Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
20/02/2007

Απόσπασμα ομιλίας Ν.Α. Κωνσταντόπουλου κατά τη συζήτηση στη Βουλή επί των προτάσεων για αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγματος (άρθρα 24 έως και 79 και 117)

Κατά τη συζήτηση στη Βουλή επί των προτάσεων για αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγματος (άρθρα 24 έως και 79 και 117) ο εισηγητής του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, Νίκος Α. Κωνσταντόπουλος μεταξύ άλλων τόνισε:

«Η νέα αναθεώρηση του Συντάγματος, πριν ακόμα ολοκληρωθεί η κοινοβουλευτική προδικασία, έμπλεξε στην παραδοσιακή πρακτική του δικομματικού ανταγωνισμού, που κάνει τα πάντα, θεσμούς, κοινωνία, ιδέες και προβλήματα, αντικείμενο κομματικής και πολιτικής διαμάχης.

Η επόμενη Βουλή θα είναι αναθεωρητική, αλλά αναθεώρηση δεν θα προκύψει, αφού δεν θα προκύψει  η «πλειοψηφία» 180 βουλευτών που χρειάζεται. Εκτός αν η πρώιμη διχοστασία μεταξύ Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ μετατραπεί σε όψιμη ομοθυμία μεταξύ της τότε Κυβέρνησης κι αντιπολίτευσης, υπό την απειλή νέων εκλογών για νέα αναθεώρηση της ατελέσφορης αναθεώρησης. Η αναθεώρηση, στις διαμορφωμένες συνθήκες, μπορεί να λειτουργήσει ως «εμβρυουλκός» εκλογών, είτε σʼ αυτήν τη Βουλή είτε στην επόμενη.

Η νέα αναθεώρηση, όμως, βρίσκεται αντιμέτωπη και με ένα ακόμη αρνητικό δεδομένο της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας. Δεν ενδιέφερε την κοινωνία. Οι πολίτες είναι αλλού, δε συγκινούνται, δεν ενθουσιάζονται. Απεναντίας δυσπιστούν. Αμφισβητούν τους πάντες, διαμαρτύρονται για τα πάντα, αλλά κρατάνε το δικομματισμό ισχυρό. Η κατάσταση γίνεται περισσότερο ενοχλητική, εάν δούμε ότι ο δημόσιος βίος κατακλύζεται από όσα τα τηλεοπτικά κανάλια διοχετεύουν, κάνοντας τους πολίτες πελάτες της τηλεοπτικής δημοκρατίας και το δημόσιο χώρο της κοινωνίας, πεδίο τηλεοπτικής εμποροπανήγυρης.

Επιτρέψτε μου να το πω, με αφορμή τη δολοφονία ενός κρατικού λειτουργού, ενός πολίτη με δημόσια δράση. Ας υπάρξουν αντιδράσεις όταν η κοινωνία μας χειραγωγείται στο διαβρωτικό κουτσομπολιό και στην ανεκδοτολογική χυδαιολογία. Δεν αποτελεί θεσμική και πολιτική ηθικολογία η αξίωση να υπάρχει ο στοιχειώδης σεβασμός σε ζωντανούς και νεκρούς να μη γίνεται δημόσιος εθισμός ο τηλεοπτικός κανιβαλισμός και εκχυδαϊσμός των πάντων.

Το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας δεν είναι κακό. Είναι μάλλον από τα καλύτερα. Ο δημόσιος βίος της χώρας όμως, είναι νοσηρός. Ανάμεσα στις διακηρύξεις τους Συντάγματος, που αποτελούν το πλαίσιο δεοντολογίας, στη λειτουργία της Πολιτείας, και στην πολιτική πραγματικότητα, που διαμορφώνεται από την πρακτική των θεσμών και των φορέων τους, υπάρχει μεγάλη, έως προκλητική, κατά περιπτώσεις, απόσταση.

Στη διάρκεια της μεταπολίτευσης έγιναν σημαντικές αλλαγές, κατακτήθηκαν αρκετά πράγματα και πάνω απʼ όλα η πολιτική σταθερότητα με τη συνταγματική κατοχύρωση της πολυκομματικής δημοκρατίας.

