Skip to main content.
Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας
05/11/2005

Ομιλία του Προέδρου του Συνασπισμού Αλ.Αλαβάνου στη Συνεδρίαση της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής

Σύνοδος ΚΠΕ 5-6 Νοεμβρίου 2005

Σύντροφοι και συντρόφισσες,

Φαίνεται ότι έχουμε αποκτήσει μια καλή συνήθεια, μετά το Πρώτο Συνέδριο του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, να είμαστε πολλοί στις συνεδριάσεις των Οργάνων του ΣΥΝ. Είναι πολύ θετικό. Μας προσέχουν πολύ, επίσης, τα ΜΜΕ. Και αυτό είναι πολύ θετικό και θα πρέπει να το αξιοποιήσουμε. Να δείξουμε, δηλαδή, ότι είμαστε ένα κόμμα που ξέρει να λειτουργεί δημοκρατικά, δεν φοβάται κανέναν και δεν κλείνει αεροστεγώς τις πόρτες.

Θα κάνω το άνοιγμα των σημερινών εργασιών, επισημαίνοντας τρία γενικά σημεία και κάνοντας μια τοποθέτηση πάνω στο επίμαχο ζήτημα, που σε μεγάλο βαθμό θα απασχολήσει τη Συνεδρίασή μας, την προετοιμασία μας, δηλαδή, για τις δημοτικές εκλογές στην Αθήνα. Η εισήγηση της Γραμματείας θα γίνει από τον Βαγγέλη Αποστόλου.

Πρώτο: Τακτικό Συνέδριο κόμματος «Ευρωπαϊκή Αριστερά»

Αυτό που θέλω καταρχήν να αναφέρω είναι ότι η Συνεδρίαση γίνεται σε συνθήκες γενικής όξυνσης και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.

Το πρώτο θέμα, το οποίο είναι πολύ σημαντικό και που νομίζαμε ότι είναι απλώς δικό μας θέμα, του ΣΥΝ δηλαδή, και νομίζαμε, επίσης, ότι είναι ένα θέμα της Αριστεράς μόνο, αποδείχτηκε θέμα γενικού πολιτικού ενδιαφέροντος και σε όλη την Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη.

Αναφέρομαι στο 1ο Τακτικό Συνέδριο του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, που έγινε στην Αθήνα. Οφείλουμε όλοι μας, ιδιαίτερα να ευχαριστήσουμε τους συντρόφους εκείνους που με τρόπο προδρομικό, πριν από το δικό μας Συνέδριο, είχαν βάλει τις βάσεις και είχαν πρωτοστατήσει για να ιδρυθεί το κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, όταν πολλοί από εμάς δεν μπορούσαμε να συνειδητοποιήσουμε την βαρύτητα και τη σημασία του εγχειρήματος.

Να ευχαριστήσουμε, επίσης, τους συντρόφους εκείνους οι οποίοι ανέλαβαν την οργάνωση -η οποία ήταν σχεδόν άψογη- όχι μόνο με την τεχνική έννοια αλλά και με την πολιτική έννοια, γιατί ως μια από τις δυνάμεις που πρωτοστάτησαν στη δημιουργία της «Ευρωπαϊκής Αριστεράς» και που στο χώρο της διεξήχθη το Συνέδριο, είχαμε ιδιαίτερες ευθύνες σχετικά με την προσπάθεια να φέρουμε συμφωνίες και συναινέσεις σε μια πλατφόρμα, σε ένα πρόγραμμα δράσης, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για όλη την ευρωπαϊκή αριστερά.

Ειδικά να μνημονεύσω τους συντρόφους, που ήταν και επανεκλέχθηκαν στην Εκτελεστική Επιτροπή της «Ευρωπαϊκής Αριστεράς», η συντρόφισσα Ν. Θεοδωρακοπούλου και ο σύντροφος Στ. Παππάς, για όλη τη δουλειά που κάνανε, καθώς επίσης και όλους τους συντρόφους της Γραμματείας, της ΚΠΕ, και να αναφέρω ιδιαίτερα την εντυπωσιακή συμμετοχή μελών του κόμματος και της Νεολαίας στην προώθηση των διαδικασιών του Συνεδρίου.

