Skip to main content.
Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου
04/03/2001

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝ: Πολιτικές εξελίξεις και πρωτοβουλίες του ΣΥΝ για το επόμενο διάστημα

Σύνοδος ΚΠΕ 3-4 Μαρτίου 2001

A.1.

Στη μετεκλογική περίοδο ο απολογισμός της κυβερνητικής πολιτικής, μετά μάλιστα και την συμμετοχή της χώρας στην Ο.Ν.Ε. που αποτελούσε το στόχο-ορόσημο των προεκλογικών επιλογών και εξαγγελιών της κυβέρνησης, επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις του ΣΥΝ για τον συντηρητικό χαρακτήρα των ασκούμενων πολιτικών και την εμμονή σε αντικοινωνικές επιλογές. Καθιστά επίκαιρες τις διαπιστώσεις και τις θέσεις του συνεδρίου του κόμματος για την άσκηση προγραμματικής αντιπολίτευσης, την ανάληψη πρωτοβουλιών και την επεξεργασία και προβολή εναλλακτικών προτάσεων της σύγχρονης δημοκρατικής Αριστεράς.

Ειδικότερα:

Η επιχειρούμενη συνταγματική αναθεώρηση, με συναίνεση της Ν.Δ. εκφράζει την επιλογή της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ να εγκλωβιστούν και να ελεγχθούν οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις, με τη συντήρηση αναχρονιστικών δομών που αναπαράγουν την παθογένεια του πολιτικού συστήματος. Δεν θεσμοθετείται η περιφερειακή συγκρότηση και αποκέντρωση. Δεν προωθείται ο χωρισμός κράτους-εκκλησίας, με αποτέλεσμα μάλιστα να μένει αποσπασματική και μετέωρη η διένεξη για το θέμα των ταυτοτήτων με την ηγεσία της Ιεραρχίας που αναλώνεται σε διχαστικά κηρύγματα.

Αποτρέπεται η θεσμική θωράκιση απέναντι στην ασυδοσία των διαπλεκομένων συμφερόντων. Επιχειρείται η μείωση των αρμοδιοτήτων και ο έλεγχος της δικαστικής εξουσίας. Αποδυναμώνεται το πλαίσιο των συνταγματικών εγγυήσεων για την προστασία του περιβάλλοντος. Δεν περιλαμβάνει την υποχρέωση του κράτους για ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα στους πολίτες.

Γενικότερα η επιλογή για τον περιορισμένο και επιλεκτικό χαρακτήρα της αναθεώρησης έχει ως στόχο να ενισχύσει το πλειοψηφικό, πρωθυπουργικό μοντέλο διακυβέρνησης.

Στην αντιφατική και με ισχυρά ελλείμματα πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης που σηματοδότησε η σύνοδος της Νίκαιας, η ελληνική κυβέρνηση ακολούθησε για μια ακόμη φορά πολιτική αφωνίας και άβουλης προσαρμογής στις κυρίαρχες συντηρητικές επιλογές. Η συνέχιση αυτής της πολιτικής θα είναι ιδιαίτερα προβληματική το ερχόμενο διάστημα καθώς μάλιστα στην ατζέντα της Σουηδικής Προεδρίας έχουν προτεραιότητα τα κρίσιμα κοινωνικά θέματα. Η "ευρωπαϊκή" πολιτική της κυβέρνησης εμφανίζεται εντελώς αδύναμη και αναντίστοιχη για να συμβάλει στην αναγκαία, τολμηρή πολιτική για τη διεύρυνση με κοινωνική εμβάθυνση και για την θεσμική πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης.

Με την ίδια λογική, της παθητικής συμμετοχής και της παρακολούθησης των επιλογών των μεγάλων δυνάμεων, ιδιαίτερα των ΗΠΑ, για την περιοχή μας, κινείται η "βαλκανική" πολιτική και οι κυβερνητικές επιλογές για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ενώ είναι φανερό ότι οι γενικότερες εξελίξεις με την πολιτική κρίση στην Τουρκία, που προφανώς σχετίζεται και με την πορεία προσαρμογής στην εταιρική σχέση της χώρας με την Ε.Ε., όπως επίσης και οι εντάσεις στα Βαλκάνια και τον ευρύτερο χώρο της Μ. Ανατολής, προοιωνίζονται σοβαρές ανακατατάξεις στον διεθνή περίγυρο και αναδεικνύουν σοβαρά πεδία για θετικές πρωτοβουλίες της χώρας μας σε όλα τα επίπεδα, στην κατεύθυνση που από χρόνια υποδεικνύει ο ΣΥΝ.

Ιδιαίτερα επισημαίνουμε την άρνηση της κυβέρνησης να προωθήσει ενεργητικά την επίλυση του θέματος της ονομασίας της FYROM με σύνθετο όνομα κοινής αποδοχής, την απόρριψη των προτάσεων του ΣΥΝ για την αμοιβαία και ισόρροπη μείωση των εξοπλισμών Ελλάδας και Τουρκίας, την παθητική παρακολούθηση των κρίσιμων εξελίξεων που οδηγούν με κύρια ευθύνη των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ σε γενικότερη αποσταθεροποίηση, αλλαγές συνόρων και όξυνση αλυτρωτικών τάσεων στα Βαλκάνια.

Σημειώνουμε τις σοβαρές ευθύνες των ΗΠΑ και των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων που προκύπτουν μετά τις αποκαλύψεις για τη χρησιμοποίηση βομβών με εξασθενημένο ουράνιο στην πολεμική επιχείρηση της οποίας ηγήθηκαν προς διετίας στη Βαλκανική.

