Skip to main content.
01/06/2006

Ο νέος Κώδικας δεν αποτελεί ριζική τομή για την Αυτοδιοίκηση, του Χρήστου Παλαιολόγου

Με την κατάθεση στη Βουλή του νέου Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (Δ.Κ.Κ.) ολοκληρώνεται μια διαδικασία τριών χρόνων των δύο Ειδικών Επιτροπών - της προηγούμενης και της σημερινής Κυβέρνησης.

Το τελικό κείμενο αποτυπώνει, στις τελικές του διατάξεις, την κοινή αντίληψη και φιλοσοφία αλλά και τις πολιτικές των δύο κυβερνήσεων, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, που έχουν τη βάση τους σε ένα συγκεντρωτικό κράτος.

Εξαρχής πρέπει να τονισθεί ότι ο νέος Δ.Κ.Κ. δεν αποτελεί ριζική τομή στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ΟΤΑ και δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της Αριστεράς.

Πολύ περισσότερο όταν δεν συνιστά ριζική αναμόρφωση της ύλης και των ρυθμιστικών κανόνων, που διέπουν σήμερα τη λειτουργία των δήμων και κοινοτήτων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της σημερινής ελληνικής και ευρωπαϊκής πραγματικότητας και σύμφωνα με τη σύγχρονη νομική επιστήμη.

Ο νέος Κώδικας ακολουθεί εν πολλοίς τη φιλοσοφία και την ύλη των προηγούμενων Κωδίκων, οι οποίοι έχουν ως βάση αναφοράς τον Κώδικα της δεκαετίας του �50 (Ν.Δ. 2888/1954) και τις τότε μεθοδολογικές αντιλήψεις και νομοτεχνικές εφαρμογές, έχοντας όμως ενσωματώσει τις αλλαγές και βελτιώσεις που έγιναν όλα αυτά τα χρόνια.

Ο νέος Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας, είναι συντηρητικός ακόμη και με βάση δύο νομικά κείμενα, το άρθρο 102 του Συντάγματος και τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ε.Χ.Τ.Α.), δεν εξαντλεί τα άτολμα θετικά βήματα που έγιναν με την αναθεώρηση του Συντάγματος προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της Τοπικής Αυτονομίας, της Διοικητικής και Οικονομικής Αυτοτέλειας και της Δημοκρατικής Αρχής της Επικουρικότητας και της Εγγύτητας:

    * Στο εκλογικό σύστημα για την ανάδειξη του Δημάρχου και του Δημοτικού Συμβούλου, όχι μόνον δεν καθιερώνεται η απλή αναλογική για την εκλογή του Δημοτικού Συμβουλίου - γεγονός που θα ενίσχυε τον πολιτικό και θεσμικό του ρόλο σε αντίθεση με το Δημαρχοκεντρικό Σύστημα - αλλά θεσπίζεται το 42% για την ανάδειξη επιτυχόντος συνδυασμού από την πρώτη Κυριακή, καθώς και ότι ο πλειοψηφών συνδυασμός εκλέγει τα 3/5 των Δημοτικών Συμβουλίων.

    * Με συνδυασμό αυτών των δύο ρυθμίσεων, μια δημοτική πλειοψηφία οπλίζεται με σημαντική εξουσία, παρότι στηρίζεται σε μια σαφώς στενότερη εκλογική νομιμοποίηση, η οποία μάλιστα είναι πιθανόν να οδηγήσει σε πολώσεις και στην επικράτηση μονοκομματικών υποψηφιοτήτων, σε αντίθεση με μια μακρά παράδοση διακομματικών συνεργασιών και ευρύτερης συναίνεσης στις τοπικές κοινωνίες.

    * Θεσμοθετείται- ως παρενέργεια του 42% - η φανερή ψηφοφορία για την ανάδειξη των συλλογικών οργάνων του Δημοτικού Συμβουλίου - Προεδρείο, Δημαρχιακή Επιτροπή - καταργώντας την αρχή της μυστικής ψηφοφορίας.

    * Δεν κυρώνεται μετά από 17 χρόνια στο σύνολό του ο Ε.Χ.Τ.Α. (η ελληνική Πολιτεία έχει κρατήσει επιφυλάξεις σε τέσσερα άρθρα), παρά τις θεσμικές αλλαγές σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως είναι ο «Καποδίστριας» (1997), η αναθεώρηση του Συντάγματος (2001), ακόμη και το Σχέδιο Συνταγματικής Συνθήκης της Ε.Ε. (2005).

    * Ο νέος Δ.Κ.Κ. δεν συνιστά ένα πλαίσιο αρχών «Συνταγματικού χαρακτήρα» για την Αυτοδιοίκηση, ανοικτός στις τοπικές, γεωγραφικές, πληθυσμιακές, κοινωνικές και οικονομικές ιδιαιτερότητες της Αυτοδιοίκησης, αντίθετα αντιμετωπίζει ισοπεδωτικά όλους τους Δήμους με τον ίδιο τρόπο.

    * Δεν κατοχυρώνει τις αρχές της επικουρικότητας και της εγγύτητας που θα είχε ως αποτέλεσμα όλες οι Δημόσιες υποθέσεις τοπικού χαρακτήρα ασκούνται από την Τ.Α.

