Skip to main content.
Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας
11/11/2004

Μετεξεταστέα η Ελλάδα στο ξέπλυμα βρώμικου χρήματος

Απάντηση της Commission στον Δ.Παπαδημούλη

Σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΝ Δ. Παπαδημούλη σχετικά με την πορεία εναρμόνισης της ελληνικής νομοθεσίας με το θεσμικό πλαίσιο της Ευρ. Ένωσης για το «ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δήμευση και την κατάσχεση των οργάνων και των προϊόντων εγκλήματος», απάντησε ο αρμόδιος για τα θέματα επίτροπος της Ευρ. Ένωσης κ. Vitorino. Πιο συγκεκριμένα :

α) όσον αφορά την Οδηγία 2001/97/ΕΚ της 4ης Δεκεμβρίου 2001 «για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες», η Επιτροπή έχει απευθύνει στην Ελλάδα αιτιολογημένη γνώμη στις 5 Φεβρουαρίου 2004 και ως εκ τούτου οδηγείται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

β) όσον αφορά την απόφαση - πλαίσιο του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2001 που βασίζεται στις αρχές της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1990 «για το ξέπλυμα χρήματος, τον προσδιορισμό, τον εντοπισμό, τη δήμευση και κατάσχεση προϊόντων εγκλήματος» και η οποία έπρεπε να έχει υιοθετηθεί από τα κράτη μέλη μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2002, ο κ. Vitorino δηλώνει ότι «η Ελλάδα ενημέρωσε την Επιτροπή ότι μια ειδική νομοσχεδιαστική επιτροπή συντάσσει επί του παρόντος τις εθνικές διατάξεις μεταφοράς, χωρίς όμως να αποστείλει νομοθετικά κείμενα, γεγονός που καθιστά αδύνατη την πλήρη αξιολόγηση της συμμόρφωσης».

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος αναφερόμενος σε έκθεση της Επιτροπής της 5ης Απριλίου 2004 που κατέγραφε τις επιδόσεις των κρατών-μελών όσον αφορά τα μέτρα που λαμβάνονται για να συμμορφωθούν με την απόφαση-πλαίσιο της 26ης Ιουνίου 2001 και από την οποία προέκυπτε ότι η Ελλάδα έμενε «μετεξεταστέα», ο κ. Vitorino δήλωσε: «Η Επιτροπή ως εκ τούτου δεν μπορεί να αξιολογήσει το κατά πόσον η Ελλάδα συμμορφώθηκε με τα άρθρα 2 έως 4 της απόφασης-πλαισίου, δεδομένου ότι δεν κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις μεταφοράς. Όσον αφορά το άρθρο 1, ακόμη και αν τα κράτη μέλη δεν απέστειλαν το κείμενο πιθανών επιφυλάξεων, η Επιτροπή συγκέντρωσε αυτές τις πληροφορίες από την ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας του Συμβουλίου της Ευρώπης που παρακολουθεί τις συνθήκες. Όπως προέκυψε από αυτές τις πληροφορίες η Ελλάδα δεν φαίνεται να καλύπτει του απαιτούμενους όρους όσον αφορά την εφαρμογή του συγκεκριμένου άρθρου».

Υπενθυμίζεται ότι, όπως προέκυπτε από την ανωτέρω έκθεση της Επιτροπής για το άρθρο 1, του οποίου στόχος είναι «να περιορίσει τις επιφυλάξεις των κρατών-μελών όσον αφορά τη δήμευση των οργάνων και των προϊόντων του εγκλήματος, καθώς και τους κανόνες αξιοποίνου για τα αδικήματα σχετικά με το ξέπλυμα χρήματος», η Ελλάδα έχει διατυπώσει και διατηρεί επιφυλάξεις που «δεν συνάδουν με την απόφαση-πλαίσιο και συνεπώς πρέπει να αρθούν ή να επαναδιατυπωθούν».

Για το άρθρο 2 του οποίου στόχος είναι «τα εγκλήματα ξεπλύματος χρήματος να τιμωρούνται με ποινές στερητικές της ελευθερίας μεγίστης διάρκειας όχι μικρότερης από 4 έτη», για το άρθρο 3 που προβλέπει ότι «όταν τα προϊόντα εγκλήματος δεν είναι δυνατόν να κατασχεθούν, να δημεύονται περιουσιακά στοιχεία αντίστοιχα των εν λόγω προϊόντων» και για το άρθρο 4 που προβλέπει ότι τα κράτη-μέλη πρέπει «να υιοθετούν όσα μέτρα αποδεικνύονται αναγκαία ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται στις αλλοδαπές αιτήσεις δήμευσης χρηματικού ποσού που αντιστοιχεί στην αξία του προϊόντος εγκλήματος», η Έκθεση της Επιτροπής αναφέρει για την Ελλάδα ότι «δεν διαβίβασε στην Επιτροπή διατάξεις μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο».

To Γραφείο Τύπου