Είναι ένα μεγάλο ενωτικό βήμα. Νομίζω πώς ήδη πολλοί αντιλαμβάνονται ότι στην Ελλάδα δεν έχουν πια να κάνουν απλώς με τον Συνασπισμό της Αριστεράς, των Κινημάτων και της Οικολογίας, αλλά έχουν να κάνουν με το «Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς». Ο λόγος μας μπορεί να έχει μεγαλύτερο βάρος, η ικανότητά μας να αναδεικνύουμε τα ευρωπαϊκά προβλήματα μεγαλύτερη απήχηση, όπως επίσης και ο συντονισμός μας σε μια σειρά ζητήματα που μπαίνουν, από τη διαφθορά μέχρι τη γρίπη των πουλερικών, και οι κοινές προσπάθειες τις οποίες μπορούμε να κάνουμε στα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. , αλλά κυρίως στα κινήματα και στις κοινωνίες.

Είμαστε στην αρχή, είναι όμως μια καλή αρχή. Η συνέχεια, δεν λέω ότι είναι εύκολη, είναι όμως ελπιδοφόρα. Το αίτημά μας, «μαζί, ενωμένοι μπορούμε να αλλάξουμε την Ευρώπη», είναι κάτι το οποίο επιβεβαιώνεται και από αποτελέσματα που είχαμε από την Γαλλία με το δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα, από την Γερμανία με το αριστερό κόμμα. Και μπορούν να επιβεβαιώνονται καθημερινά και όλο περισσότερο, και να είμαστε ένα κομμάτι πάλι, ενός μεγάλου ρεύματος αλληλεγγύης και συντονισμού στο χώρο της Αριστεράς, το οποίο έχει τη δυνατότητα να λειτουργεί ενωτικά και μέσα στον ελληνικό χώρο.

Δεύτερο: Για τα γεγονότα στο Παρίσι

Το δεύτερο σημείο στο οποίο θέλω να αναφερθώ και το οποίο είναι δικό μας πρόβλημα, ως κόμμα πια της «Ευρωπαϊκής Αριστεράς», είναι οι συγκρούσεις στη Γαλλία. Έχουμε πια το Νοέμβρη του 2005, που είναι ένα είδος μελαψού Μάη του 1968. Έχουμε δηλαδή μια γενική αντίδραση, μια νεολαία των μεταναστών που ζει συνθήκες περιθωριοποίησης, γκέτο, εγκατάλειψης και κατάρρευσης του κοινωνικού κράτους, που δείχνει ότι ο τρίτος κόσμος δεν υπάρχει μόνο έξω από τα σύνορα της Ευρώπης.

Ο τρίτος κόσμος είναι μέσα στη ίδια την Ευρώπη. Βλέπουμε πια τις τάσεις «φαβελοποίησης» που υπάρχουν μέσα στα μεγάλα αστικά κέντρα της Ευρώπης. Όπως στην Λατινική Αμερική έχουμε αυτή την ακραία πόλωση που κάνει το Ρίο ντε Τζανέιρο να είναι δύο πόλεις εντελώς ξεχωριστές, βλέπουμε, όχι αυτή την ίδια κατάσταση ακριβώς, αλλά τους ανθρώπους που εξεγείρονται στα προάστια του Παρισιού, του Στρασβούργου και άλλων ευρωπαϊκών πόλεων, να είναι έξω από το φως του ήλιου, να μην έχουν δυνατότητες, να ζουν σε συνοικίες που κυριαρχούν πια οι βαρόνοι της ηρωίνης και της κοκαΐνης, να σωρεύουν μέσα τους θυμό και αγανάκτηση που οδηγεί σε αυτή την εξέλιξη την οποία βιώνουμε και τώρα.

Η φτώχεια, τα γκέτο, η περιθωριοποίηση, ο ρατσισμός, η ξενοφοβία αποτελούν και αυτά εκδήλωση ενός μεγάλου αδιεξόδου που προκαλούν οι πολιτικές της κυριαρχίας μιας ανεξέλεγκτης αγοράς και η κατάρρευση του κοινωνικού κράτους. Εμείς θα πρέπει να συμμετέχουμε σε ένα μέτωπο για τη στήριξη, διεύρυνση και ανανέωση, με βάση τις συνθήκες που ζούμε - τεχνολογικές και άλλες- του κοινωνικού κράτους σε όλη την Ευρώπη.