Η οικονομική και κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης αποτυγχάνει να αξιοποιήσει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και να υπερβεί τα όποια αρνητικά δεδομένα οριοθετούν τη συμμετοχή της χώρας στην ΟΝΕ. Η διαπίστωση ότι οι διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας και η εμμονή στις πολιτικές επιλογές του αντικοινωνικού "μονόδρομου" θα αποτελούν εμπόδια στην καινούργια φάση, επιβεβαιώνεται, δραματικά. Όχι μόνο δεν επιχειρείται και δεν επιτυγχάνεται δίκαιη αναδιανομή, αλλά συνεχίζεται και εντείνεται η διάσταση ανάμεσα σε κοινωνικά στρώματα και τα οικονομικά συμφέροντα που "πλήρωσαν" και κερδοσκόπησαν, αντίστοιχα, στην προενταξιακή περίοδο. Ακολουθείται μια συνεχής πολιτική λιτότητας και περιορισμού των δημόσιων κοινωνικών δαπανών. Δεν προωθείται η αναγκαία τολμηρή φορολογική μεταρρύθμιση. Δεν λειτουργεί η επιτροπή ανταγωνισμού και το αναγκαίο πλαίσιο οικονομικού θεσμικού ελέγχου για τις εξαγορές, τους επεκτατισμούς και της αλληλοδιεισδύσεις, τη παρασιτική χρηματιστηριακή κερδοσκοπία.

Διαπιστώνεται η απουσία στρατηγικής ανάπτυξης της χειμαζόμενης αγροτικής οικονομίας και η εναπόθεση της αντιμετώπισης των οξυμένων προβλημάτων της στις δυνάμεις "της αγοράς". Έτσι και με δεδομένο ότι ο τομέας αυτός υπολείπεται οικονομικά από τους άλλους τομείς, η απουσία διαρθρωτικών παρεμβάσεων ενισχύει την αποεπένδυση στη γεωργία, τη μείωση της απασχόλησης που τροφοδοτεί την ανεργία, τα προβλήματα που έχουν σχέση με το υψηλό κόστος εισφορών με το μέγεθος και των πολυτεμαχισμό του κλήρου, τα έργα υποδομής, τη διαχείριση των υδάτινων πόρων, την εμπορία και τυποποίηση των αγροτικών προϊόντων, τη στήριξη και οργάνωση ενός σύγχρονου συνεταιριστικού τομέα παραγωγών.

Οι κοινοτικοί πόροι από το Γ΄ Κ.Π.Σ. διοχετεύονται σε αμφισβητούμενες, με κοινωνικά, περιφερειακά και περιβαλλοντικά κριτήρια επιλογές και προτεραιότητες και προγραμματίζονται χωρίς την ουσιαστική συμμετοχή της Νομαρχιακής και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Οι καθυστερήσεις "απορρόφησης" είναι σημαντικές και η χωρίς έλεγχο και διαφάνεια διαχείριση αυτών των κονδυλίων επιτείνουν την καθυστέρηση στη διαμόρφωση σύγχρονων υποδομών και την κοινωνική ανάπτυξη της χώρας.

Η πολιτική της πλήρους ιδιωτικοποίησης, που πλέον ακολουθείται, των μεγάλων επιχειρήσεων και παραγωγικών τομέων αλλά και κοινωνικών υπηρεσιών του Δημοσίου είναι μια πολιτική ριζικά αντίθετη με τον αναγκαίο εκσυγχρονισμό και την αξιοποίηση αυτών των επιχειρήσεων από το Δημόσιο με κοινωνικά κριτήρια, αναπτυξιακές προοπτικές και ρυθμιστικό ρόλο, μέσα στο νέο περιβάλλον απελευθέρωσης των αγορών. Και οδηγεί σε απαξίωση των δημόσιων αγαθών και του κοινωνικού πλούτου σε παράδοση και εκποίησή τους στην ασυδοσία των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων.

Επίσης η επιλογή των τεράστιων και παράλογων εξοπλιστικών προμηθειών και δαπανών που υποθηκεύουν για μεγάλη περίοδο των αναπτυξιακή προοπτική της χώρας, επιδεινώνει σημαντικά τα περιθώρια άσκησης μιας άλλης οικονομικής πολιτικής με κοινωνικές προτεραιότητες και δυναμιτίζει τις προσπάθειες για μείωση των ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους.

Η ανεργία αυξάνεται σε πρωτοφανή επίπεδα για την μεταπολεμική περίοδο. Οι πολιτικές της κυβέρνησης, με κορυφαίο ζήτημα την άρνηση για εφαρμογή του 35ωρου, οδηγούν στη συνεχή όξυνση του προβλήματος. Οι προεκλογικές εκτιμήσεις και επαγγελίες για "νέο κοινωνικό κράτος" αποδεικνύονται έωλες και ψευδεπίγραφες.

Ενώ, αντίθετα, εφαρμόζονται ή σχεδιάζονται νεοφιλελεύθερες πολιτικές σε κρίσιμους τομείς, όπως οι εργασιακές σχέσεις και η κοινωνική ασφάλιση που καταργούν εργατικές κατακτήσεις, αποδιαρθρώνουν τον κοινωνικό ιστό, επιτείνουν τις κοινωνικές αδικίες και υπονομεύουν την υποχρέωση κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύη των πολιτών. Οι ρυθμίσεις του πρόσφατου εργασιακού νόμου απορυθμίζουν ακόμη περισσότερο την αγορά εργασίας, μειώνουν το κόστος εργασίας, αυξάνουν την κερδοφορία των επιχειρήσεων, υποκαθιστούν τη σταθερή και πλήρη απασχόληση με την εισαγωγή μορφών μερικής και ελαστικής απασχόλησης.

Σημειώνουμε τις σημαντικές ευθύνες που ανέλαβαν οι πολιτικές δυνάμεις που αρνήθηκαν τη νομοθετική κατοχύρωση στη χώρα μας της εφαρμογής του 35ωρου χωρίς μείωση των αποδοχών και χωρίς απορύθμιση του ημερήσιου ωραρίου εργασίας. Επίσης ο ΣΥΝ εμμένει και προωθεί στα πλαίσια της εναλλακτικής οικονομικής πολιτικής του για την ανάπτυξη και κοινωνική προστασία μια συνολική προοδευτική μεταρρύθμιση της κοινωνικής ασφάλισης στα πλαίσια της οποίας είναι αναγκαίος και ο θεσμός της τριμερούς χρηματοδότησης με συμμετοχή και του κράτους.

Είναι φανερή και πολλαπλά διαπιστωμένη από έγκυρες ελληνικές και ευρωπαϊκές υπηρεσίες η πρωτοφανής υστέρηση της χώρας μας σε κοινωνικούς δείκτες και η αυξανόμενη οικονομική και κοινωνική περιθωριοποίηση αδύναμων στρωμάτων, ανέργων μακράς διάρκειας και μεγάλου μέρους της νεολαίας.

Στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των ελευθεριών και της διαμόρφωσης της κοινωνίας μας σε σύγχρονη πολυπολιτισμική, ανοικτή και ανεκτική συγκρότηση, παρά την θετική λειτουργία ανεξάρτητων αρχών προστασίας, σημειώνονται σοβαρά αρνητικά στοιχεία. Καθώς η προτεινόμενη από την κυβέρνηση νομοθεσία τόσο για ένα νέο "τρομονόμο" όσο και για το μεταναστευτικό μπορεί να οδηγήσουν σε συντηρητική, αυταρχική αναδίπλωση του ίδιου του νομικού πλαισίου εγγυήσεων αντί της διεύρυνσής του.

Η άτολμη και αναποτελεσματική πολιτική, που έχει οδηγήσει σε αδιέξοδα και σε ξενοφοβικά αντανακλαστικά αντί της εφαρμογής μιας ανοικτής σύγχρονης μεταναστευτικής πολιτικής, όπως επίσης και η προετοιμασία ενός νέου τρομονόμου υπό την πίεση των ΗΠΑ και την υπαγόρευση αντιδραστικών ρυθμίσεων από τη Ν.Δ. δημιουργούν σοβαρούς κινδύνους για την φαλκίδευση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των ελευθεριών των Ελλήνων πολιτών και των οικονομικών μεταναστών.

Στην εκπαίδευση οι επιχειρούμενες εμβαλωματικές αλλαγές στην χρεοκοπημένη μεταρρύθμιση της προηγούμενης περιόδου αφήνούν άθικτο όχι μόνο τον υποβαθμισμένο χαρακτήρα της παρεχόμενης παιδείας, αλλά αναπαράγουν την τάση εξόδου και απομάκρυνσης μεγάλου αριθμού νέων από την εκπαιδευτική διαδικασία, αντί της θεσμοθέτησης της δωδεκάχρονης υποχρεωτικής παιδείας, της εξασφάλισης του μορφωτικού χαρακτήρα του Λυκείου και της ελεύθερης πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση διαγράφεται ο κίνδυνος της υποβάθμισης των πανεπιστημιακών σπουδών, ενώ οι επιχειρούμενες αλλαγές στα ΤΕΙ δεν εξασφαλίζουν την ουσιαστική αναβάθμισή τους. Οι δαπάνες για την οικογένεια είναι δυσβάστακτες, το ίδιο το δημόσιο δωρεάν εκπαιδευτικό σύστημα υπονομεύεται και αποδιαρθρώνεται από τις ακολουθούμενες πολιτικές που πριμοδοτούν τον ιδιωτικό τομέα και την παραπαιδεία.

Ο ΣΥΝ θεωρεί ότι η αποδοχή της πολιτικής της διακήρυξης της Μπολόνια από τις ευρωπαϊκές χώρες εγκυμονεί κινδύνους για την ποιότητα, το είδος των σπουδών και τη σχέση των πτυχίων με την αγορά εργασίας. Ιδιαίτερα απορρίπτουμε το μοντέλο αναδιάρθρωσης των κύκλων σπουδών που προτείνεται στη διακήρυξη.