Η μεταπολίτευση έχει τελειώσει προ πολλού. Αλλά δυστυχώς το πολιτικό και θεσμικό σύστημα κυριαρχείται από το παρελθόν του. Έχουμε,  προ πολλού, μπει στη μεταδημοκρατία της μεταπολίτευσης, με αρκετά έντονα κι αρνητικά δεδομένα.

-    υστερούμε σε θεσμική κουλτούρα και αξιόπιστη λειτουργία του πολιτικού και κυβερνητικού συστήματος

-    προτάσσουμε τον παραταξιακό ή κομματικό ανταγωνισμό σε βάρος του πολιτικού και κοινωνικού διαλόγου, που λειτουργεί τραυματικά και διχαστικά

Δεν έχουμε παρά να δούμε πώς διαρκώς κακοποιούμε την Παιδεία, αλλά διαρκώς δημαγωγούμε για τη μεταρρύθμισή της. Πώς λεηλατούμε και καταστρέφουμε το περιβάλλον, αλλά μονίμως εκθειάζουμε τον οικολογικό μας πλούτο, πώς κατακεραυνώνουμε τη διαφθορά και τα σκάνδαλα, αλλά σταθερά      περισφίγγει το δημόσιο βίο το σύμπλεγμα του Λαοκόοντα της διαπλοκής.

Αυτή η δημαγωγική διγλωσσία, θα  μπορούσε να είναι απλώς γραφική, αλλά δυστυχώς είναι επιζήμια, γιατί αλλοιώνει την ουσία της δημοκρατικής, προγραμματικής αντιπαράθεσης. Όπως, επίσης, οι πελατειακές σχέσεις, που μετατρέπουν τα συλλογικά αγαθά και τα αναφαίρετα δικαιώματα του πολίτη για δουλειά, μόρφωση, ισονομία και ισοπολιτεία, σε μέσο εκλογικής και πολιτικής συναλλαγής, που αναγορεύει τον παραγοντισμό σε προσόν και αρετή του δημοσίου βίου.

•    Το άρθρο 24 σε συνδυασμό με το άρθρο 117 του Συντάγματος είναι δείγμα αυτής της συμπεριφοράς των εκάστοτε κυβερνητικών πλειοψηφιών, που θέλουν να μεταχειρίζονται τα συλλογικά αγαθά δημόσιου ενδιαφέροντος, ως εάν επρόκειτο για περιουσιακά στοιχεία της ιδιοκτησίας τους.

Στα δάση και στο περιβάλλον εξασκήθηκε η αυθαιρεσία, η ασυδοσία, η νομιμοποίηση της παρανομίας, η κερδοσκοπία, η εμπορευματοποίηση, η πολιτική υποκρισία και η λειτουργία του κρατικού και κυβερνητικού συστήματος, κατά παρέκκλιση της κείμενης νομοθεσίας.  Άλλος ένας όρος αποκαλυπτικός της κουτοπόνηρης πρακτικής κράτους και κοινωνίας.

Πρώτα, αποχαρακτηρίζουμε τα δάση και τις δασικές εκτάσεις και μετά θα φτιάξουμε δασολόγιο και δασικούς χάρτες.

Πρώτα θα επεκτείνουμε την οικιστική δόμηση και θα εμπορευόμαστε τη γη και μετά θα κάνουμε Εθνικό Χωροταξικό Σχεδιασμό και Εθνικό Κτηματολόγιο.

Πρώτα θα χτίζουμε τις παραλίες και μετά θα ορίζουμε τι είναι αιγιαλός και παράκτια ζώνη.

Πρώτα θα μπαζώνουμε τα ρέματα, θα μολύνουμε τα ποτάμια, θα ρυπαίνουμε και θα εξαντλούμε τα νερά και μετά θα αναπέμψουμε φραστικά θυμιάματα στην αξιοβίωτη ανάπτυξη και την περιβαλλοντική αρμονία. Θα μιλάμε για την οικολογία, ως κοινωνικό καθήκον που υπερασπίζεται την ποιότητα ζωής και την πληρότητα του πολιτισμού, αλλά θα φτιάχνουμε ειδικό θεσμικό όργανο, όπως το Συνταγματικό Δικαστήριο, που θα περιορίζει την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης και της περιβαλλοντικής ευθύνης, και θα επιτρέπει «θεμιτές επεμβάσεις» και μεταβολές του προορισμού των δασών και δασικών εκτάσεων, για λόγους γενικώς και αορίστως, δημοσίου συμφέροντος.