Βλέπουμε ότι, ενώ υπάρχουν αυτά τα μηνύματα, ενώ δόθηκε το μήνυμα του δημοψηφίσματος της Γαλλίας, ενώ δίνεται σήμερα το μήνυμα από αυτές τις μεγάλες ομάδες ανθρώπων και από τα παιδιά τους, που ζούνε χρόνια στην Ευρώπη, το κατεστημένο επιμένει στην ίδια πολιτική πίεσης και αφαίρεσης δικαιωμάτων και αγωνιστικής ικανότητας από τις πιεσμένες δυνάμεις της κοινωνίας. Αυτή η πολιτική εκφράζεται και από τα μέτρα που θέλει να προχωρήσει το νέο κυβερνητικό σχήμα στη Γερμανία, της συνεργασίας Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών, με αύξηση 2 έως και 4 μονάδες του ΦΠΑ, και το οποίο ήδη εντάσσεται μέσα στο πλαίσιο συμφωνίας των δύο δυνάμεων.

Τη στιγμή που έχουμε αυτή τη σύγκλιση των κατεστημένων δυνάμεων στις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού, ο ρόλος της αριστεράς αναδεικνύεται κρίσιμος σε όλη την Ευρώπη και την Ελλάδα.

Τρίτο: Κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας

Το τρίτο θέμα το οποίο θέλω να θίξω είναι ότι στην Ελλάδα ζούμε μια πολιτική στρατηγικής αφαίρεσης κεκτημένων δικαιωμάτων. Τα θέματα που έχουν σχέση με τις Δημόσιες Επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας, δείχνουν ότι η τάση και η κατεύθυνση της κυβέρνησης για ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, για άνοιγμα όλου σχεδόν του δημόσιου χώρου στην ιδιωτική πρωτοβουλία, δηλαδή στο μεγάλο οικονομικό κατεστημένο και τους μεγάλους επιχειρηματίες, έχει φτάσει σε κρίσιμο σημείο.

Πρέπει να πρωτοστατήσουμε σε ένα μέτωπο για την υπεράσπιση του δημόσιου χώρου, με την οικονομική, κοινωνική και οικολογική έννοια, που θα είναι μια συμμαχία όλων των δυνάμεων, πολιτικών, κοινωνικών, συνδικαλιστικών, διανοουμένων, το οποίο μπορεί να διεισδύσει στο χώρο των άλλων, ακόμα και των μεγαλύτερων κομμάτων, αλλά κυρίως να συσπειρώσει τις δυνάμεις της αριστεράς. Έχει ιδιαίτερο νόημα να αντιταχθούμε σε αυτή την ποιοτική και σε βάθος διαρθρωτική αλλαγή προς το χειρότερο, που γίνεται στη χώρα μας.

Μαζί με αυτά, έχουμε και τον προϋπολογισμό του 2006, ο οποίος οδηγεί σε μια φοροεπιδρομή ενάντια στα λαϊκά στρώματα, σε μια επιδείνωση της κατάστασης μέσα σε μια χώρα όπου έχουμε σχεδόν το ένα τέταρτο του πληθυσμού κάτω από την πίεση της ακρίβειας και της ανεργίας, κάτω από το όριο της φτώχειας.

Έχει ένα πεδίο σημαντικής δράσης ο Συνασπισμός και θα έλεγα ότι το Συνέδριο του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς έδειξε τις μεγάλες δυνατότητές μας. Μεγαλύτερες από όσες, ίσως και οι ίδιοι μπορούσαμε να συνειδητοποιήσουμε. Δυνατότητες που συνήχησαν άμεσα με τις αγωνίες, τις προσδοκίες, τους προβληματισμούς της ελληνικής κοινωνίας, η οποία αισθάνεται μια τρομερή κόπωση και απογοήτευση με έναν δικομματισμό ο οποίος αναπτύσσεται πάνω στα ζητήματα της διαφθοράς και της διαπλοκής και η οποία ζητά μια εναλλακτική λύση, στην οποία εμείς μπορούμε να παίξουμε ιδιαίτερο ρόλο.