Στον τομέα της Υγείας τα χρόνια και οξυμένα προβλήματα που ταλανίζουν το ΕΣΥ όχι μόνο δεν αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά με τις απόπειρες μεταρρύθμισης της τελευταίας δεκαετίας, αλλά αντίθετα διογκώθηκαν σε επικίνδυνο βαθμό. Η υποβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας, η απαράδεκτη κατάσταση που βιώνουν καθημερινά χιλιάδες, πολίτες, ιδιαίτερα τα αδύνατα κοινωνικά στρώματα, δεν αντιμετωπίζεται ριζικά ούτε με τις επιχειρούμενες αλλαγές μέσω του νέου μεταρρυθμιστικού σχεδίου για την αναμόρφωση του ΕΣΥ. Αναπαράγεται η κατάσταση που οδηγεί τους "έχοντες" και εξωθεί τους "μη έχοντες" στην επιλογή της χρησιμοποίησης ιδιωτικών νοσοκομειακών και ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Με τα σημερινά δεδομένα, τα περιφερειακά συστήματα υγείας, χωρίς πραγματική αυτονομία, θα αποτελέσουν απλώς "αποκέντρωση του συγκεντρωτισμού". Η συνολική εικόνα του τομέα της Υγείας δεν πρόκειται να βελτιωθεί όσο η χώρα μας παραμένει, σε αντίθεση με τις κατά καιρούς εξαγγελίες προγραμμάτων, στην τελευταία θέση από άποψη πόρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στον τομέα της οικολογικής και περιβαλλοντικής αναγκαίας ανασυγκρότησης της χώρας μας οι εφαρμοζόμενες κυβερνητικές πολιτικές δεν κινούνται σε μια σύγχρονη κατεύθυνση με επιλογές για την αειφόρο και βιώσιμη ανάπτυξη και την επούλωση κρίσιμων "τραυμάτων" που έχει επιφέρει η μέχρι τώρα πολιτική άναρχης ανάπτυξης. Αντίθετα ενισχύουν και ενθαρρύνουν τις χρήσεις και τις καταχρήσεις, την ασυδοσία και την αυθαιρεσία που οδηγούν σε οριακή κατασπατάληση των φυσικών πόρων και στην παραπέρα υποβάθμιση του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος.

Με ευθύνη της κυβέρνησης η "επιχείρηση" Ολυμπιακοί Αγώνες 2004, για την ανάληψη των οποίων έγκαιρα και τεκμηριωμένα ο ΣΥΝ είχε εκφράσει τη διαφωνία του, οδηγείται σε μια μεγάλη περιπέτεια με σοβαρές οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Όχι μόνο δεν έχει προσδιοριστεί ο ιδιαίτερος χαρακτήρας αυτής της διοργάνωσης και δεν έχουν ενταχθεί τα έργα σε μια λογική ανάπλασης περιοχών, περιφερειακής ανάπτυξης και ζωογόνησης των αθλητικών υποδομών και του ερασιτεχνικού αθλητισμού, αλλά η όλη "επιχείρηση" εξελίσσεται σε ένα πεδίο ανοικτό για παντός είδους οικονομικές διαπλοκές, αλλά και πολιτικές πιέσεις προς τη χώρα μας με πρόσχημα την τρομοκρατία και την αστυνόμευση των αγώνων.

Σημειώνουμε ιδιαίτερα την ανάγκη να μην υλοποιηθεί το σχέδιο οικολογικής καταστροφής του Μαραθώνα από ολυμπιακές εγκαταστάσεις, για λόγους ιστορικής μνήμης και περιβαλλοντικής προστασίας της περιοχής.

Το μαζικό κίνημα για την προστασία του Μαραθώνα, όπως επίσης γενικότερα και κατά της Αναθεώρησης των άρθρων 24,94,95,100 υπήρξε πολύτιμο και ο ΣΥΝ θα συνεχίσει να το στηρίζει.

Στον τομέα της σύγχρονης πολιτιστικής δημιουργίας και της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας η κυβερνητική πολιτική παρουσιάζει ένδεια που συγκαλύπτεται πολλές φορές από την ανέξοδη ρητορεία των εναλλασσόμενων ηγεσιών του υπουργείου Πολιτισμού. Η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση είναι η εξαγγελία της πολιτιστικής Ολυμπιάδας. Μετά από δυο χρόνια χωρίς πρόγραμμα, χωρίς χρονοδιάγραμμα και προϋπολογισμό, αλλά κυρίως χωρίς ταυτότητα, ετοιμάζονται απλώς πολυδάπανες εκδηλώσεις, οι οποίες αφήνουν απ΄έξω τις ζωντανές δυνάμεις της καλλιτεχνικής και πνευματικής δημιουργίας.

A.2.

Η κυβερνητική πολιτική έχει μπει, επί της ουσίας, σε μια παρατεταμένη περίοδο δοκιμασίας και αμφισβήτησης. Η αίσθηση που υπάρχει στην κοινωνία ότι παράγει και οξύνει τα αδιέξοδα όχι μόνο απομακρύνει το ΠΑΣΟΚ από παραδοσιακά κοινωνικά ερείσματα αλλά και δημιουργεί εσωτερικούς τριγμούς καθώς ενισχύει τις αντιπαραθέσεις που δημιουργεί η άγονη αναζήτηση "νέου οράματος" και η αίσθηση ανοχής και υποταγής στη στρατηγική επιρροή μεγάλων οικονομικών συμφερόντων. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, στηριγμένη αποκλειστικά και μόνο στην κοινοβουλευτική της πλειοψηφία, διεκπεραιώνει μια πολιτική χωρίς κοινωνικές συναινέσεις και χωρίς παραδοσιακή "κομματική" στήριξη, η οποία όμως έχει μεταλλαχθεί σε ισχυρό σύστημα πελατειακών σχέσεων.

