρνησης θα είναι να φέρει στη Βουλή και να ακυρώσει τα μνημόνια της καταστροφής. Όπως στη Βουλή ψηφίστηκαν τα μνημόνια από μια μνημονιακή πλειοψηφία, τώρα με μια άλλη πλειοψηφία, αριστερή και αντιμνημονιακή, θα ακυρωθούν. Με νόμο ψηφίστηκαν, με νόμο θα ακυρωθούν. Αυτό λέει το Σύνταγμα της χώρας. Αυτό λέει η δημοκρατία μας και η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.

Τι καινούργιο εκτιμάτε ότι έφερε αυτό το τριήμερο; Γιατί έπρεπε να γίνει αυτή η πρόταση δυσπιστίας;

Το ερώτημα είναι εύλογο. Τον σκοπό, που επεδίωκε η συγκεκριμένη πρόταση μομφής του ΣΥΡΙΖΑ, τον πέτυχε. Καταφέραμε να αλλάξει η πολιτική ατζέντα, η οποία αναφερόταν σε ζητήματα εντελώς άσχετα από τα πραγματικά προβλήματα του λαού και καταφέραμε να ξαναφέρουμε στο προσκήνιο και στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης τα λαϊκά, κοινωνικά προβλήματα, τις επιπτώσεις του μνημονίου και κυρίως τα νέα αντιλαϊκά μέτρα που σκοπεύει να πάρει η κυβέρνηση.

Μα όλοι λένε ότι δεν θα ληφθούν νέα μέτρα. Εσείς γιατί δεν το πιστεύετε;

Γιατί συμπεραίνουμε ότι αυτή η κυβέρνηση δεν διαπραγματεύεται, αλλά ψευτο-διαπραγματεύεται με την τρόικα. Και αυτό διότι έχει αναλάβει έγγραφες δεσμεύσεις, έχοντας υπογράψει τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις. Επίσης, επειδή δεν διαθέτει εναλλακτική, αντιμνημονιακή πολιτική, που θα την αντιπαραθέσει απέναντι σε αυτές τις βάρβαρες πολιτικές της τρόικας.

Επίσης, συμπεράσματα βγαίνουν και από τα όσα είπε ο πρωθυπουργός εχθές. Πέρα από το ότι η παρέμβασή του ήταν μια καφενειακού τύπου ομιλία, έχω τρεις βασικές παρατηρήσεις να κάνω. Η πρώτη είναι ότι δεν είπε τίποτα, μα τίποτα, για τη δυστυχία που βιώνει ο ελληνικός λαός, έστω και σαν έκφραση συμπόνιας ή έστω κάνοντας ένα σχόλιο για την ανθρωπιστική κρίση.

Δεύτερον, δεν απάντησε σε συγκεκριμένα ερωτήματα που του θέσαμε τόσο ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ όσο κι εμείς οι υπόλοιποι βουλευτές με τις ομιλίες μας, όπως για παράδειγμα τι θα κάνει η κυβέρνηση με τα τρία εκατομμύρια ανασφάλιστους. Τι θα κάνει η κυβέρνηση με το ενάμισυ εκατομμύριο ανέργων; Τι θα κάνει η κυβέρνηση με τα 3,4 εκατομμύρια φτωχών; Τι θα κάνει με τη διάλυση της υγείας και της παιδείας; Τι θα κάνει με τις πιέσεις της τρόικας για την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, για τη σταδιακή δήμευση των κατοικιών με τον ενιαίο φόρο ακινήτων ή για την άρση της απαγόρευσης των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας; Τι κάνει για τον λαό, προκειμένου οι πολίτες να μην χάσουν τα σπίτια τους από τις τράπεζες; Δεν είπε τίποτα για όλα αυτά. Είπε μόνο ότι δεν θα πάρει οριζόντια μέτρα. Τι σημαίνει όμως αυτό; Δηλαδή τα πλάγια και τα διαγώνια μέτρα ή οι νέες φορομπηχτικές πολιτικές δεν μειώνουν το λαϊκό εισόδημα; Και κυρίως γιατί δεν γίνεται τίποτα για τη φοροδιαφυγή, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση και η τρόικα επιτίθενται φορομπηχτικά στα εισοδήματα των πολιτών;