Τέταρτο: Τα ζητήματα των εκλογών για την Αυτοδιοίκηση

Τελευταίο σημείο αυτού του ανοίγματος θα είναι να κάνω κάποιες σύντομες αναφορές σχετικά με τα κεντρικά ζητήματα που θα απασχολήσουν τη συνεδρίασή μας.

Καταρχήν, επαναλαμβάνω, δεν φοβόμαστε. Λειτουργούμε με ανοιχτές διαδικασίες, σε ένα κόμμα που είναι πλουραλιστικό, που δεν έχουμε όλοι ακριβώς τις ίδιες απόψεις και που δεν είμαστε πλαστικά στρατιωτάκια στις εντολές που δίνονται από μια ηγεσία ή από μια ηγετική ομάδα που είναι κλεισμένη στον τρίτο όροφο της Κουμουνδούρου. Δεν το φοβόμαστε αυτό. Είναι κάτι το οποίο το ρισκάρουμε. Είναι κάτι σημαντικό και γι� αυτό μπορούμε και πρέπει να το σεβαστούμε κι εμείς, να κρατήσουμε αυτό το δημοκρατικό κεκτημένο που έχουμε, έχοντας πάντα σεβασμό και εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλο και λειτουργώντας μέσα σε συνθήκες αλληλεγγύης.

Όσον αφορά γενικά στα ζητήματα των δημοτικών εκλογών, έχουμε την στρατηγική μας με την απόφαση που πήρε η ΚΠΕ σε μια προηγούμενη συνεδρίασή της. Έχουμε οπωσδήποτε νέα στοιχεία με το 42%, το οποίο φαίνεται πια ότι εντάσσεται στον νέο νόμο για την αυτοδιοίκηση και μπορούμε λίγο-πολύ να το θεωρούμε ως δεδομένο, πράγμα το οποίο όμως δεν πρέπει να μας κάνει να αποστούμε από την κατεύθυνσή μας, δηλαδή, να προχωρήσουμε στην ανάδειξη εναλλακτικών, προγραμματικών κινήσεων με πυρήνα και με βάση την Αριστερά σε όλη την Ελλάδα.

Απ� την άλλη πλευρά, βέβαια, δεν υποτιμάμε εμείς τις επιδράσεις που θα έχει στην ψυχολογία του ίδιου του ψηφοφόρου αυτό το 42%, δηλαδή, η πολύ πιο εύκολη δυνατότητα να κλείσει το θέμα από τον πρώτο γύρο, η προσπάθεια να περάσει η λογική, η πολύ χρήσιμη για τους δύο πόλους τού δικομματισμού, της χαμένης ψήφου και στις δημοτικές εκλογές, η προσπάθεια να παραμείνουν οι περιορισμοί, που υπήρχαν και προηγούμενα, στις δημοτικές κινήσεις οι οποίες έχουν μικρότερα ποσοστά, παρά τις αρχικές τοποθετήσεις της κυβέρνησης. Και αυτό ακριβώς πρέπει να μας κάνει να γίνουμε πιο δημιουργικοί, πιο ευρηματικοί, πιο ανοιχτοί σε συνεργασίες πάνω σε αυτήν την εναλλακτικότητα, κερδίζοντας, σε αυτήν την κατεύθυνση και δυνάμεις που, κομματικά, θα μπορούσανε να ανήκουνε στο χώρο ενός από τα κόμματα του δικομματισμού. Είναι ένα θέμα το οποίο θα συζητήσουμε ξανά εδώ πέρα, και θα έχουμε τη δυνατότητα να βγούμε με πιο επεξεργασμένη πολιτική σε αυτό το ζήτημα.