Γενικότερα, η κυβέρνηση ασκεί μια πολιτική διγλωσσίας, έναν εκσυγχρονιστικό λαϊκισμό, ώστε να καλύπτονται από το μανδύα ανανεωτικών επαγγελιών οι πλέον αντικοινωνικές επιλογές και πολιτικές της. Το πεδίο προγραμματικής αντιπαράθεσης σ΄αυτή την κυβερνητική πρακτική με εναλλακτικές πολιτικές είναι προνομιακό γιατί ακριβώς θέτει επί της ουσίας τις αντιφάσεις, αμφισημίες αλλά και την αμφισβήτηση του γενικότερου χαρακτήρα των κυβερνητικών επιλογών σε κρίσιμους τομείς. Όπως επίσης είναι σημαντική για την αντιπαράθεση με τις αντικοινωνικές πολιτικές, η συμβολή στην ανάπτυξη των μαζικών αγώνων. Η προώθηση πρωτοβουλιών που δίνουν περιεχόμενο και προοπτική στην έκφραση της αντίστασης των εργαζομένων, των ανέργων, των ενεργών πολιτών, της νεολαίας. Και η καταπολέμηση των τάσεων κατακερματισμού, ηγεμονισμού και στενής συντεχνιακή αντιμετώπισης, όπως επίσης της λογικής του κυβερνητικού συνδικαλισμού και της διάσπασης της ενότητας των μαζικών αγώνων.

Η εμμονή για την μη αλλαγή του εκλογικού συστήματος και η απόρριψη της απλής αναλογικής από το ΠΑΣΟΚ αποτελεί την ευθεία συνέπεια στην επιλογή από το κυβερνών κόμμα συντηρητικών πολιτικών και την άρνηση των προϋποθέσεων για μία ριζική στροφή στην πολιτική ζωή του τόπου και για τη διαμόρφωση νέων συσχετισμών για την προοδευτική ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού.

Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ έχει ως στόχο, για μία ακόμη φορά, την περιθωριοποίηση της κοινωνικής και εκλογικής επιρροής της Αριστεράς και επί της ουσίας, καλλιεργεί, το έδαφος για μία ενδεχόμενη εναλλαγή με τη Ν Δ. Από το ΠΑΣΟΚ δεν εκπορεύονται πλέον πρωτοβουλίες, αλλά υποκατάστατα πολιτικών, μέσω εξαγγελιών και παραπολιτικής.

Τις αρνητικές αλλαγές που επιφέρουν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εφαρμόζει ως κυβέρνηση τις εμφανίζει ως δήθεν κλασικές συνταγές που επιβάλλονται καθ' υπόδειξη διεθνών οργανισμών και τους προσδίδει αποσπασματικό χαρακτήρα ενώ αποτελούν στοιχεία της ίδιας κεντρικής αντίληψης της κυβέρνησης για τις επιχειρούμενες μεταρρυθμίσεις.

Προσδοκά να υποκαταστήσει τις κοινωνικές συναινέσεις με την οργάνωση των συναινέσεων των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων στη βάση της κατανομής του πακτωλού των κονδυλίων του Γ΄ΚΠΣ, των εξοπλιστικών προγραμμάτων, των εσόδων από την απελευθέρωση των αγορών, των δημόσιων προμηθειών και των δαπανών για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Και αδιαφορεί, αν δεν περιφρονεί, τις περιφερειακές, τις κοινωνικές, τις οικολογικές και πολιτισμικές προτεραιότητες, που είναι αναγκαίες στη σύγχρονη εποχή, για μία εναλλακτική προοπτική ισόρροπης ανάπτυξης της χώρας

A.3.

Διανύουμε μια ενδιαφέρουσα μεταβατική πολιτική περίοδο στην οποία διαμορφώνονται οι συνθήκες και οι γενικότεροι κοινωνικοπολιτικοί συσχετισμοί που θα εκφραστούν και στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.

Σε λιγότερο από ένα χρόνο μετά τις βουλευτικές εκλογές και την πρωτοφανή κατίσχυση του δικομματισμού έχει δημιουργηθεί κλίμα πολιτικής ρευστότητας, έντονων εσωκομματικών διεργασιών στο ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ. και καλλιεργείται η αίσθηση για αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό. Την αίσθηση αυτή ενισχύει και η δημιουργία του νέου κόμματος Αβραμόπουλου.

Αυξάνει και εμπεδώνεται η τάση κριτικής και απόρριψης μέσα στην κοινωνία για τις ασκούμενες πολιτικές και δυναμώνει η αίσθηση παραλυτικών αδιεξόδων σε κρίσιμους τομείς της καθημερινής ζωής.

Οι εσωτερικοί τριγμοί του φαινομενικά πανίσχυρου δικομματισμού, με ευθύνη του ΠΑΣΟΚ δεν ενεργοποιούν μια εναλλακτική δυναμική προοδευτικής ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού. Αντίθετα, οι επιλογές του ΠΑΣΟΚ τροφοδοτούν τάσεις ενίσχυσης του ευρύτερου χώρου των κεντροδεξιών πολιτικών επιλογών.

Οι τάσεις αυτές αντιστοιχούν σε μια προϊούσα συντηρητική κοινωνική αναδίπλωση που ανατροφοδοτείται με τις συντηρητικές κυβερνητικές πολιτικές. Επίσης, ευνοούνται αυτές οι τάσεις συστηματικά από κυρίαρχα οικονομικά και εκδοτικά συμφέροντα που έχουν ως επιδίωξη την πίεση για αλλαγές και την αύξηση της επιρροής τους στα δύο κόμματα του δικομματισμού. Όπως επίσης και την ταυτόχρονη απορρόφηση και έκφραση της πολιτικής αμφισβήτησης στα πλαίσια μιας ελεγχόμενης συντηρητικής αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού με ζωτικό χώρο και για το υπό ίδρυση κόμμα Αβραμόπουλου.

