Skip to main content.
12/08/2007

ΦΤΩΧΟΤΑΜΕΙΟ: ΕΝΑΣ ΠΕΛΑΤΕΙΑΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΠΛΑΣΤΩΝ ΠΡΟΣΔΟΚΙΩΝ. 'Αρθρο του Γιάννη Δραγασάκη, βουλευτή Β' Αθηνών στην ΑΥΓΗ

Μέσα σε μια, καλλιεργούμενη από την ίδια, προεκλογική ατμόσφαιρα η κυβέρνηση, ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός ταμείου για τη φτώχεια που ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Σιούφας το χαρακτήρισε ήδη "κατάκτηση για το κοινωνικό κράτος".

ΦΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

Αυτό όμως είναι ακριβώς εκείνο θα έπρεπε να αποδειχθεί. Διότι στις συνθήκες του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού πολιτικές διαχείρισης της φτώχειας χρησιμοποιούνται συχνά όχι για την ενίσχυση αλλά για τη συρρίκνωση και την αποδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους. Αυτό γίνεται συνήθως με τη μεταφορά δημόσιων πόρων και αρμοδιοτήτων – είτε με τη μορφή φορολογικών απαλλαγών είτε με τη μορφή επιχορηγήσεων – από το κράτος σε ιδρύματα της ιδιωτικής και της  εκκλησιαστικής φιλανθρωπίας. Στις ΗΠΑ, συγκεκριμένα, οι κυβερνήσεις Μπους μεταφέρουν σημαντικούς πόρους σε εκκλησιαστικά και  άλλα ιδιωτικά ιδρύματα για δράσεις που απευθύνονται στα πιο φτωχά στρώματα.

Η Ν.Δ. έλκεται από αυτό το μοντέλο. Δεν θα πρέπει να περάσει απαρατήρητο και το γεγονός ότι η προγραμματική συμφωνία που συμβολικά προσέφερε ο υπουργός Οικονομίας κ. Αλογοσκούφης στον Αρχιεπίσκοπο ύψους 30 εκατομ. ευρώ – ως πρώτη δόση προφανώς – αφορά σε προγράμματα "για την κοινωνική προστασία των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού όπως ηλικιωμένους, άπορους, μετανάστες κλπ." όπως αναφέρθηκε στις σχετικές ανακοινώσεις.

Ένα σημείο προς διευκρίνιση είναι λοιπόν τι ρόλος επιφυλάσσεται στην εκκλησία και σε ιδιωτικά ιδρύματα στη διαχείριση των πόρων του ταμείου.

Ένα άλλο κρίσιμο σημείο προς διευκρίνιση είναι η προέλευση των πόρων. Σε μια δήλωσή του ο κ. Αλογοσκούφης είπε ότι "το ταμείο θα προικοδοτείται στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης και της αύξησης των κοινωνικών δαπανών" (Απογευματινή 11/5/07). "Αναδιάρθρωση", σημαίνει ανακατανομή πόρων. Ποιες κοινωνικές δαπάνες, λοιπόν, θα μειωθούν προκειμένου να προικοδοτηθεί το ταμείο για τη φτώχεια; Μήπως το ταμείο της φτώχειας θα λειτουργήσει τελικά ως άλλοθι για την αποδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους;

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ;

Καιρό τώρα, η κυβέρνηση και ο φιλικός της τύπος καλλιεργούν την εντύπωση ότι η κυβέρνηση θα δημιουργήσει ένα ταμείο που από το 2008 θα αρχίσει να μοιράζει στους φτωχούς από 1.000 ευρώ το χρόνο. Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα "Απογευματινή" (11/5/07), ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, κ. Γ. Αλογοσκούφης, εξηγούσε ότι δικαιούχοι του ευρω-χιλιάρικου θα είναι όσοι βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας. "Έχουμε 2 εκατομμύρια φτωχούς" διευκρίνισε ο κ. Αλογοσκούφης, άρα, "στον κάθε φτωχό αναλογούν 1.000 ευρώ".