Και ένα τρίτο σημείο που παρατήρησα είναι ότι, παρά τις επίμονες παρεμβάσεις του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ και σχεδόν όλων των βουλευτών μας για το τι θα κάνει η κυβέρνηση με το δημόσιο χρέος –για το οποίο πλέον όχι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ειδικοί επιστήμονες και οργανισμοί υποστηρίζουν ότι δεν είναι βιώσιμο και ότι δεν μπορεί να αποπληρωθεί–, δεν είπε ούτε μια κουβέντα, παρότι πιέστηκε πάρα πολύ προς αυτήν την κατεύθυνση. Και αυτό είναι το βασικό πρόβλημα της χώρας σήμερα. Ότι δηλαδή έχουν γίνει τόσο μεγάλες θυσίες, αιματηρές θυσίες, του ελληνικού λαού, εξαιτίας του γεγονότος ότι έχουμε ένα μεγάλο δημόσιο χρέος. Όταν μπήκε η χώρα στο μνημόνιο και την τρόικα, το ελληνικό δημόσιο χρέος ήταν 129% του ΑΕΠ, ενώ τώρα έχει φθάσει στο 175% του ΑΕΠ. Αυτό είναι το βασικό ζήτημα. Η χώρα δεν θα μπορέσει να ανασάνει, εάν δεν υπάρξει διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του δημόσιου χρέους και εάν δεν υπάρξει κάποια περίοδος μη πληρωμής των εναπομεινάντων τόκων και χρεολυσίων, προκειμένου να διοχετευθούν οι πόροι αυτοί στην ανάπτυξη της χώρας.

Τι απαντάτε σε όσους λένε ότι ο κόσμος δεν ανταποκρίθηκε στο κάλεσμά σας;

Εμείς έχουμε πει ότι την κυβέρνηση αυτή θα την ρίξουμε και ότι τις μνημονιακές πολιτικές θα τις ανατρέψουμε και θα εφαρμόσουμε ένα αναπτυξιακό σχέδιο για τη χώρα προς όφελος του λαού και όχι για την εξυπηρέτηση των δανειστών της με δύο τρόπους: με συνδυασμό του αγώνα που κάνουμε τόσο μέσα στη Βουλή, με τη μεγάλη δύναμη που μας έδωσε ο λαός, τους 72 βουλευτές και το 27%, όσο και με τους αγώνες που γίνονται στους δρόμους. Υπό αυτήν την έννοια, η συγκέντρωση που καλέσαμε είχε έναν ιδιαίτερο πολιτικό συμβολισμό. Θέλαμε να συνδυάσουμε τον αγώνα και τη μάχη που δίναμε μέσα στη Βουλή με λαϊκή συγκέντρωση του λαού έξω από αυτήν.

Είστε ευχαριστημένοι από την προσέλευση που είχε η συγκέντρωσή σας;

Δεδομένων των συνθηκών, η συμμετοχή ήταν ικανοποιητική. Ωστόσο, και εμάς μας προβληματίζει –και πρέπει να μας προβληματίζει ακόμη περισσότερο– ο λόγος για τον οποίο δεν έχουμε τη συμμετοχή και τις λαϊκές κινητοποιήσεις που είχαμε το 2011 και το 2012. Είτε επειδή ο κόσμος είναι κουρασμένος από τις συνεχείς κινητοποιήσεις είτε επειδή ξέρει ότι θα αντιμετωπίσει αστυνομική καταστολή είτε επειδή επαναπαύεται στο ότι θα ανατρέψει αυτήν την κυβέρνηση με την ψήφο του. Σε κάθε περίπτωση όμως –για να είμαστε ειλικρινείς– λέμε στους πολίτες και τα λαϊκά στρώματα ότι δεν είναι σωστή η λογική της ανάθεσης, δηλαδή ότι επειδή ο λαός θα ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ, θα τους διώξει και τελείωσε η υπόθεση. Εάν δεν έχουμε λαϊκούς αγώνες, δεν είναι εύκολο να ανατραπεί αυτή η κυβέρνηση. Και εάν δεν έχουμε ισχυρό λαϊκό κίνημα, δεν είναι εύκολο να στηριχθεί μια κυβέρνηση της Αριστεράς.