Το ΠΑΣΟΚ, με τη γενικότερη πολιτική του και τις εφαρμοζόμενες κυβερνητικές επιλογές έχει ως στόχο την ενίσχυση και αναπαραγωγή του δικομματισμού.

Η Ν.Δ. ασκεί αντιπολίτευση ακριβώς μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, αξιοποιεί τη λογική της δικομματικής εναλλαγής, ποντάρει στη φθορά της κυβέρνησης και την κούραση του εκλογικού σώματος. Αποφεύγει τις δεσμεύσεις στα σοβαρά θέματα και πολιτεύεται αξιοποιώντας τα διαχειριστικά ελλείμματα της κυβέρνησης σε πολιτικές που επί της ουσίας συμφωνεί.

Β.1.

Κεντρικό στόχο του ΣΥΝ την περίοδο που διανύουμε αποτελεί η επαναθεμελίωση μιας στρατηγικής της ελληνικής Αριστεράς ενταγμένης στο ευρύτερο ρεύμα της Ριζοσπαστικής Δημοκρατικής και Οικολογικής Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Στα πλαίσια αυτά αποκτά πρωταρχική σημασία η ενίσχυση της φυσιογνωμίας και της οργανωτικής του συγκρότησης. Οι επί μέρους επιλογές και πρωτοβουλίες του ΣΥΝ πρέπει να υπηρετούν και να συνδέονται με αυτόν τον κεντρικό στόχο.

Απ' αυτήν την σκοπιά η αντιπαράθεσή προς την κυβερνητική πολιτική δεν μπορεί να εξαντλείται σε παραδοσιακά αντιπολιτευτικά κλισέ. Ούτε να περιορίζεται στην αναμφισβήτητα αναγκαία επισήμανση των παραδοσιακών και διαχρονικών στρεβλώσεων του ελληνικού καπιταλισμού και του ελληνικού κρατικού συστήματος. Η δική μας αντιπαράθεση προς την κυβερνητική πολιτική οφείλει να προσλάβει το προγραμματικό και θεωρητικό εύρος μιας συστηματικής κριτικής στις επιλογές της σύγχρονης ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας που αδυνατεί να σπάσει τα όρια της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας στην σημερινή φάση της παγκοσμιοποίησης.

Η ηγεμονία αυτών των απόψεων έγινε σε μια περίοδο κυριαρχίας μιας αντίληψης που θεωρούσε ότι όλα τα προβλήματα λύνονται αυτομάτως από την αγορά. Να όμως που αυτή η ιδεολογία ξεθωριάζει. Ο παράδεισος δεν ήταν για τους πολλούς. Έτσι σήμερα το κρίσιμο ερώτημα που αναδεικνύεται είναι: πως γίνεται δυνατός σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης ο κοινωνικός και πολιτικός έλεγχος της αγοράς. Κάτι δηλαδή που υπερβαίνει το σημερινό χαρακτήρα και συγκροτεί μια άλλη ιδεολογία, που θα βασιζόταν στις έννοιες της ισότητας, της αλληλεγγύης και της ελευθερίας. Μια τέτοια δυνατότητα δεν αναφέρεται ούτε σε ένα εκσυγχρονισμό οριακών διορθώσεων της αγοράς από μια φιλελεύθερη σοσιαλδημοκρατία ούτε σ' ένα δογματισμό της άρνησης. Σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης ο κοινωνικός και πολιτικός έλεγχος της αγοράς θα μπορούσε να επιχειρηθεί με την ανανέωση και τη διεθνοποίηση της πολιτικής και της δημοκρατίας, με την διαμόρφωση νέων κοινωνικών και πολιτικών κινημάτων, με την αξιοποίηση κρατικών και διακρατικών θεσμών. Απ' αυτήν την αφετηρία πρέπει να οργανώσουμε την οργανική μας συνάντηση με τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα.

Ταυτόχρονα καθοριστικής σημασίας στοιχείο για την επαναθεμελίωση μιας σύγχρονης στρατηγικής της Αριστεράς αποτελεί η συστηματική και σε βάθος αντιπαράθεσή μας με αντιλήψεις που παραπέμπουν σε συστήματα ιδεών που κυριάρχησαν στον καταρεύσαντα υπαρκτό σοσιαλισμό και την δογματική Αριστερά προηγούμενων δεκαετιών.

Β.2.

Ιεραρχώντας κατ' αυτόν τον τρόπο τις προτεραιότητες μας είναι φανερό ότι δεν μας αφορούν τα ποικίλα σενάρια που εξαντλούνται σε θέματα τρέχουσας πολιτικής και εκλογικής τακτικής αποκομμένα από το προγραμματικό τους υπόβαθρο. Στο κομβικό σημείο που βρίσκεται σήμερα η ελληνική κοινωνία ούτε η απλή επίκληση του κινδύνου της δεξιάς ούτε μόνο η επίκληση της ανάγκης αντίστασης στο δικομματισμό αποτελούν παραγωγικές αφετηρίες για ορθή στρατηγική της αριστεράς. Και τα δυο αυτά σχήματα αποτελούν παραμορφωτικούς φακούς ανάγνωσης της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας και κυρίως αποτελούν μεθόδους προσέγγισης της πολιτικής πραγματικότητας που οδηγούν στην αναπαραγωγή του υφισταμένου συστήματος διακυβέρνησης και μετατρέπουν την Αριστερά σε καταλύτη της αναπαραγωγής του.