Ο 80χρονος Αντρέ Γκόρζ, φιλόσοφος και στοχαστής οικολόγος, επιμένει να φωνάζει ότι «στη βάση κάθε κοινωνίας και οικονομίας, υπάρχει μία μη οικονομία, που αποτελείται από πλούτη τα οποία δεν είναι ανταλλάξιμα, από δώρα χωρίς ανταπόδοση, από ανιδιοτελείς προσφορές, από κοινά αγαθά».

Η πρόταση για την αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος, όλα αυτά τα κοινά αγαθά τα βγάζει στο σφυρί και στο παζάρι, εξακολουθεί να τα υποτάσσει στον οικονομισμός της αγοράς και στο στερεότυπο της επεκτατικής ποσοτικής και καταναλωτικής ανάπτυξης.  Ο δημόσιος χώρος του φυσικού περιβάλλοντος, δεν μπορεί να ρευστοποιείται ως ρουσφετολογικό διαθέσιμο.

Τα άρθρα 29, 54, 56, 57 και 62 παραπέμπουν σε κρίσιμα λειτουργικά προβλήματα του πολιτικού μας συστήματος, που κάθε τόσο τροφοδοτούν εντάσεις, σκάνδαλα ρητορείες και εξαγγελίες, ακριβώς γιατί παρά τα χρόνια τα πολλά και τα λόγια τα μεγάλα, που ξοδεύτηκαν, εξακολουθούν να παραμένουν σταθερά δείγματα της παθολογίας του πολιτικού συστήματος αλλά και των δομών άρθρωσης της κοινωνίας και της δημοκρατίας.

Τα οικονομικά των κομμάτων και το πόθεν έσχες των πολιτικών προσώπων, το πολιτικό χρήμα και η κομματική διαφήμιση, οι εκλογικές δαπάνες και η διαπλοκή, ο περιορισμός της αντιπροσώπευσης από την πριμοδοτούμενη απόλυτη πλειοψηφία μέσω του εκλογικού νόμου, η κακή διαχείριση της ασυλίας των κωλυμάτων και του ασυμβιβάστου, βολεύουν διαδικαστικά το κομματικό σύστημα, που ισορροπεί μεταξύ κοινωνικών πιέσεων και συγκυριακών βλέψεων. Σε καμιά, όμως, περίπτωση δεν οδηγούν σε αναζωογόνηση, εξυγίανση και ανανέωση πολιτικής, κοινωνίας και δημοσίου βίου.

Η ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου, με ειδική μικτή σύνθεση, για θέματα διαφάνειας, εκλογικής νομιμότητας κι ελέγχου της συνταγματικότητας οδηγεί σε παραπέρα στρέβλωση και πολιτική σύγχυση, μετατρέπει τομείς της πολιτικής λειτουργίας σε δικαστική αντιδικία, ενισχύει ακόμα περισσότερο την εκτελεστική εξουσία στην ηγεμονίας της έναντι της νομοθετικής λειτουργίας των ανεξαρτήτων αρχών ελέγχου αλλά και της πολιτικής λειτουργίας του κομματικού μας συστήματος.

    Η αποτυχία της προηγούμενης αναθεώρησης του ΠΑΣΟΚ το 2001, να ελέγξει τη νέα εξουσία της τηλεόρασης, διασταυρώθηκε με την αποτυχία της ΝΔ και των προτάσεών της για τη δημοκρατική ρύθμιση της δύναμης των ΜΜΕ κι από αυτή συσσώρευση των πολιτικών αποτυχιών, οδηγούμαστε στη διαρκή υποτίμηση της πολιτικής και στη διάχυτη αλλοίωση της διαμεσολάβησης, της νομιμοποίησης και της αντιπροσώπευσης.

Οι μηχανισμοί της διαπλοκής και της τηλεδημοκρατίας λειτουργούν ως μηχανισμοί εξουσίας, που θέλουν να χειραγωγούν κοινωνία και κόμματα, να υποκαθιστούν θεσμούς και να διαμορφώνουν επιθυμητές εξελίξεις, για τους αρεστούς και διαθέσιμους. Το σκηνικό που φτιάχνουν οι διαπλεκόμενοι μηχανισμοί είναι απολιτικό κι αντιπολιτικό, όπου η αγορά του δήμου γίνεται παζάρι συναλλαγών ισχύος κι εκδουλεύσεων.

    Χαρακτηριστικό παράδειγμα το γεγονός ότι διασύρονται τα κόμματα και οι πολιτικοί, για το πόθεν έσχες και τα οικονομικά τους, από τηλεοπτικούς  ιεροκήρυκες, αλλά το πολιτικό σύστημα δεν τολμά να ελέγξει πως και πότε, μια δράκα τηλεαστέρων, που αυτοπροβάλλονται και περιφέρονται ως αναντικατάστατο είδος ελλήνων, απέκτησαν, έναν αγροίκο νεοπλουτι8σμό και χρησιμοποιούν μιαν φαραωνική αλαζονεία και θρασύτητα διεκδικώντας να είναι υπεράνω θεσμών κι ανθρώπων.

Δεν χρειάζεται το Συνταγματικό Δικαστήριο, όπως δεν χρειάζονται περισσότεροι βουλευτές επικρατείας, όπως δεν συμβάλλει σε κανένα εκσυγχρονισμό το απόλυτο επαγγελματικό ασυμβίβαστο.

Κατακτήσαμε την παγκόσμια δημοκρατική παραδοξολογία να επιβάλουμε με Συνταγματική ρήτρα την εργασία, ως κώλυμα εκλογιμότητας, προς ικανοποίηση της διαπλοκής που προτιμά ανεπάγγελτους, εξαρτημένους και προσαρτημένους στη στελέχωση των επιρροών της.

Επίσης δημοκρατική παραδοξολογία αποτελεί το ότι μέσω του Συντάγματος, επιχειρούμε σταδιακή αύξηση των βουλευτών Επικρατείας, χάριν της αξιοποίησης καταξιωμένων πολιτών, ως εάν οι υπόλοιποι να αποτελούν πληβείους, ενώ τα θέματα αυτά παραπέμπουν στην ώριμη ανάγκη αλλαγής του εκλογικού συστήματος και ενδυνάμωσης των αρχών των κριτηρίων της γνήσιας αντιπροσώπευσης και της απλής αναλογικής κατανομής.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Μια τελευταία παρατήρηση για το άρθρ. 28. Η Ελλάδα αλλάζει , όπως και ο κόσμος, όπως και η Ευρώπη. Το εθνικό κράτος στο οποίο ολοκληρώθηκε η κυριαρχία , η ταυτότητα, η θεσμική συγκρότηση και η δημοκρατική πολιτεία ενός λαού, προσχωρεί σε υπερεθνικές ενώσεις. Τα μετακρατικά αυτά μορφώματα ασκούν εξουσία και διαμορφώνουν οδηγίες, που υπερβαίνουν την εσωτερική έννομη ρύθμιση και τους κοινοβουλευτικούς ελέγχους κάθε κράτους μέλους. Περιορίζονται κυριαρχικά δικαιώματα αλλά και οι όροι δημοκρατικής αυτονομίας και κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης της λαϊκής κυριαρχίας αλλοιώνονται.

Ένα σύγχρονο Σύνταγμα για την Ελλάδα του 21ου αιώνα, οργανικού μέλους της Ευρωπαϊκής, υπερεθνικής και μετακρατικής συλλογικότητας, θα επιχειρούσε συστηματικές προσεγγίσεις για τη ρύθμιση αυτών των δημοκρατικών αντινομιών που οδηγούν στη λεγόμενη μεταδημοκρατία, αλλοιώνοντας τους δημοκρατικούς θεσμούς, εγγυήσεις κοινωνικού κράτους και διεθνούς δικαίου, αλλά και μεγαλώνοντας την απόσταση κοινωνιών και κυβερνήσεων.