Το βασικό σημείο της χθεσινής συζήτησης είναι κατά τη γνώμη μου το εξής: πώς μπήκαν σε αυτήν τη συζήτηση οι πολιτικές δυνάμεις και πώς βγήκαν από αυτήν. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπήκε με 72 βουλευτές και η πρόταση δυσπιστίας που κάναμε στην κυβέρνηση πήρε 124 θετικές ψήφους και 17 «παρών». Αντίθετα, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ μπήκαν με 155 ψήφους και βγήκαν με 153. Ο κ. Κακλαμάνης δικαιολόγησε την απουσία του, ενώ η κα Τζάκρη δεν υπάρχει πια στην κυβερνητική πλειοψηφία. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση εχθές μέτρησε, από 155, 153 βουλευτές. Ας μην ξεχνάμε ότι το όριο της δεδηλωμένης είναι οι 150 βουλευτές. Συνεπώς, δεν μπορεί ο κ. Σαμαράς να υποστηρίζει ότι η κυβέρνησή του είναι μακροχρόνιας θητείας και ότι θα πάμε σε εκλογές το 2016.

Εξάλλου, για να λέμε την αλήθεια, εφόσον η κυβέρνηση επιμένει να παίρνει νέα μέτρα εις βάρος του ελληνικού λαού, εμείς θα της κάνουμε τον βίο αβίωτο. Για κάθε νέο αντιλαϊκό μνημονιακό μέτρο που θα υποβάλλεται προς ψηφοφορία στη Βουλή εμείς θα ζητάμε ονομαστική ψηφοφορία. Και κάθε φορά που θα προτείνεται ονομαστική ψηφοφορία για ένα συγκεκριμένο μέτρο, η πρόταση αυτή θα μετατρέπεται ουσιαστικά, όχι τυπικά, σε πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ σε βάρος της κυβέρνησης.

Για να υποβάλλετε και πάλι πρόταση δυσπιστίας, πρέπει να περάσουν έξι μήνες, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής.

Ναι, όμως έχουμε τη δυνατότητα , καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέτει τον αντίστοιχο αριθμό βουλευτών, να ζητούμε σε συγκεκριμένα άρθρα, όπως αυτά που προτείνουν μέτρα για δήμευση περιουσιών, για άρση της απαγόρευσης πλειστηριασμών και για νέες μειώσεις στις συντάξεις, ονομαστικές ψηφοφορίες, οι οποίες εκ των πραγμάτων θα λειτουργούν ως προτάσεις μομφής προς την κυβέρνηση.

Και τότε για ποιον λόγο υποβάλλατε την πρόταση για τα υποβρύχια;

Με τα όσα είπε χθες ο κ. Βενιζέλος –και, κατά τη γνώμη μου, η χθεσινή του ομιλία ήταν η χειρότερη που έχει κάνει στη Βουλή επί της ουσίας– στην πραγματικότητα δήλωσε ότι έχει πολλά άγχη. Το πρώτο άγχος που έχει είναι αυτό της εξεταστικής επιτροπής και της αναζήτησης των ευθυνών του για τη συγκεκριμένη υπόθεση των υποβρυχίων.

Το δεύτερο άγχος του είναι να μην σταματήσουν ο Σαμαράς και η ΝΔ να τον στηρίζουν σε αυτήν την υπόθεση. Και χθες ο κ. Σαμαράς δεν είπε κουβέντα για την υπόθεση των υποβρυχίων.

Το τρίτο άγχος του κ. Βενιζέλου είναι μήπως κάποια στιγμή δεν τον αντέξει και το ίδιο το ΠΑΣΟΚ και τον διώξει. Συνεπώς, επρόκειτο για μια αγχώδη ομιλία και αυτό εξηγεί την προσωπική επίθεση που έκανε στον Αλέξη Τσίπρα καθώς και την πρόσκληση σε μονομαχία.

To Γραφείο Τύπου