Η αναγκαία αλλαγή των υφισταμένων κοινωνικών πολιτικών και ιδεολογικών συσχετισμών συναρτάται ευθέως με την προβολή και ισχυροποίηση στην πολιτική ζωή και τους κοινωνικούς αγώνες μιας εναλλακτικής Αριστερής προγραμματικής πρότασης για την ελληνική κοινωνία στην ευρωπαϊκή της προοπτική. Είναι φανερό ότι αυτή η εναλλακτική πρόταση έναντι της κυρίαρχης νεοφιλελεύθερης αντίληψης δεν μπορεί να προέλθει από τους σημερινούς διαχειριστές της. Κάτι τέτοιο δεν σημαίνει ότι υποτιμούμε τις διακρίσεις ανάμεσα στα πολιτικά ρεύματα ανάμεσα σε μια αμιγώς νεοφιλελεύθερη αντίληψη και σε μια σοσιαλδημοκρατική διαχείριση. Όμως αυτό που σήμερα προέχει είναι η ανασυγκρότηση ως διακριτής δύναμης και πέραν των ορίων της σοσιαλδημοκρατίας μιας ριζοσπαστικής και οικολογικής αριστεράς, μιας αριστεράς που θα θέσει ως κεντρικό της στόχο την αμφισβήτηση του νεοφιλελευθερισμού σε όλες του τις παραλλαγές. Αυτό είναι το πραγματικό κενό που πρέπει να καλυφθεί με δεδομένη την κυριαρχούσα κεντροδεξιά σύγκλιση

Οι θεωρίες περί του κεντροαριστερού πόλου που θα αντιπαρατεθεί στην κεντροδεξιά, με δεδομένη την κυβερνητική πολιτική του ΠΑΣΟΚ και με δεδομένη την περαιτέρω ενίσχυση του μονοκομματικού πλειοψηφικού αυταρχισμού που προωθεί δια της συνταγματικής αναθεώρησης, εξυπηρετούν αποκλειστικά και μόνον τους εκλογικούς σχεδιασμούς του ΠΑΣΟΚ. Η αλλαγή της ονοματολογίας των δύο πόλων του ίδιου συστήματος δικομματικής εναλλαγής στην εξουσία αυτοδύναμων μονοκομματικών κυβερνήσεων με παραπλήσιο κυβερνητικό πρόγραμμα - η μετονομασία δηλαδή του σημερινού δικομματισμού σε "δημιουργικό διπολισμό" - δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού.

Γι αυτό ο ΣΥΝ, υπερασπιζόμενος ακριβώς την ανάγκη ανασύνθεσης του σκηνικού, αλλά μιας ανασύνθεσης που να οδηγεί στην δημιουργία προϋποθέσεων για τη συγκρότηση μιας νέας κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας, οφείλει να καταδείξει τον πραγματικό χαρακτήρα αυτών των σεναρίων που επεξεργάζεται η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, να καταδείξει την διγλωσσία της και οφείλει να αγωνιστεί για την απόκρουσή τους όπως επίσης οφείλει να αγωνιστεί για την δημιουργία ως προς αυτά τα σενάρια μιας νέας αντίληψης στο χώρο της ευρύτερης αριστεράς και ιδιαίτερα στο χώρο των δυνάμεων που δείχνουν να πείθονται για την ειλικρίνειά τους.

Από την άλλη πλευρά με δεδομένη την προγραμματική αγκύλωση του ΚΚΕ σε κρίσιμα θέματα, την επιλογή περιχαράκωσής του με τη γραμμή του μετώπου περί το ΚΚΕ, και την εμμονή της ηγεσίας του στην μη ανάπτυξη φυσιολογικών σχέσεων με τον ΣΥΝ, είναι σαφές ότι δεν είναι εφικτή η εφ' όλης της ύλης πολιτική συνεργασία με την μορφή του "αριστερού πόλου". Βεβαίως αυτή η εκτίμηση δεν αναιρεί την ανάγκη για την προώθηση μορφών κοινής δράσης για την απόκρουση της κυβερνητικής πολιτικής και για την από κοινού υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων όπου αυτό είναι προγραμματικά εφικτό. Ο ΣΥΝ προς αυτή τη κατεύθυνση έχει ήδη αναλάβει πρωτοβουλίες και θα επιμείνει και στο μέλλον ανεξάρτητα από την αρνητική στάση του ΚΚΕ.

Β.3.

Στη βάση αυτών των θεμελιακών επιλογών που αποτελούν και τον κορμό των συνεδριακών μας αποφάσεων η ΚΠΕ έχει επεξεργαστεί ένα συνολικό πρόγραμμα πρωτοβουλιών και δράσεων με ορίζοντα τις Δημοτικές και Νομαρχιακές εκλογές του 2002.

Βασικοί άξονες αυτού του προγράμματος είναι :

α) Η ενεργός συμμετοχή και παρέμβαση στις Ευρωπαϊκές εξελίξεις, η προώθηση του στόχου δημιουργίας Ευρωπαϊκού Κόμματος της Σύγχρονης Ριζοσπαστικής και Οικολογικής Αριστεράς και η ανάπτυξη στενών σχέσεων με τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα κατά του νεοφιλελεύθερου χαρακτήρα και της παγκοσμιοποίησης.

β) Η αντιπαράθεση μας με την οικονομική και κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης με αιχμή τα θέματα της ανεργίας, του ασφαλιστικού συστήματος και γενικότερα τα θέματα του κοινωνικού κράτους, της υγείας και της παιδείας.