Υπάρχει ένα μεγάλο ζήτημα, το οποίο όλους μας απασχολεί: το ζήτημα του Δήμου της Αθήνας. Ένα ζήτημα, το οποίο αποδείχθηκε στην πορεία ότι έχει τις δυσκολίες και τα προβλήματά του. Και επαναλαμβάνω, είναι στα πλεονεκτήματα του κόμματός μας ότι έχει τη δυνατότητα δημοκρατικά να αποφασίζει τις πολιτικές του επιλογές, και έχει τη δυνατότητα να έχει έναν αριθμό στελεχών οι οποίοι μπορούν να τις υπηρετήσουν. Και θα το κάνει αυτό. Αυτό το έχουμε καθιερώσει στις ευρωεκλογές και έχουμε πάντα περάσει μέσα από δύσκολες διαδικασίες. Παρ� όλα αυτά, τελικά, όταν τις έχουμε αντιμετωπίσει με υπευθυνότητα και με αλληλεγγύη, έχουν πάντα θετικό όφελος, δείχνοντας, και προς την κοινωνία, ένα κόμμα με κατεύθυνση, με πλούτο ιδεών, αξιών και απόψεων, πράγμα το οποίο μας έδινε μια ισχυρή παρουσία στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο.

Όταν έχουμε δυσκολίες, βέβαια, αυτό μπορεί να στραφεί εναντίον μας. Θυμίζω ότι στις τελευταίες ευρωεκλογές οι δυσκολίες να κινηθούμε, οι δυσκολίες, που είχαν σχέση με όλον τον πολιτικό περίγυρο και την βρεφική ηλικία των συμμαχιών τις οποίες είχαμε κάνει, είχαν ως αποτέλεσμα και να χάσουμε έναν ευρωβουλευτή, και να καταλήξουμε, τελικά, οριστικά στις θέσεις μας για την παρουσία μας στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, από το έκτακτο καταστατικό συνέδριο που κάναμε. Επομένως, μην μας φοβίζουν οι μικρές δυσκολίες σήμερα στο να προχωρήσουμε σε επιλογές στον Δήμο της Αθήνας.

Είχαμε, προχτές, μετά από όλες τις γνωστές διαδικασίες, μια τοποθέτηση της Νομαρχιακής Επιτροπής της Α� Αθήνας επάνω στο θέμα των δημοτικών εκλογών. Ήδη είχαμε κάνει σαφές ότι η Νομαρχιακή Επιτροπή της Αθήνας θα συνεδριάσει πριν από την ΚΠΕ σε μια διαδικασία η οποία ξεκινάει για τον ορισμό των θέσεων μας για τις δημοτικές εκλογές της Αθήνας. Υπήρξε ένα κείμενο, το οποίο έχει πολύ ενδιαφέρον, από την Νομαρχιακή Επιτροπή της Α΄ Αθήνας. Υπήρξε, επίσης, η απόφαση της Αθήνας, κατά πλειοψηφία βέβαια, για την πρόταση για τον Μ. Παπαγιαννάκη, ως υποψήφιο προτεινόμενο στην κίνηση από τη μεριά του ΣΥΝ.

Από ένα μέρος του Τύπου κρίθηκε αυτό ως ήττα του Προέδρου του ΣΥΝ. Θέλω να σας πω ότι εγώ προσωπικά δεν θεωρώ ήττα του οποιουδήποτε τυχαίνει να ασκεί την Προεδρία του ΣΥΝ, όταν ένα νομαρχιακό όργανο, όταν η ΚΠΕ, όταν ακόμη ένα Συνέδριο δεν συμμερίζεται ακριβώς τις ίδιες επιλογές με αυτόν που ασκεί την Προεδρία. Και ξέρετε ότι όλοι μαζί το ζήσαμε αυτό στο καταστατικό συνέδριο γύρω από το θέμα των τάσεων. Έληξε το Συνέδριο και λειτουργούσαμε και λειτουργούμε, και κάνουμε ωραία πράγματα, και μπορούσαμε και μπορούμε να κάνουμε πολύ ωραία πράγματα. Δεν είναι κακό αυτό.

Υπάρχουν ήττες και για τον Πρόεδρο του ΣΥΝ. Ήττα είναι το να εξατμισθεί η αίσθηση αλληλεγγύης που πρέπει να διατηρούμε, ειδικά τις στιγμές που έχουμε διαφορετικές επιλογές. Ήττα είναι μια εικόνα εσωτερικού εχθρού και εσωτερικού κινδύνου, την οποία εκπέμπουμε μέσα από το κόμμα προς τα έξω. Αυτά είναι ήττες. Ήττα είναι μια μετατόπιση των πραγματικών προβλημάτων και δυσκολιών στις επιλογές που έχουμε να κάνουμε, σε καταστατικές ή άλλες διαδικασίες, όταν βασική αρχή για μας είναι να αξιοποιούμε αυτό το πολύ δημοκρατικό καταστατικό που έχουμε, στο βαθμό που δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε στις επιλογές μας, όταν υπάρχει μια μεγάλη διαφορά μέσα στο κόμμα, τελικά να προσφεύγουμε στα μέλη του κόμματος ή στα μέλη, στους φίλους των συνδικαλιστικών, αυτοδιοικητικών παρατάξεων στις οποίες συμμετέχουμε.

Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντική και για την Αθήνα και για τους άλλους δήμους, - το έχουμε κάνει και μπορούμε να το επαναβεβαιώσουμε- η πολιτική βάση της προσπάθειας της παρουσίας μας μέσα από ανάλογες αυτοδιοικητικές κινήσεις, να έχει σχέση με την προώθηση των εναλλακτικών προγραμμάτων μας και μια διαφοροποίηση και σύγκρουση με τις απόψεις του δικομματισμού, οι οποίες έχουν τεράστια ευθύνη για την κατάσταση που επικρατεί στις μεγάλες πόλεις και γενικότερα.

Ειδικά στην Αθήνα, πρέπει να γίνει σαφές ότι με όλους αυτούς που με την κα. Αγγελοπούλου στήσανε αυτά τα «μνημεία» της Ολυμπιάδας, τα οποία είναι σε μεγάλο βαθμό άχρηστα, τα οποία στοιχίζουν ακριβά στις σημερινές γενιές και στα παιδιά μας, με τις επιλογές όλων αυτών που συνέχισαν το έργο των προηγουμένων, δεν μπορούμε παρά να βρισκόμαστε σε σύγκρουση. Στόχος μας είναι να προχωρήσουμε μια εναλλακτική πρόταση που θα έχει κόστος τελικά, γιατί έχει μια τεράστια κληρονομιά για την μεταολυμπιακή Αθήνα. Νομίζω ότι μπορούμε να εμπλουτίσουμε αυτές τις σκέψεις και δεν θα έχουμε ίσως ιδιαίτερες διαφορές απόψεων σε αυτά τα θέματα.

Υπάρχει, επίσης, το θέμα του υποψηφίου. Ένα θέμα που κατά τη γνώμη μου - ξέρετε και τη συνέντευξη που έδωσα στην ΑΥΓΗ πριν από λίγο καιρό - είναι ένα θέμα που τελικά, εμείς, ως κόμμα, αν σεβόμαστε την αυτονομία των κινήσεων που θα συμμετάσχουν, και τη σεβόμαστε, είναι ένα θέμα για το οποίο θα καταλήξουνε τελικά οι ίδιες οι κινήσεις. Κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό και όλοι το δεχόμαστε. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ως κόμμα δεν πρέπει να πάρουμε τις δικές μας ευθύνες. Ειδικά στον κεντρικό Δήμο, ο οποίος σηματοδοτεί τη δική μας πολιτική προσπάθεια.

Υπήρξε η πρόταση της Ν.Ε. Αθήνας, μια πρόταση για τον σ. Μ. Παπαγιαννάκη. Αναφέρει το οικολογικό του προφίλ. Η εμπειρία και οι παρεμβάσεις του στα θέματα που αφορούν στην ποιότητα ζωής στην πρωτεύουσα και κατά τη θητεία του στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, η συνεπής στάση του στο θέμα της Ολυμπιάδας, η πολύχρονη μαχητική παρουσία του στους χώρους υπεράσπισης των δικαιωμάτων των κάθε κατηγορίας μειονοτήτων και, τέλος, η αναγνωρισιμότητα και η διεισδυτικότητα του λόγου του σε άλλους πολιτικούς χώρους, συναινούν υπέρ της υποψηφιότητας του σ. Μ. Παπαγιαννάκη.

Θέλω να πω ότι εγώ πλειοδοτώ, σε σχέση με τα χαρίσματα και τις ικανότητες του σ. Μ. Παπαγιαννάκη, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε μια υποψηφιότητά του, πλειοδοτώ με βάση τη γνώση, την οποία έχω, όταν επί 15 χρόνια ήμασταν μαζί στο ευρωκοινοβούλιο και ξέρω πολύ καλά τις παρεμβάσεις του σε αυτό. Είναι μια εξαιρετική πρόταση υποψηφιότητας.

Στις διεργασίες που συμμετείχα και εγώ ως Πρόεδρος του κόμματος αντιμετώπισα και άλλες προτάσεις υποψηφιότητας που σήμερα καν δεν αναφέρονται, όπως είναι η υποψηφιότητα του σ. Θ. Μπαρτζώκα. Η οποία είναι, επίσης, μια εξαιρετική υποψηφιότητα. Είναι έναν άνθρωπος γνώστης της αυτοδιοίκησης, ένας αριστερός άνθρωπος, σύντροφος, στον χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης, ένας άνθρωπος ο οποίος κατάφερε να σπάσει τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς στο ιστορικό και συμβολικό για την Αριστερά χώρο της Καισαριανής, και που ολοκλήρωσε τη θητεία του με αυτήν την συμβολική, κινηματική κίνηση για να μπει επιτέλους το μνημείο εκείνο μέσα στον χώρο του Σκοπευτηρίου, που αρνούνταν επί δεκαετίας να ανεγείρουν για τους εκτελεσμένους.

Υπήρξαν, επομένως, διάφορες εξαιρετικές προτάσεις, οι οποίες ερχόντουσαν αναγκαστικά σε άμιλλα μεταξύ τους και οι οποίες, βέβαια, συνοδεύονταν από πολιτικά σκεπτικά -που δεν μπορούμε να αγνοούμε, γιατί όταν τα έχουμε αγνοήσει το έχουμε πληρώσει, όπως στις ευρωεκλογές-, όπως το άνοιγμά μας σε κινήματα, η διεύρυνση και στερέωση των συνεργασιών μας στο χώρο της Αριστεράς, που οδήγησαν, τελικά, -σε μια προσπάθεια να φύγουμε από αυτές τις διλημματικές επιλογές, οι οποίες προσωπικά είχαν εκφραστεί με τον Μ. Παπαγιαννάκη και με τον Θ. Μπαρτζώκα- στην πρόταση, την οποία εξέφρασα, να αξιοποιήσουμε αυτή τη δυσκολία για να ανοιχτούμε εκεί που πρέπει να ανοιχτούμε. Εκεί που θα είναι η Αριστερά του σήμερα, δηλαδή, στη Νεολαία, με μια τολμηρή πρόταση, μια πρόταση η οποία συζητήθηκε όσο λίγες εσωτερικές αναζητήσεις του κόμματός μας. Με τα υπέρ και με τα κατά. Οι περισσότεροι αναγκάστηκαν, θεώρησαν ότι είναι υποχρεωμένοι να πουν τη γνώμη τους πάνω σε αυτό το ζήτημα. Να φύγουμε από αυτό το δίλημμα. Δεν θα ήθελα εγώ ξανά αυτή η πρόταση να μπει σε διλημματική λογική και ξανά να μπούμε σε διαδοχικές αντιπροτάσεις.

Η προσωπική μου άποψη είναι, ότι με αυτά τα δεδομένα και πλειοδοτώντας, επαναλαμβάνω, σε σχέση με αυτά που λέει η Ν.Ε. Αθήνας για τον Μ. Παπαγιαννάκη και έχοντας στο μυαλό αυτά που δεν λέγονται καθόλου για τον Θ. Μπαρτζώκα, να προχωρήσουμε στην πρόταση της ΚΠΕ. Για τον Α. Τσίπρα δεν θέλω να πω πολλά, τον ξέρουμε όλοι και ξέρουμε τον ρόλο που έχει παίξει στο να έχει πια ο ΣΥΝ ομφάλιο λώρο με τη Νεολαία ως υποψήφιο Δήμαρχο για την Αθήνα.

Πιστεύω, επίσης, ότι η ΚΠΕ πρέπει να τοποθετηθεί σε αυτό το ζήτημα. Πιστεύω, όμως επίσης, ότι η οποιαδήποτε υποψηφιότητα έρθει από το χώρο μας πρέπει να επικυρωθεί αλλά και να σταθεί σε άλλες υποψηφιότητες που μπορεί να υπάρξουν ή να εξακολουθούν να υπάρχουν μέσα στα πλαίσια της αυτοδιοικητικής κίνησης. Με μια προσπάθεια όλη η δουλειά που έχουμε κάνει, να ανοίξει σε άλλες δυνάμεις που συμμετέχουν στην αυτοδιοικητική κίνηση. Δυνάμεις συμμάχων, δυνάμεις κινημάτων, οικολόγων, νεολαίων που μπορούν να συμμετάσχουν εκεί.

Νομίζω, όμως, ότι η ΚΠΕ σήμερα πρέπει να καταλήξει. Υπάρχει, όμως, ένας κίνδυνος εδώ. Και ο κίνδυνος είναι αν τα προβλήματα αυτά μπορούν να λυθούν ερήμην των μελών της Αθήνας, ανάμεσα σε ένα 25μελές όργανο και στο ανώτατο καθοδηγητικό όργανο του κόμματος με την ιδιαίτερη ισχύ που έχει η ΚΠΕ. Νομίζω πως όχι. Δεν πρέπει να αφήσουμε καμία σκιά εδώ, δεν πρέπει έστω και το όργανο με την ισχύ της ΚΠΕ, σε περίπτωση που υπάρχει αντίθεση από τα μέλη του κόμματος, να προχωρήσει σε αυτήν την επιλογή. Το καταστατικό του κόμματός μας δίνει αυτή τη δυνατότητα. Πάρα πολύ εύκολα. Εδώ έχουμε πολλά μέλη συν την πλειοψηφία της Ν.Ε. Αθήνας να τάσσονται υπέρ μιας άποψης. Το καταστατικό δίνει τη δυνατότητα το 15% των μελών των οργανώσεων της Ν.Ε. Αθήνας να ζητήσει να γίνει συζήτηση, και δεν λέω δημοψήφισμα εγώ, δημοψήφισμα σημαίνει ότι κυριαρχεί ο ένας και συντρίβεται ο άλλος. Να δώσει επίλυση στην άμιλλα των δύο επιλογών. Δεν πρέπει να διστάσουμε, επομένως, να κινητοποιήσουμε αυτήν την εύκολη διαδικασία που προβλέπει το καταστατικό μας, σε περίπτωση που ένα μεγάλο τμήμα των οργανώσεων της Αθήνας και των μελών τους έχει μια άλλη τοποθέτηση σε σχέση με την επιλογή που θα κάνει η ΚΠΕ. Ανεξάρτητα από τις ευρύτερες δημοκρατικές διαδικασίες που θα κάνουμε μέσα στο κόμμα. Παρ' ότι είμαστε, σε μια δύσκολη κατάσταση, θα είναι λάθος αν μεταφέρουμε το θέμα, σε θέμα καταστατικό και σε τι ακριβώς εξουσίες έχει η κάθε Επιτροπή. Σε περίπτωση που το πιστεύουν κάποιοι σύντροφοι, είναι εύκολο, και εγώ, αν θέλετε, θα στηρίξω αυτήν την προσπάθεια, να κινητοποιήσουμε τις διαδικασίες προκειμένου να επιλέξουν τα ίδια τα μέλη της Αθήνας τις πολιτικές μας, τα πρόσωπα, κ.λ.π., μέσα σε συνθήκες άμιλλας και συντροφικότητας. Εύχομαι αυτή η συνεδρίαση, η οποία έχει προξενήσει ένα ενδιαφέρον, να είναι ένα δείγμα της ικανότητας αυτού του κόμματος να επιλύει, μέσα σε συνθήκες αλληλεγγύης, τα πιο δύσκολα προβλήματα.

To Γραφείο Τύπου