    * Δεν αντιμετωπίζει τολμηρά το θέμα των εθελοντικών συνενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων, μέσα από ένα κύκλο συνενώσεων με ισχυρή Δημοτική Αποκέντρωση, με ισχυρά κίνητρα από τον κρατικό προϋπολογισμό και με εθνικές πολιτικές και με στόχο λιγότεροι ισχυροί και βιώσιμοι Δήμοι.

    * Δεν αντιμετωπίζει την Μητροπολιτική οργάνωση των μεγάλων αστικών κέντρων Αττικής και Θεσσαλονίκης, σύμφωνα και με τις προτάσεις που με πολύ μεγάλη πλειοψηφία επικυρώθηκαν στο τελευταίο συνέδριο της ΚΕΔΚΕ στη Ρόδο.

    * Δεν διαφοροποιείται - ανάλογα με το μέγεθός τους και άλλα βασικά χαρακτηριστικά τους - η νομοθετική μεταχείριση των Ο.Τ.Α. Διαφοροποίηση που θα είχε ως συνέπεια ζητήματα οργανωτικής συγκρότησης, διοικητικών λειτουργιών, ελεγκτικών μηχανισμών, καθεστώτος προσλήψεων, προμηθειών, έργων κλπ., να ακολουθούν κανονιστικά σχήματα «μεταβλητής γεωμετρίας».

    * Δεν έγινε αποδεκτή η πρόταση για θεσμοθέτηση Τοπικών Συμβουλίων Οικονομικών Μεταναστών, ως όργανο διαβούλευσης με τα όργανα του Δήμου, έως ότου θεσμοθετηθεί και στην Ελλάδα η συμμετοχή των μεταναστών στις τοπικές εκλογές.

    * Δεν έγιναν αποδεκτές προτάσεις για λιτούς και αποτελεσματικούς θεσμούς ελέγχου, που προωθούν τη διαφάνεια και διαφυλάσσουν την ουσιαστική νομιμότητα υπό καθεστώς ασφάλειας δικαίου. Έτσι παραμένουν στον Κώδικα πολλαπλοί, πληθωρικοί, ασφυκτικοί και γραφειοκρατικοί έλεγχοι, χωρίς να διασφαλίζουν τη διαφάνεια.

    * Δεν κατοχυρώνεται η καταστατική θέση των αιρετών, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα και με όσα προβλέπει ο Ε.Χ.Τ.Α., όχι μόνον ως προς τις αποζημιώσεις και την ασφάλιση, αλλά, και ως προς τα πολιτικά δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των αιρετών της Αυτοδιοίκησης. Αντιθέτως πολλαπλασιάζονται διατάξεις για πειθαρχικές, αστικές και ποινικές ευθύνες των οργάνων των ΟΤΑ που καθιστούν ασφυκτικό το πλαίσιο λειτουργίας των αιρετών σε τέτοιο σημείο που να αντιστρατεύονται οι διατάξεις την κατοχυρωμένη Συνταγματικά αρχή της διοικητικής αυτοτέλειας των ΟΤΑ.

    * Δεν κατοχυρώνεται στον Κώδικα η αρχή, που ήδη κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα (άρθρο 102 § 5) και στον Ε.Χ.Τ.Α. άρθρο 9, η οποία αφορά την αντιστοίχηση πόρων και αρμοδιοτήτων γενικά, καθώς και ειδικότερα τη δυναμική κάλυψη των δαπανών που προκαλούνται στους Ο.Τ.Α. από την μεταφορά αρμοδιοτήτων και, ιδίως, βέβαια όταν οι αρμοδιότητες που αναλαμβάνουν οι Ο.Τ.Α. αφορούν κρατικές υποθέσεις.

    * Σε ότι αφορά τη μεταφορά κρατικών αρμοδιοτήτων προς τους Ο.Τ.Α., πρέπει να συνδυάζεται με κοστολόγηση και δυναμικού χαρακτήρα κάλυψη των συνεπαγομένων δαπανών.

    * Δεν κατοχυρώνει τον αναπτυξιακό ρόλο των Ο.Τ.Α., τις διαδικασίες του αναγκαίου δημοκρατικού προγραμματισμού και τον κομβικό ρόλο τους ως κοινωνικών εταίρων, με βάση και την αρχή της εταιρικότητας. Αντίθετα διατηρεί τον Διορισμένο Κρατικό Περιφερειάρχη, ως κεντρικό Διαχειριστή όλων των Αναπτυξιακών Εθνικών και Ευρωπαϊκών Πόρων.

    * Στις Δημοτικές Επιχειρήσεις η αναγκαιότητα εκσυγχρονισμού, εξορθολογισμού, νοικοκυρέματος και κατοχύρωσης του ελέγχου και της διαφάνειας που αποτυπώνεται στον Κώδικα, οδήγησε σε ένα περιοριστικό πλαίσιο εις βάρος της λειτουργικής και οικονομικής αποτελεσματικότητας σε ένα χρήσιμο και απαραίτητο θεσμό, τόσο για την Τ.Α. αλλά και για τον τομέα της κοινωνικής οικονομίας.

