Skip to main content.
17/12/2002

Ομιλία Ν.Κωνσταντόπουλου στη Βουλή για τη Σύνοδο της Κοπεγχάγης σε συνδυασμό με το σχέδιο λύσης του Κυπριακού προβλήματος

17 Δεκεμβρίου 2002

Ομιλία του Προέδρου του Συνασπισμού Ν.Κωνσταντόπουλου στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτησης της Βουλής

"Για τη Σύνοδο της Κοπεγχάγης σε συνδυασμό με το σχέδιο λύσης του Κυπριακού προβλήματος"

Γενικό Πλαίσιο

Οι αποφάσεις της Κοπεγχάγης δημιουργούν ένα νέο πιο θετικό πλαίσιο σε όλο τα πλέγμα των σχέσεων μεταξύ Ελλάδος - Τουρκίας - Κύπρου.

Τα καθοριστικά στοιχεία αυτών των αποφάσεων είναι η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. και η επιβεβαίωση με κατ' αρχήν χρονική συγκεκριμενοποίηση του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της Τουρκίας.

Τα δύο αυτά στοιχεία σε συνδυασμό δημιουργούν τις προϋποθέσεις μιας θετικής δυναμικής για:

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι

Πιστεύω ότι το κλειδί για την κατανόηση αυτού του νέου πλαισίου είναι η συνειδητοποίηση της σημασίας που έχει ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Τουρκίας.

Και εδώ θέλω να επιμείνω δεδομένου ότι ο ΣΥΝ πολύ έγκαιρα μίλησε για την σημασία αυτού του θέματος.

Η Τουρκία προφανώς απέχει πάρα πολύ σήμερα από τα ευρωπαϊκά δεδομένα, σε όλα τα επίπεδα. Η ένταξή της, όπως είναι σήμερα, θα δημιουργούσε τεράστια προβλήματα στην Ε.Ε.

Όμως πρέπει να εκτιμήσουμε σωστά δύο στοιχεία.
Το πρώτο αφορά την θέληση της Τουρκίας να ενταχθεί στην Ε.Ε.

Το δεύτερο αφορά την απόφαση της Ε.Ε. να υποχρεώσει την Τουρκία σε αλλαγές, προκειμένου να την δεχτεί στους κόλπους της.

Εγώ θέλω να υπογραμμίσω την αντίσταση των Ευρωπαίων στις πιέσεις των ΗΠΑ στο θέμα της Τουρκίας. Αυτή η αντίσταση αποδεικνύει ότι η Ευρώπη έχει πλήρη συνείδηση του προβλήματος, που θα της δημιουργήσει η γρήγορη ένταξη της σημερινής Τουρκίας.

Εμείς λοιπόν, ως χώρα, έχουμε κάθε συμφέρον από τη μια να ενθαρρύνεται συνεχώς η Τουρκία για την Ευρωπαϊκή της προοπτική, ώστε να μην επιτραπεί ποτέ να υπερισχύσουν οι δυνάμεις εκείνες, που στο εσωτερικό της θέλουν να ματαιώσουν την ευρωπαϊκή επιλογή. Από την άλλη να πιέζεται η Τουρκία για να προχωρήσει στην προσαρμογή της στα κριτήρια της Κοπεγχάγης.

Αυτός ο συνδυασμός θα αποφέρει τα μέγιστα θετικά αποτελέσματα.

Έτσι η δική μου εμπειρία από τη χθεσινή μου επίσκεψη στην Αγκυρα είναι πως στη σημερινή Τουρκία ενισχύεται η συνειδητοποίηση ότι η πορεία της προς την Ευρώπη, περνάει από την επίλυση του Κυπριακού προβλήματος.

Με τον ίδιο τρόπο πρέπει να συνειδητοποιήσει η Τουρκία ότι η πορεία της προς την Ευρώπη περνάει και από την αλλαγή της πολιτικής της στο Αιγαίο κλπ.

Βεβαίως αυτό προϋποθέτει ότι η Ελλάδα συνεχώς θα υποστηρίζει την Ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και ότι συνεχώς θα έχει την πρωτοβουλία για την επίλυση όλων των προβλημάτων, μεταξύ των δύο χωρών ώστε να λείψουν τα εμπόδια.

Αυτό είναι μια σωστή και ταυτόχρονα πολύ προωθητική στρατηγική.
Νομίζω ότι είναι η βάση για την διαμόρφωση μιας εθνικής στρατηγικής αποδεκτής από όλες τις δυνάμεις.
Είναι θετικό στοιχείο το ότι σήμερα στην Τουρκία όλοι μιλάνε θετικά για τη στάση της Ελλάδας.

Το Κυπριακό

Η μετεμφυλιακή πολιτική ιστορία της Ελλάδας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις διάφορες φάσεις του Κυπριακού.

Στην ιστορική του διαδρομή, το Κυπριακό ξεκίνησε από αίτημα εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα κι έγινε πρόβλημα εισβολής και κατοχής.

Πρέπει να μιλήσουμε κάποτε με τη σκληρή γλώσσα της αλήθειας, για τις δραματικές δοκιμασίες και περιπέτειες της χώρας και του ελληνισμού. Για τις δικές μας ευθύνες, αφού δεν ερμηνεύονται όλα με τη θεωρία της διεθνούς συνωμοσίας. Δεν είναι νοητό να κρύβουμε διαρκώς την έλλειψη εθνικής στρατηγικής και πολιτικής συνεννόησης, με το δόγμα ότι οι ξένοι μας εχθρεύονται και εμείς είμαστε μικροί κι ανήμποροι.

Είναι εγκληματικό να ντύνουμε τα λάθη με φανφάρες και λάβαρα. Να θεσμοποιούμε μύθους, που μας οδηγούν σε πολιτική τύφλωση ή να καταναλώνουμε τις ιστορικές εμπειρίες σε αγοραία δημαγωγία εσωτερικής σκοπιμότητας.

Η πρόσφατη διπλωματική και πολιτική περιπέτεια στο Μακεδονικό, πρέπει να μας διδάξει όλους.

Κάτω από το σύνθημα "η Μακεδονία είναι ελληνική", οι Ελληνικές κυβερνήσεις, μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αρνήθηκαν την πρόταση Πινέιρο για λύση από την Ευρωπαϊκή Ενωση και δεν αξιοποίησαν ούτε την απόφαση του ΟΗΕ, γιατί το ένα κόμμα απέρριπτε τη χρήση του όρου Μακεδονία και το άλλο πλειοδοτούσε απορρίπτοντας και τα παράγωγά της.

Γύρω από το Κυπριακό η εξωτερική μας πολιτική, κατά καιρούς, εγκλωβίστηκε σε θεωρίες, που διαψεύστηκαν.

Η θεωρία της "αγίας ακινησίας", με το επιχείρημα ότι έτσι δεν θα γίνουν τα πράγματα χειρότερα, που οδηγούσε στη μονιμοποίηση της κατάστασης που προέκυψε από την εισβολή και κατοχή του 1974.

Η θεωρία ότι ο χρόνος δουλεύει για εμάς κι αργά ή γρήγορα θα επικρατήσουν οι αρχές του διεθνούς δικαίου, που δεν στάθμιζε ότι με την πάροδο του χρόνου προκύπτουν πραγματικές συνθήκες, οι οποίες πολλές φορές πιέζουν για διεθνή ρύθμιση.

Στο διεθνές περιβάλλον και μετά το πέρασμα από την εποχή του διπολισμού και των αδεσμεύτων, στην περίοδο της νέας τάξης πραγμάτων με την αυτοκρατορική υπερδύναμη των ΗΠΑ, το αίτημα για διζωνική - δικοινοτική ομοσπονδία με μια κυριαρχία και ιθαγένεια κοινού κράτους, ως συμβιβαστική υποχώρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, παραμένει σε εκκρεμότητα ενώπιον των διεθνών θεσμών.

Μελετώντας ο σημερινός πολίτης το Κυπριακό, τις εκφάνσεις του και τις πτυχές του, τις διαδρομές και τις καθηλώσεις του, βλέπει τους πολλούς τρόπους με τους οποίους έχασε, απογοητεύτηκε και μάτωσε ο ελληνικός και κυπριακός λαός.

Η ιστορία, όμως, δεν είναι πολιτική ούτε η πολιτική διαχείριση της ιστορίας απαντά και παρεμβαίνει στην πραγματικότητα.

Η πολιτική παράγει ιστορία, με τις επιλογές της απέναντι σε κρίσιμα διλήμματα, σύνθετες κι αντιφατικές περιστάσεις.

Τα διλήμματα στην πολιτική υπάρχουν για να λύνονται με πολιτική ευθύνη στάθμιση κι απόφαση, κι όχι να ξορκίζονται με ιστορικούς αφορισμούς, δογματικές επικλήσεις και δημαγωγικές κραυγές.

Όλοι, κατά καιρούς, διαπίστωναν ότι στο εσωτερικό, το Κυπριακό πρόβλημα ως χρόνιο πρόβλημα, υποχωρούσε από πλευράς εγρήγορσης κι δημοσίου ενδιαφέροντος. Όμως, κατ'επανάληψη, αποτέλεσε το συνταγματικό πρόσχημα για την πρόωρη διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη εκλογών. Αλλη μια πολιτική αντίφαση, που χρησιμοποιούσε τη μη λύση του Κυπριακού για εσωτερικούς πολιτικούς σχεδιασμούς.

Ο ΣΥΝ με συνέπεια υποστηρίζει ότι το Κυπριακό πρόβλημα, είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής, που προκλήθηκε από το προδοτικό πραξικόπημα της Χούντας κατά του Μακαρίου, το οποίο ενέταξαν στο σχεδιασμό τους στρατιωτικοπολιτικοί μηχανισμοί και μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ κι άλλων χωρών.
Και για την ενοχή του στην Κυπριακή τραγωδία, θα έπρεπε να είναι υπόλογος ως εγκληματίας κατά της ανθρωπότητας ο Χένρι Κίσιγκερ.

Η άρση της κατοχής και του διαμελισμού του νησιού, ως τραγική συνέπεια ενός πολέμου, που χάθηκε, δεν είναι υπόθεση ενός νέου πολέμου ούτε στρατιωτικών δογμάτων, αλλά πολιτικών και διπλωματικών διαπραγματεύσεων, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.

Το Κυπριακό είναι διεθνές πρόβλημα. Δεν είναι διμερές ελληνοτουρκικό ούτε δικοινοτικό πρόβλημα. Οι διαπραγματεύσεις για την πολιτική λύση είναι ευθύνη της διεθνούς κοινότητας, για την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου.

Η δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού, μπορεί και πρέπει να αναζητηθεί, χωρίς να εγκαταλείπεται ο δικοινοτικός, διζωνικός και ομοσπονδιακός χαρακτήρας των ρυθμίσεων, για να αποκρουστούν οι επινοήσεις του Ντεκτάς περί δύο ανεξαρτήτων κρατών και οι προκλητικές θέσεις του Τουρκικού κατεστημένου ότι το Κυπριακό λύθηκε το 1974.

Πολύ απλά οι θέσεις αυτές σημαίνουν ότι:

Με αυτές τις θέσεις ο ΣΥΝ από την πρώτη στιγμή θεώρησε στρατηγικής σημασίας την απόφαση, για ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η δυναμική αυτής της επιδίωξης έβγαζε το Κυπριακό από την αποτελμάτωση, έδινε τη δυνατότητα για μια εκ των πραγμάτων νέα διεθνοποίηση, αναδείκνυε την επιμονή της Κυπριακής Δημοκρατίας για διπλωματικές πολιτικές πρωτοβουλίες, αποδυνάμωνε τις αντιλήψεις περί προτεραιότητας των ενιαίων στρατιωτικών δογμάτων, που προκαλούσαν αντίστοιχες διακηρύξεις περί ενσωμάτωσης ή επέκτασης των κατεχομένων, έβαζε το Κυπριακό πρόβλημα και στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, έδινε στην Κυπριακή Δημοκρατία την ευκαιρία να αποκτήσει ερείσματα και να καταδείξει τις δυνατότητες του νησιού για την εναρμόνισή του προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Οι εξελίξεις έδειξαν ότι η Κυπριακή Δημοκρατία ανταποκρίθηκε με αξιοσημείωτη επάρκεια κι αποτελεσματικότητα, κερδίζοντας αυτό που εδικαιούτο κι άξιζε.

Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ένα από τα 25 ευρωπαϊκά κράτη και η δυναμική της ένταξης αποτελεί προσφορότερο πλαίσιο για την αντιμετώπιση όλων των πτυχών του Κυπριακού προβλήματος.

Η Ελλάδα μπορεί να ενισχύσει τον ευρωπαϊκό της ρόλο, αφού όλες οι χώρες που θα μπουν ενισχύθηκαν διπλωματικά και διαπραγματευτικά από την Ελλάδα.

Η Σύνοδος Κορυφής τελείωσε.
Και μετά την Κοπεγχάγη, λοιπόν, τί;
Ο ΣΥΝ χωρίς μισόλογα και υπεκφυγές διατύπωσε τη θέση του.

Στο ερώτημα "και μετά την Κοπεγχάγη, τι;" η απάντηση του ΣΥΝ είναι σαφής:
- Πολλά και δύσκολα έχει η Ελλάδα και μετά την Κοπεγχάγη.

Ο Έλληνας πολίτης αξιώνει εθνική στρατηγική κι όχι αντιπολιτευτική και διχαστική δημαγωγία.
Αξιώνει, όμως, κι από την κυβέρνηση σοβαρότητα και συνεννόηση, όχι συμπεριφορές αυταρέσκειας κι αλαζονείας, όχι γραφικές φιέστες τύπου "αυθορμήτων πανηγυρισμών κατά τις υποδείξεις", όπως αυτές του αεροδρομίου προχθές.

Μεγάλη ευκαιρία για την Κύπρο

Η Κοπεγχάγη τράβηξε την προσοχή του συνόλου του ελληνικού λαού, κυρίως, γιατί μεταξύ των χωρών της διεύρυνσης ήταν και η Κύπρος.

Η επιλογή της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ είχε και έχει μέσα της το μείζονα στόχο της λύσης και του Κυπριακού.

Σήμερα δύσκολα μπορεί να αρνηθεί κάποιος ότι η ενταξιακή πορεία δημιούργησε νέα κινητικότητα και νέα δυναμική για την επίλυση του Κυπριακού, με την άρση της "ντε φάκτο" διχοτόμησης που δημιούργησε η Τουρκική εισβολή και κατοχή του 1974, η οποία ήρθε να ολοκληρώσει το έγκλημα του χουντικού πραξικοπήματος κατά του Μακαρίου.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό εμείς είδαμε την κατάθεση του σχεδίου Ανάν.

Επίσης μέσα στη συγκυρία που δημιούργησαν οι εκλογές στην Τουρκία και η νίκη σ’ αυτές του Κόμματος της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του κ. Ερντογάν. Τέλος, παίρνοντας υπόψη ένα μεγάλο μαζικό κίνημα, που είδαμε τα τελευταία χρόνια να αναπτύσσεται στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα, υπέρ της ένταξης στην ΕΕ ολόκληρης της Κύπρου και υπέρ της επανένωσης του νησιού.

Από την αρχή ο ΣΥΝ υιοθέτησε τη θέση ότι το σχέδιο Ανάν έπρεπε να συζητηθεί και στήριξε την απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου της Κύπρου να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με βάση το σχέδιο αυτό για τη λύση του Κυπριακού.

Είπαμε ότι ούτε οι ωραιοποιήσεις του σχεδίου Ανάν, ούτε οι δαιμονοποιήσεις αποτελούν αντικειμενική εκτίμηση των δεδομένων του σχεδίου.

Εξετάζοντας το σχέδιο από τη σκοπιά του πλαισίου που διαμορφώνουν αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, το διεθνές δίκαιο, το κοινοτικό κεκτημένο, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όλους τους κατοίκους του νησιού πιστεύουμε ότι έχει προβλήματα, θετικά σημεία, σημεία που χρειάζονται αποσαφήνιση και αρνητικά σημεία που πρέπει να αντιμετωπιστούν.

Ως τέτοια κρίσιμα σημεία θεωρούμε:

α) Το ζήτημα της λειτουργικότητας του κράτους αφού το θεσμικό πλαίσιο στο επίπεδο της εκτελεστικής εξουσίας περίπλοκο και με προβλήματα μπορεί να οδηγήσει σε αναποτελεσματικότητα.

β) Την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου όπου τα χρονοδιαγράμματα και οι περιορισμοί, δεν αντιμετωπίζουν στο σύνολό τους τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει η εισβολή και κατοχή του Βορ. Τμήματος του νησιού.

γ) Τη διατήρηση του καθεστώτος των εγγυητριών δυνάμεων, αλλά και την θέση τρίτων στο μηχανισμό άρσης των αδιεξόδων καθιερώνοντας ένα πρωτότυπο καθεστώς εποπτείας σε μια ανεξάρτητη χώρα, μέλους του ΟΗΕ και μέλους της Ε.Ε.

Στο μήνα που πέρασε από τη δημοσιοποίηση του σχεδίου διατυπώθηκαν απορριπτικές εκ προοιμίου απόψεις με ισχυρή δόση κινδυνολογίας.

Η αριστερά ποτέ δεν στήριξε την πολιτική αντιμετώπιση διεθνών προβλημάτων, στη λογική της εθνικής περιχαράκωσης.
Ποτέ, η αριστερά δεν στήριξε τις κινητοποιήσεις για εθνικά προβλήματα σε ευκαιριακές συμπράξεις, χωρίς πολιτικό και ιδεολογικό χαρακτήρα, μόνο και μόνο για κομματική γυμναστική κι εκμετάλλευση.

Ας μιλήσουμε καθαρά. Οι απόψεις, που απορρίπτουν το "σχέδιο Ανάν", δεν αποδέχθηκαν ποτέ την ιδέα της ομοσπονδίας, την οποία θεωρούν "προδοτική". Όμως, η δικοινοτική - διζωνική ομοσπονδία είναι η βάση των συμφωνιών "υψηλού επιπέδου" των Μακαρίου - Ντενκτάς (1977) και Κυπριανού - Ντενκτάς (1979). Ήταν η βάση της ομόφωνης πρότασης προς τον ΟΗΕ του Εθνικού Συμβουλίου της Κύπρου το 1989.

Μιλούν για το Κυπριακό και τη λύση του σα να μην υπάρχουν Τουρκοκύπριοι στο νησί. Σα να μην αναφέρονται και σ’ αυτούς οι αποφάσεις του ΟΗΕ. Σα να μη χρειάζεται και η δική τους γνώμη και συναίνεση προκειμένου να υπάρξει μια βιώσιμη ειρηνική λύση.

Δεν πρέπει ούτε στιγμή να μας διαφεύγει ότι η Κύπρος είναι κοινή πατρίδα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Και ότι το μέλλον της Κύπρου είναι το κοινό μέλλον των δύο κοινοτήτων. Μήπως όσοι επικαλούνται τον πατριωτισμό πρέπει να σκεφθούν ότι υπάρχει και αυτή η διάστασή του;
Αλλο ο πατριωτισμός κι εντελώς διαφορετικό κι επικίνδυνο πράγμα η εθνικίζουσα ρητορεία.
Αλλο η λύση για ασφάλεια - ειρήνη κι αλληλεγγύη κι άλλο η εχθρική περιχαράκωση στη βάση της φυλής και της εθνικής αναστήλωσης.

Ήμαστε στην Κύπρο πριν από μία εβδομάδα και στις συζητήσεις και συναντήσεις μας, με ελληνοκυπριακά και τουρκοκυπριακά κόμματα και κοινωνικούς φορείς, είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε την πολύ μεγάλη επιθυμία των Τουρκοκυπρίων να γκρεμίσουν τα τείχη που τους χωρίζουν από τους Ελληνοκύπριους συμπατριώτες τους και μαζί να πορευτούν στην Ενωμένη Ευρώπη, να βγούν από την δεσποτεία του Ντεκτάς και να εξασφαλίσουν δημοκρατικές εγγυήσεις κοινωνικής συνοχής.

Κάνουν "ασκήσεις επί χάρτου" όσοι μιλούν για τη βιωσιμότητα της λύσης, μην υπολογίζοντας τις απόψεις και ανησυχίες της Τουρκοκυπριακής κοινότητας.

Και τουρκοκυπριακή κοινότητα δεν είναι μόνο ο Ντεκτάς. Όπως στους Ελληνοκύπριους, έτσι και στους Τουρκοκύπριους υπάρχουν, δρουν και έχουν ισχυρές θέσεις δυνάμεις και κοινωνικά κινήματα, που κατά κύριο λόγο, κράτησαν ζωντανή την ιδέα της ειρηνικής συμβίωσης των δύο κοινοτήτων, μετά το 1974. Δυνάμεις που με την υποστήριξή τους στην ευρωπαϊκή ένταξη και την ομοσπονδία βρήκαν κοινή γλώσσα με τους Ελληνοκύπριους και αποτέλεσαν το "αντίπαλο δέος" στα διχοτομικά σχέδια του Ντενκτάς.

Αυτές οι δυνάμεις ήδη δημιουργούν την Ομοσπονδία "από τα κάτω".

Αλλά και για την Τουρκία και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ο ΣΥΝ πιστεύει ότι:
Οι αποφάσεις της Κοπεγχάγης έχουν τη δυναμική για να διαμορφώσουν ένα νέο σκηνικό. Θέλουμε αυτή τη δυναμική να την αξιοποιήσουμε, για να υπάρξουν καλύτερες ελληνοτουρκικές σχέσεις, για να στηριχθεί η πορεία της Τουρκίας στην Ευρώπη και για να λυθεί το Κυπριακό. Εμπόδια στην επίλυση του Κυπριακού βλάπτουν και τους Ελληνες και τους Τούρκους και τους Κύπριους.
Η λύση του Κυπριακού προβλήματος στηρίζει και ενισχύει την πορεία της Τουρκίας προς την Ευρώπη.
Η Ελλάδα στην Προεδρία της Ε.Ε. να εργαστεί έτσι, ώστε να φέρει την Τουρκία πιο κοντά στην Ευρώπη και την Ευρώπη πιο κοντά στην Τουρκία.
Τις αποφάσεις της Κοπεγχάγης να τις αξιοποιήσουμε όλοι με καλοπιστία, με αμοιβαιότητα και με ειλικρίνεια και κυρίως με πολιτική θέληση. Για να λύσουμε προβλήματα και όχι για να λέμε, διαρκώς, ότι τα προβλήματα δεν μπορούμε να τα λύσουμε.
Και οι τρείς λαοί και οι Ελληνες και οι Τούρκοι και οι Κύπριοι μπορούν μέσα στην Ευρώπη να διαμορφώσουν καλύτερες προοπτικές για κοινή ανάπτυξη, για αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων της οικονομίας και της κοινωνίας.
Αντί να χρηματοδοτούμε την ένταση, τους διαχωρισμούς και την εχθρότητα, να χρηματοδοτούμε τη φιλία, την αλληλεγγύη και την κοινή ανάπτυξη.
Η δυναμική της Ε.Ε. στηρίζεται στην συνύπαρξη, τη συνεργασία και όχι στην αντιπαράθεση και στην περιχαράκωση του καθένα στον εαυτό του.
Για να περάσουν οι αποφάσεις από τα χαρτιά στη ζωή χρειάζεται η κινητοποίηση ολόκληρης της κοινωνίας και στις δύο χώρες. Και στις δύο χώρες χρειάζεται να αναπτυχθούν οι σχέσεις συνεργασίας και προσέγγισης σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς. Ιδιαίτερα η γνωριμία των πολιτικών δυνάμεων, η συνεργασία των κομμάτων είναι προϋπόθεση και για την ανάπτυξη της δημοκρατίας και για την κατοχύρωση του πλουραλισμού και για τη συμμετοχή των πολιτών στη λειτουργία των πολιτικών συστημάτων, με εγγυήσεις των δικαιωμάτων για όλους.

Είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε από την χτεσινή μας επίσκεψη στην Αγκυρα ότι παρά την σχετική απογοήτευση που υπάρχει γιατί περίμεναν ή τους υποσχέθηκαν ή πίστευαν ότι χωρίς ολοκλήρωση των προσπαθειών τους για τον εκδημοκρατισμό θα εξασφάλιζαν την ημερομηνία, νομίζουμε αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να προχωρήσουν στην επιτάχυνση του εκδημοκρατισμού της Τουρκίας για να συμμορφωθεί και αυτή στα κριτήρια της Κοπεγχάγης.

ΝΑΙ στη διεύρυνση αλλά για ποια Ευρώπη;

Στην Κοπεγχάγη έγινε μια ιστορική Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ, αναμφισβήτητα.

Η "Ευρώπη των 15" αποφάσισε τη μεγαλύτερη ως σήμερα διεύρυνσή της, ανοίγοντας τις πόρτες της σε 10 νέες χώρες-μέλη.

Ο ΣΥΝ έχει θετική στάση απέναντι στην ιδέα της διεύρυνσης της ΕΕ, ενώ δε συμβαίνει το ίδιο με τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ.

Πρώτον, είμαστε υπέρ της διεύρυνσης γιατί θέλουμε η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση να έχει "πανευρωπαϊκό ορίζοντα".

Δεύτερον, γιατί σεβόμαστε την επιλογή των χωρών και λαών που επιδίωξαν και πέτυχαν την ένταξή τους στην ΕΕ.

Ωστόσο, οι όροι της διεύρυνσης διαφοροποιούν τις διάφορες πολιτικές δυνάμεις, ανάλογα με τη θέση που κατέχουν στο πολιτικό φάσμα.
Για μας και τις άλλες δυνάμεις της σύγχρονης δημοκρατικής και ριζοσπαστικής ευρωπαϊκής αριστεράς η υπόθεση της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και κατά συνέπεια και της διεύρυνσης δεν είναι αποκομμένη από κοινωνικά, δημοκρατικά, οικολογικά κι απελευθερωτικά οράματα.

Δε θέλουμε η διεύρυνση να πραγματοποιηθεί στη βάση νεοφιλελεύθερων πολιτικών που αναπαράγουν και διευρύνουν τις ανισότητες τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο.

Θα θέλαμε τα νέα κράτη-μέλη να είχαν ενταχθεί σε μία διαφορετική ΕΕ, όχι μόνο οικονομικά αλλά και πολιτικά ενοποιημένη, ικανή να υπερασπίζεται το "ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο" και να δρα στην παγκόσμια σκηνή ως αυτόνομος πόλος ειρήνης και σταθερότητας για όλη την Ευρώπη και όλο τον κόσμο, μακριά από τον Ευρωατλαντισμό.

Είναι κατανοητοί οι πανηγυρισμοί των ηγεσιών των νέων χωρών-μελών για την οριστικοποίηση της ένταξής τους. Όμως ο δρόμος τους μέσα στην ΕΕ δε θα είναι εύκολος και τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν οι λαοί τους θα είναι μεγάλα και σύνθετα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το ΑΕΠ των 10 νέων χωρών-μελών αναλογεί στο 38% του μέσου όρου του ΑΕΠ στη σημερινή ΕΕ των 15.

Προστίθενται 75 εκατομμύρια νέοι πολίτες της ΕΕ, αλλά το σύνολο του ΑΕΠ των 10 νέων χωρών-μελών δεν ξεπερνά αυτό της Ολλανδίας.

Μετά την Κοπεγχάγη γίνεται πιο οξύ το θέμα της σύγκλισης και της κοινωνικής συνοχής, τόσο για τη σημερινή Ευρώπη των 15, όσο και για την αυριανή Ευρώπη των 25.

Τη διεύρυνση συνοδεύουν κρίσιμα ερωτήματα.

Γίνεται πολύς λόγος για το κόστος της διεύρυνσης, το οποίο υπολογίζεται σε 40-42 δις.ευρώ για την περίοδο 2004-2006. Εμείς θα θέλαμε η Ευρώπη των 15, στην οποία αναλογεί το 30% του παγκόσμιου πλούτου και μόλις το 6,4% του παγκόσμιου πληθυσμού να είναι πιο γενναιόδωρη προς τις νέες χώρες-μέλη. Ταυτόχρονα επισημαίνουμε τον κίνδυνο το κόστος της διεύρυνσης να αποτελέσει το άλλοθι για την παραπέρα αποδόμηση του κοινωνικού κράτους.

Ένα δεύτερο ερώτημα είναι τι θα γίνει με τον κοινοτικό προϋπολογισμό; Με τη διατήρηση του σημερινού επιπέδου του (1,27% ΑΕΠ) δεν μπορούμε να μιλάμε για βοήθεια στις χώρες της διεύρυνσης και ταυτόχρονα για μέτρα στην κατεύθυνση μιας κοινωνικής Ευρώπης.

Ένα τρίτο ερώτημα είναι κατά πόσο η Ελλάδα είναι προετοιμασμένη για τη διεύρυνση; για τις αρνητικές και θετικές της επιπτώσεις; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι και πολύ ευχάριστη για την κυβέρνηση. Αρκεί να σκεφτούμε π.χ τα προβλήματα της αγροτικής μας οικονομίας.

Βεβαίως η διεύρυνση θέτει και συνολικότερα ερωτήματα: π.χ σε σχέση με τη θεσμική εξέλιξη της ΕΕ που έχει ήδη καθυστερήσει και από την άποψη αυτή η Συνέλευση για το μέλλον της Ευρώπης μπαίνει σε κρίσιμη φάση για την ΕΕ των "25".

Μετά την Κοπεγχάγη, πρέπει κάτω από καινούργιο πρίσμα να αντιμετωπιστούν οι σχέσεις ΕΕ-ΗΠΑ, ΕΕ-Ρωσίας, ΕΕ-Τρίτου Κόσμου.

Ο ΣΥΝ θεωρεί ότι έχει μεγάλη σημασία σ’ αυτή τη νέα περίοδο να δημιουργηθούν πολύμορφοι δεσμοί αλληλεγγύης και συνεργασίας με τους λαούς των νέων χωρών-μελών. Αλλά και να μην υποβαθμιστεί το ενδιαφέρον και η βοήθεια της ΕΕ στις άλλες χώρες της Ευρώπης και ιδιαίτερα των Βαλκανίων που παραμένουν εκτός ΕΕ και φιλοδοξούν να ενταχθούν στο μέλλον.

Από την πλευρά τους οι δυνάμεις της ευρωπαϊκής αριστεράς ήδη αναπτύσσουν τις δικές τους συνεργασίες με τις αντίστοιχες δυνάμεις, ενώ το ίδιο συμβαίνει με τα συνδικάτα και τις άλλες κοινωνικές οργανώσεις και κινήματα, όπως έδειξε και το πρόσφατο πρώτο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ στη Φλωρεντία.
Μια Ενωμένη Ευρώπη που αυξάνεται συνεχώς χωρίς την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ανεργίας και της φτώχειας που παράγουν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές δεν είναι καθόλου ελκυστική για τους Ευρωπαίους πολίτες.
Ναι στην διεύρυνση αλλά ταυτόχρονα ναι στην εμβάθυνση με πολιτικές που θα μειώνουν τις ανισότητες και θα αντιμετωπίζουν τα κοινωνικά προβλήματα.

Και εδώ είναι ευθύνη και της ελληνικής προεδρίας να θέσει στην ατζέντα αυτά τα θέματα αλλά και να εφαρμόσει στην χώρα πολιτικές για την ανεργία και την απασχόληση.

Διεθνής φιλειρηνικός ρόλος της Ενωμένης Ευρώπης

Στο σημερινό διεθνές περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από την αυτοκρατορική λογική των ΗΠΑ και την επιχείρηση εφαρμογής των γεωστρατηγικών τους στοχεύσεων η Ενωμένη Ευρώπη πρέπει να αναδειχτεί σε ισχυρή και αυτόνομη δύναμη ειρήνης, ασφάλειας και συνεργασίας.

Η Ενωμένη Ευρώπη πρέπει να δουλέψει για την αποτροπή των πολέμων στο ΙΡΑΚ.
Η χώρα μας δεν πρέπει να έχει καμιά εμπλοκή σε τέτοιες στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Η Ενωμένη Ευρώπη οφείλει να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην επίλυση του Παλαιστινιακού. Με την είσοδο και της Κύπρου σε αυτή η πληγή είναι πια στα σύνορά της. Μια ουσιαστική παρέμβαση για την ανακήρυξη ανεξάρτητου Παλαιστινιακού κράτους θα αναβαθμίσει τον διεθνή της ρόλο που σήμερα είναι υποβαθμισμένος και ουσιαστικά παρακολουθεί αν δεν συμμετέχει στους αμερικανικούς σχεδιασμούς σε βάρος τελικά των συμφερόντων της.