Οι ανακοινώσεις της κυβέρνησης αποδείχθηκαν ήδη μια πικρή απογοήτευση για τους ανθρώπους της μεγάλης ανέχειας. Διότι αυτό που τώρα διευκρινίστηκε είναι ότι το ποσόν των 2 δις ευρώ θα υπάρχει στο ταμείο μετά το 2010, κι αυτό αν και εφόσον, υποθέτουμε, οι προϋπολογισμοί ως τότε έχουν ισοσκελισθεί, όπως ο κ. Αλογοσκούφης έχει ήδη δεσμευθεί στην Ε.Ε. Αλλά ούτε τότε θα υπάρχει ένα ευρωχιλιάρικο για κάθε φτωχό. Το ταμείο διευκρίνισε ο κ. Αλογοσκούφης θα χρηματοδοτεί μελέτες, δράσεις και διάφορα προγράμματα που θα υποβάλλονται σ' αυτό. Το κόστος αυτών των προγραμμάτων θα φτάσει κάποτε να είναι ένα ποσόν που αν διαιρεθεί με τον αριθμό των φτωχών θα δίνει 1.000 ευρώ. Δεν είναι λοιπόν καθόλου σωστή η εντύπωση ότι οι φτωχοί θα πάρουν έστω από 1.000 ευρώ. Κανένας φτωχός δεν μπορεί να είναι βέβαιος αν θα πάρει και τι θα πάρει.

Όταν καταθέταμε την πρότασή μας για τη θεσμοθέτηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος επιμέναμε ότι σημασία δεν είχε μόνο το ύψος (του εγγυημένου εισοδήματος) αλλά κυρίως η θεμελίωση του δικαιώματος αυτού. Τη σημασία αυτής της διάστασης τη βλέπουμε σήμερα. Η πολιτική της κυβέρνησης δεν θεμελιώνει κανένα δικαίωμα των φτωχών, ούτε σε χίλια αλλά ούτε σε ένα ευρώ. Εκείνο που θεμελιώνεται είναι το δικαίωμα της κυβέρνησης να διαχειρίζεται στο όνομα των φτωχών, ένα σεβαστό ποσόν.

ΤΙ ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΝ ΤΕΛΙΚΑ;

Η δημιουργία, ενόψει των εκλογών, προσδοκιών και σχέσεων πολιτικής ομηρίας είναι η πιο προφανής επιδίωξη της κυβέρνησης.

Η δημιουργία ενός οικονομικού μηχανισμού με σκοπό την άσκηση πελατειακής πολιτικής με κομματικά κριτήρια είναι μια δεύτερη επιδίωξη που δεν πρέπει να αποκλείουμε. Όσο μεγαλύτερες θα είναι οι ασάφειες στον  τελικό νόμο, όσο πιο χαλαρές θα είναι οι διαδικασίες, όσο πιο απροσδιόριστα θα είναι τα κριτήρια τόσο πιο ισχυρές θα είναι οι ενδείξεις πως πρόκειται για ένα πελατειακό μηχανισμό υπέρ της κυβέρνησης παρά για μια πολιτική υπέρ των φτωχών.

Από τις ανακοινώσεις του κ. Αλογοσκούφη διαφαίνεται και μια τρίτη επιδίωξη. Η φτώχεια αντιμετωπίζεται κυρίως όχι ως ένα κοινωνικό πρόβλημα αλλά ως ένα στατιστικό μέγεθος. Η επιδίωξη που διαφαίνεται λοιπόν είναι η στατιστική μείωση της φτώχειας.

Η κατανόηση της φτώχειας ως στατιστικό μέγεθος απολυτοποιεί τη "γραμμή" που ορίζει την ακραία φτώχεια. Έτσι το 2004 η "γραμμή" αυτή ήταν στα 5.600 ευρώ ετήσιο εισόδημα ή στα 400 ευρώ το μήνα αν διαιρέσουμε αυτό το ποσό δια του 14. Ένας μερικά απασχολούμενος επομένως που παίρνει 450 ευρώ ή και ένας πλήρως απασχολούμενος που παίρνει 668 ευρώ θεωρείται ως μη φτωχός και άρα δεν απασχολεί την υπό σχεδιασμό πολιτική. Η φιλοσοφία της συζητούμενης πολιτικής είναι να περιορίσει τα άτομα που το ετήσιο εισόδημά τους είναι κάτω των 5.600 ευρώ (για το 2004).