    * Είναι άτολμο στην ενίσχυση της τοπικής δημοκρατίας και της Δημοτικής Αποκέντρωσης ως προς τις αρμοδιότητες των Τοπικών Συμβουλίων και των Συμβουλίων των Δημοτικών Διαμερισμάτων.

    * Περιορίζει την ποσόστωση για τη συμμετοχή των γυναικών στα ψηφοδέλτια, για την ανάδειξη Δημοτικών Συμβουλίων.

    * Τέλος, η ενσωμάτωση στον Κώδικα των διατάξεων για τις Σ.Δ.Ι.Τ., όπως ψηφίστηκε χωρίς τις αναγκαίες προσαρμογές στις ιδιαιτερότητες της Τ.Α. για τις σχέσεις δημόσιου - ιδιωτικού, την οριοθέτηση κάτω ορίου, την ενίσχυση θεσμών διαφάνειας αλλά και τη μη παραβίαση της διοικητικής αυτοτέλειας της Τ.Α. από την Γραμματεία των Σ.Δ.Ι.Τ., συνιστά αρνητική εξέλιξη.

Από τα παραπάνω είναι σαφές ότι απομένει ακόμη μακρύς δρόμος μέχρι την ουσιαστική αναβάθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στη χώρα μας.

Η πρόσφατη πρόταση της ΚΕΔΚΕ για την Συνταγματική Αναθεώρηση, με συγκεκριμένη αναδιατύπωση των άρθρων 101 και 102 του Συντάγματος θέλει να καταστήσει σαφές ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν είναι ο «φτωχός συγγενής» του κράτους, που ασχολείται με ήσσονος σημασίας υποθέσεις, αλλά μια ιδιαίτερα σημαντική θεσμική συνιστώσα του με ξεχωριστή φυσιογνωμία και με πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα ως προς τη διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων, παρά τα όποια προβλήματα παρουσιάζονται κατά καιρούς και στην Αυτοδιοίκηση, απόρροια του συγκεντρωτικού, πελατειακού, μονοκομματικού συστήματος διαχείρισης της πολιτικής μας ζωής.

Ειδικότερα οι προτάσεις για:

    * Τη Συνταγματική αναγνώριση του διττού χαρακτήρα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, προέχοντος μεν ως θεμελιώδους δικαιώματος έκφρασης της «τοπικής δημοκρατίας» και της «τοπικής αυτονομίας», όπως αυτή ορίζεται στην ΕΧΤΑ, παράλληλα όμως και ως ιδιότυπου διοικητικού θεσμού, που συνδέεται με την κεντρική και αποκεντρωμένη διοίκηση.

    * Την ανάδειξη του πρώτου και δεύτερου βαθμού, με την ενίσχυση των δήμων και την καθιέρωση αυτοδιοικητικών περιφερειών αντίστοιχα, καθώς και την οργάνωση μητροπολιτικών αυτοδιοικητικών θεσμών στα μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα και αντίστοιχων θεσμών για τα νησιωτικά συμπλέγματα με συγκεκριμένο και δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα στον κοινό νομοθέτη.

    * Την κατοχύρωση της Οικονομικής Αυτοτέλειας και Αυτοδυναμίας τόσο με μια γενναία φορολογική αποκέντρωση χωρίς πρόσθετους φόρους στους πολίτες, όσο και με σύστημα επιχορηγήσεων προς τους αδύναμους ΟΤΑ, με βασικά κριτήρια αυτά της χωρικής και κοινωνικής συνοχής. Όπως, επίσης, με μια επιτακτικότερη Συνταγματική δέσμευση ως προς την ανάθεση πρόσθετων αρμοδιοτήτων στους ΟΤΑ, ότι δηλαδή αυτή να μην είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί χωρίς την ταυτόχρονη πρόβλεψη στις σχετικές διατάξεις, των αναγκαίων πόρων.

    * Την πρόβλεψη για υποχρεωτική διαδικασία διαβούλευσης με τους θεσμικούς εκπροσώπους της Αυτοδιοίκησης για κάθε νομοσχέδιο ή πρόταση νόμου που αφορά θέματα Αυτοδιοίκησης.

    * Την πρόβλεψη Συνταγματικής εξουσιοδότησης που θα επιτρέπει στον κοινό νομοθέτη να απονείμει και στους αλλοδαπούς τα πολιτικά δικαιώματα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι για την ανάδειξη αυτοδιοικητικών αρχών, με κριτήριο βέβαια τη διαμονή στη χώρα μας.

Αν και εφόσον γίνουν αποδεκτές οι προτάσεις αυτές αποτελεί ριζική τομή στο πολιτικό και διοικητικό σύστημα της χώρας μας, αναβαθμίζεται πλήρως ο θεσμός της Αυτοδιοίκησης και δημιουργείται ένα νέο εντελώς τοπίο. Τότε πρέπει εξ αρχής να συζητήσουμε για ένα νέο Δημοτικό και Κοινοτικό Κώδικα που θα αποτελεί ριζική τομή σε σχέση με τον σημερινό.