γ) Η προετοιμασία για τις επόμενες Νομαρχιακές και Δημοτικές εκλογές με αιχμή την ανάδειξη ενός διακριτού προγραμματικού πλαισίου για την αποκέντρωση, την Τ. Α. , νομαρχιακή και περιφερειακή Αυτοδιοίκηση, την πολεοδομική ανάπλαση και κοινωνική ανασυγκρότηση των μεγάλων πόλεων.

δ) Η παρέμβαση μας στα θέματα που σχετίζονται με την υλοποίηση του Γ' Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και με την προετοιμασία της Ολυμπιάδας του 2004.

ε) Η συνάντηση με τις δυνάμεις του Οικολογικού Κινήματος στην Ελλάδα και η προσπάθεια προγραμματικού εμπλουτισμού του ΣΥΝ ώστε να συγκλίνει οργανικά με τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής οικολογίας και να συνθέτει δημιουργικά τις ιστορικές εμπειρίες και τις ιδέες της σύγχρονης δημοκρατικής Αριστεράς και της Οικολογίας.

στ) Η παρέμβασή μας στα θέματα των δικαιωμάτων και η διαμόρφωση στενών δεσμών με όλα τα κινήματα που συγκροτούνται στη βάση υπεράσπισης των δικαιωμάτων.

ζ) Η παρέμβασή μας στα προβλήματα της νέας γενιάς και η διαμόρφωση των προϋποθέσεων μιας νέας ριζοσπαστικοποίησης της νεολαίας.

Βασικός σταθμός στην πορεία υλοποίησης αυτού του προγραμματισμού αποτελεί το προγραμματικό συνέδριο του κόμματος που θα πραγματοποιηθεί τον Νοέμβριο του 2001.

Το προγραμματικό συνέδριο μπορεί και πρέπει να αποτελέσει το σημείο όπου θα καταγραφεί η πρώτη σαφής μορφοποίηση των νέων προσανατολισμών του κόμματος τόσο σε επίπεδο προγραμματικών και πολιτικών θέσεων όσο και σε επίπεδο δημόσιας εικόνας και οργανωτικής συγκρότησης .

Στην προοπτική αυτή ο ΣΥΝ θα επιδιώξει την διαμόρφωση συνεργασίας και οργανικών σχέσεων με τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς και της οικολογίας με τις οποίες συνεργαστήκαμε στις βουλευτικές εκλογές και επίσης με δυνάμεις και πρόσωπα της ευρύτερης αριστεράς που μέσα από την δική τους διαδρομή και οπτική εργάζονται προς την ίδια με μας κατεύθυνση.

Β.4.

Η ΚΠΕ του ΣΥΝ εκτιμά ότι η πολιτική αποτίμηση και η διεξοδική συζήτηση σε όλες τις οργανώσεις για τις συλλογικές αποφάσεις την πολιτική και τις πρωτοβουλίες του κόμματος θα συμβάλλει θετικά στην ενίσχυση των δημοκρατικών συλλογικών διαδικασιών, στην αποσαφήνιση της φυσιογνωμίας, των θέσεων και της δημόσιας εικόνας του ΣΥΝ. Και ότι κατ' αυτόν τον τρόπο θα αποτραπεί η καλλιέργεια συγχύσεων και αμφισημιών ως προς την πολιτική του κόμματος.

Αλλωστε αυτή η πολιτική έχει υιοθετηθεί από τη μεγάλη πλειοψηφία του κόμματος και έχει διαμορφωθεί με αποφάσεις της ΚΠΕ από το Τακτικό μας Συνέδριο μέχρι και σήμερα. Η προσωπική άποψη δεν καταργείται, αλλά δεν πρέπει να επικαλύπτει τη συλλογική και από κοινού διαμορφωμένη θέση. Αυτή η πολιτική θα εφαρμοστεί. Θα δοκιμαστεί στην πράξη και θα κριθεί.

Η εσωκομματική δημοκρατία για τη σύγχρονη δημοκρατική και ριζοσπαστική Αριστερά είναι οργανικό στοιχείο της στρατηγικής, της φυσιογνωμίας του κόμματος, αναβαθμίζει την πολιτική και το συνολικό επίπεδο δημοκρατικής θεσμικής λειτουργίας μέσα στην κοινωνία. Με αυτήν την έννοια στοιχείο της φυσιογνωμίας του κόμματός μας είναι οι συλλογικές αποφάσεις και όχι οι μεμονωμένες και προσωπικές πρακτικές. Ο διαρκής έλεγχος των αποφάσεων είναι δεκτός και επιθυμητός. Η συνεχής επισήμανση των κενών και των αντιφάσεων της πολιτικής μας από τη σκοπιά όσων διατυπώνουν μια διαφορετική άποψη είναι παραπάνω από χρήσιμη.

Όμως το κόμμα μέσα από τις καταστατικά κατοχυρωμένες λειτουργίες του διαμορφώνει μια άποψη, μια γραμμή, και αυτή τη γραμμή υλοποιεί μέχρι με δημοκρατικό τρόπο να την αλλάξει.

Στον ΣΥΝ οι τάσεις είναι νόμιμες και ελεύθερες. Γονιμοποιούν τη σκέψη μας οι παρατηρήσεις όλων των απόψεων που κατατέθηκαν στο Συνέδριό μας. Εφαρμόζουμε τις αποφάσεις του κόμματος, αυτό είναι δημοκρατία.