Αναλυτικότερες έρευνες έχουν δείξει ότι το 50% των φτωχών είναι κοντά σ' αυτό το όριο. Άρα με κάποια ενίσχυση, ένα μέρος απ' αυτούς μπορεί να ξεπεράσει το όριο, ν' ανέβει δηλαδή, πάνω από τη γραμμή. Αν αυτό συμβεί τότε το ποσοστό της – έτσι οριζόμενης – φτώχειας μπορεί να πέσει από το 21% που είναι σήμερα στο 16% ή και χαμηλότερα.

Είναι εύκολο, αν και δεν είναι της στιγμής, να αποδείξει κανείς ότι ο στατιστικός αυτός στόχος μπορεί να επιτευχθεί (και με ποσά λιγότερα από 2 δις ευρώ) και ταυτόχρονα το κοινωνικό πρόβλημα της φτώχειας να γίνει οξύτερο. Διότι η φτώχεια δεν είναι ένα στατιστικό μέγεθος ούτε εξαντλείται η φτώχεια στην εισοδηματική της διάσταση. Είναι ένα πρόβλημα ευρύτερο, μια κατάσταση ανάγκης, ανέχειας και τελικά ανελευθερίας όπως την έχει χαρακτηρίσει εύστοχα ο νομπελίστας Amartya Sen, με διαστάσεις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές.

ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Για να κάνει κάποιος αποταμίευση δεν είναι απαραίτητο να έχει αγοράσει πρώτα κουμπαρά! Μπορεί να κάνει αποταμίευση και ας μην έχει κουμπαρά. Η κυβέρνηση διαφημίζει τον κουμπαρά, δηλαδή το ταμείο για τη φτώχεια, αλλά δεν μας έχει πείσει ότι έχει τη βούληση να κάνει αποταμίευση, δηλαδή να εφαρμόσει μια πολιτική καταπολέμησης της φτώχειας έστω στην ακραία της μορφή έστω και στη στενή εισοδηματική της διάσταση.

Οι κυβερνητικές εξαγγελίες αφήνουν  το πρόβλημα της φτώχειας ουσιαστικά ανέγγιχτο. Επιπρόσθετα περιορίζονται σε όσους ζουν κάτω από το όριο της ακραίας φτώχειας. Αγνοούν οι εξαγγελίες το πρόβλημα των εργαζόμενων φτωχών, όσων ζουν δηλαδή με τον μισθό των 700 ευρώ ή ακόμη χειρότερα με τον "μερικό μισθό" της μερικής και ευκαιριακής απασχόλησης.

Από την άλλη πλευρά η στάση ορισμένων τμημάτων της Αριστεράς (π.χ. ΚΚΕ) που ανάγουν την καταπολέμηση της φτώχειας αποκλειστικά σε δίκαια κατά τα άλλα αιτήματα για αυξήσεις των μισθών, των επιδομάτων ανεργίας και των συντάξεων αγνοεί όσους ζουν κάτω από τη "γραμμή" δηλαδή τους φτωχότερους των φτωχών, όσους δεν είναι απλώς άνεργοι αλλά αποκλεισμένοι από την αγορά εργασίας. Αγνοεί η στάση αυτή γενικότερα το πρόβλημα και τους κινδύνους διεύρυνσης της κοινωνικής γκετοποίησης και του κοινωνικού αποκλεισμού, προς την οποία ωθεί ο σημερινός νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός.

Είναι προφανής λοιπόν η ανάγκη για μια ευρύτερη και συνολική πολιτική, που θα αναγνωρίζει τόσο τις εισοδηματικές όσο και τις μη εισοδηματικές διαστάσεις της φτώχειας και θα ενοποιεί τους φτωχούς που είναι κάτω από τη "γραμμή", με εκείνους που είναι πάνω απ' αυτήν. Απαιτείται γι' αυτό μια στρατηγική που θα οικοδομείται από τα κάτω προς τα πάνω, θα θέτει κατώτατα όρια με τη μορφή ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος κι ενός ελάχιστου επιπέδου δικαιωμάτων σε πρόσβαση σε δημόσια αγαθά και υπηρεσίες και θα προχωρεί στη βάση αυτή σε μέτρα και πολιτικές που θα ωθούν σε μια πολιτική σύγκλισης προς τα πάνω και μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων.