Skip to main content.
Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας
19/10/2005

Το προσχέδιο Προϋπολογισμού του 2006 και η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης

Συνέντευξη Τύπου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς

O ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Ο Γιάννης Δραγασάκης, βουλευτής του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, ο Παύλος Κλαυδιανός, μέλος της Γραμματείας του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, μέλος της Π.Γ., υπεύθυνος Οικονομικής και Κοινωνικής Πολιτικής του ΣΥΝ και ο Γιάννης Μηλιός, μέλος της Γραμματείας του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, έδωσαν σήμερα συνέντευξη Τύπου με θέμα: «Το προσχέδιο Προϋπολογισμού του 2006 και η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης».

Τη συνέντευξη συντόνισε ο Γιάννης Θεωνάς, μέλος της Γραμματείας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.
Στη συνέντευξη παρευρέθηκε και ο Πρόεδρος της Κ.Ο. του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς Αλ. Αλαβάνος.


Α. ΓΕΝΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ

Τα δημοσιονομικά ελλείμματα, η υψηλή ανεργία, η κοινωνική ασφάλιση, το διογκούμενο εμπορικό έλλειμμα, η υποβάθμιση του περιβάλλοντος, δεν συνιστούν συγκυριακά ούτε είναι μόνο διαχειριστικά προβλήματα. Υποδηλώνουν την ανάγκη για ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης που έγινε πιο πιεστική μετά τη συμμετοχή μας στην ΟΝΕ. Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών, η ελληνική οικονομία, πρέπει να επιτύχει ένα άλμα παραγωγικότητας, μια νέα παραγωγική εξειδίκευση, κυρίως σε δραστηριότητες βασισμένες στη γνώση και ένα νέο μοντέλο δίκαιης αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου και διασφάλισης της μακροχρόνιας βιωσιμότητας της κοινωνικής ασφάλισης.

Η πολιτική της κυβέρνησης δεν υπηρετεί ούτε αναλαμβάνει καν το στόχο αυτό. Αντίθετα, περιορίζεται στην περιστολή της ζήτησης, που κι' αυτό γίνεται με τρόπο άνισο και πλήττει κυρίως τους κοινωνικούς τομείς, τους εργαζόμενους, τους ανέργους, τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα. Η κυβέρνηση αναζητεί τη διέξοδο στα κυρίαρχα νεοφιλελεύθερα δόγματα όταν αυτά αποδεικνύονται διεθνώς αιτίες των κοινωνικών προβλημάτων και όχι μέσα για την αντιμετώπισή τους.

Σε ό,τι αφορά, ειδικότερα, τον προϋπολογισμό για το 2006, το προσχέδιο που κατέθεσε η κυβέρνηση, οδηγεί στις ακόλουθες διαπιστώσεις:

1. Το δημόσιο έλλειμμα, ουσιαστικά δε μειώνεται, αλλά συγκαλύπτεται ή με διάφορα τεχνάσματα μεταφέρεται στο μέλλον.

2. Ταυτόχρονα, το δημόσιο έλλειμμα, επισείεται ως φόβητρο, και με πρόσχημα αυτό, γίνεται μια γιγάντια αναδιανομή εισοδημάτων. Ενδεικτικό της αναδιανομής που συντελείται είναι ότι, ενώ οι εισοδηματικές αυξήσεις των εργαζομένων περιορίζονται στα όρια του πληθωρισμού, οι φόροι που η κυβέρνηση προσδοκά να εισπράξει από τα "φυσικά πρόσωπα" (κυρίως μισθωτούς) είναι αυξημένοι κατά 9,2%. Τούτο σημαίνει ότι το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα όσων τα εισοδήματα δεν αυξηθούν ή αυξηθούν στα όρια του πληθωρισμού θα μειωθεί. Κι αυτό χωρίς να μπορούν, στην παρούσα φάση, να εκτιμηθούν οι συνέπειες από την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, τις αλλαγές στη φορολογία ακινήτων και άλλα επιβαρυντικά μέτρα που ενδεχομένως ληφθούν μέσα στο 2006.
Ταυτόχρονα, υπό συνθήκες αυξημένης κερδοφορίας, οι φόροι που θα πληρώσουν οι επιχειρήσεις προϋπολογίζεται να αυξηθούν μόλις κατά 2,5%, ενώ κατά το 2006 αυτοί έμειναν στάσιμοι (αύξηση 0,6%), Έτσι ο προϋπολογισμός του 2006 οδηγεί σε περαιτέρω μεγάλη διεύρυνση των ανισοτήτων.

3. Η διαφημιζόμενη, από την κυβέρνηση, "μείωση της ανεργίας" είναι περισσότερο στατιστική παρά πραγματική. Εκφράζει την αύξηση των ατόμων που εργάζονται με μερική ή ευκαιριακή απασχόληση ή παρακολουθούν προγράμματα κατάρτισης και κατά τη Eurostat θεωρούνται ως απασχολούμενοι. Μικρή ανάκαμψη της απασχόλησης παρατηρείται μόνο σε ορισμένα τουριστικά επαγγέλματα, λόγω της σχετικής ανάκαμψης του τουρισμού και σε ορισμένους τομείς των υπηρεσιών. Αφορά δε σε μια απασχόληση ευκαιριακή, επισφαλή και χαμηλά αμειβόμενη. Παράλληλα, χάνονται χιλιάδες θέσεις πλήρους και ειδικευμένης εργασίας, κυρίως μέσω του κλεισίματος ή της συγχώνευσης επιχειρήσεων.

4. Σε ό,τι αφορά την κατανομή των δαπανών κύριο γνώρισμά της είναι η συνεχιζόμενη υποχρηματοδότηση των κρίσιμων τομέων της υγείας, της παιδείας, της έρευνας και της κοινωνικής ασφάλισης, ενώ η εξαγγελθείσα προεκλογικά μείωση των στρατιωτικών δαπανών δεν πραγματοποιείται.

5. Ο προϋπολογισμός του 2006 είναι επίσης ένας προϋπολογισμός σε βάρος του μέλλοντος. Χρέη του παρελθόντος και τρέχουσες υποχρεώσεις μετακυλύονται φανερά ή συγκαλυμμένα σε επόμενα έτη. Το χρέος απέναντι στο περιβάλλον και την προστασία του αγνοείται. Το αποθεματικό για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών είναι υποτυπώδες. Τέλος, προβλέπεται εντατικοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων, γεγονός που σημαίνει ότι μελλοντικά έσοδα του κράτους προεξοφλούνται και η καθαρή οικονομική του θέση επιδεινώνεται.

6. Το συνολικό σχέδιο συνεπώς της κυβέρνησης, όπως αυτό σκιαγραφείται στο προσχέδιο του προϋπολογισμού:

α) Ευνοεί τους πλούσιους, τα μερίσματα και τα κέρδη ρίχνοντας όλα τα βάρη στους εργαζόμενους, τους ανέργους και γενικά τον κόσμο των στερήσεων.

β) Μεταφέρει χρέη, ελλείμματα και υποχρεώσεις στο μέλλον.

7. Αναγκαίο μέσο και συμπλήρωμα, αυτού του σχεδίου είναι η αδιαφάνεια του προϋπολογισμού, οι ειδικοί, εκτός προϋπολογισμού και εκτός ελέγχου, λογαριασμοί, η συνεχιζόμενη περιθωριοποίηση του ρόλου της Βουλής και της κοινωνίας, ώστε να μην έχουν λόγο στη διαμόρφωση του προϋπολογισμού και στον έλεγχο της διαχείρισης του δημόσιου χρήματος.

Β. ΟΙ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΈΣ ΔΙΕΥΡΥΝΟΥΝ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ

Το δημόσιο έλλειμμα είναι ένα υπαρκτό αλλά "παράγωγο" πρόβλημα. Αντανακλά, δηλαδή, άλλα προβλήματα που λειτουργούν ως πρωτογενείς του αιτίες.

Τέτοιες αιτίες είναι η άνιση κατανομή του κοινωνικού πλούτου, η υψηλή ανεργία, η ανέχεια μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού που περιορίζει τη φοροδοτική τους ικανότητα, η εκτεταμένη παραοικονομία, το λαθρεμπόριο και η διάχυτη φοροδιαφυγή.

Στο δημόσιο έλλειμμα συμβάλλουν επίσης το υψηλό δημόσιο χρέος (και οι δαπάνες εξυπηρέτησής του), οι υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες, η αδιαφάνεια της δημοσιονομικής διαχείρισης, η απουσία ουσιαστικού ελέγχου των δαπανών και η χαμηλή κοινωνική και οικονομική αποτελεσματικότητά τους.

Ο περιορισμός συνεπώς του ελλείμματος - και όχι η μεταφορά του στην κοινωνία - περνά μέσα από την αντιμετώπιση αυτών των "πρωτογενών" αιτιών του ελλείμματος.

Ειδικά για το 2005 μια ειδικότερη αιτία αύξησης του ελλείμματος, είναι η χωρίς προηγούμενο παρακράτηση του ΦΠΑ που, ενώ το πληρώνουν οι καταναλωτές, δε φτάνει ποτέ στα δημόσια ταμεία.

Μια νέα, μονιμότερου χαρακτήρα, πρόσθετη πηγή αύξησης των ελλειμμάτων είναι οι ασκούμενες νεοφιλελεύθερες πολιτικές.

α) Η ιδιωτικοποίηση κερδοφόρων επιχειρήσεων στερεί από το κράτος τα έσοδα από μερίσματα των αντίστοιχων μετοχών που πουλά σε ιδιώτες. Το έλλειμμα που προκαλείται από το λόγο αυτό, προσεγγίζει το 1 δις ευρώ ή και το υπερβαίνει, ενώ οι επιπτώσεις του μεγαλώνουν σωρευτικά όσο προχωρούν οι ιδιωτικοποιήσεις (βλέπε Πίνακα Ι).

β) Δεύτερη σημαντική πηγή αύξησης του ελλείμματος είναι τα μειωμένα έσοδα του κράτους εξαιτίας της μείωσης των φορολογικών συντελεστών για τα κέρδη και τα μερίσματα. Η συνέπεια της μείωσης αυτής, εκτιμούμε ότι, υπερβαίνει το 1 δις ?.

γ) Τρίτη πηγή αύξησης του ελλείμματος είναι οι αυξανόμενες δαπάνες που αναλαμβάνονται στο όνομα της "ασφάλειας του πολίτη". Όπως δείχνει και η εμπειρία των ΗΠΑ, όσο περιορίζονται οι δαπάνες για το κοινωνικό κράτος και την κοινωνική προστασία τόσο αυξάνουν οι δαπάνες για το "ποινικό κράτος" δηλαδή οι δαπάνες για επιτήρηση, για φυλακές, για καταστολή. Η τάση αυτή επεκτείνεται και στην Ευρώπη και στη χώρα μας προκαλώντας αύξηση των σχετικών δαπανών, όχι μόνο του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, αλλά και άλλων Υπουργείων.

Αν συνεπώς βασική αιτία του ελλείμματος είναι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, η εξάλειψη αυτής της αιτίας απαιτεί μια ριζικά διαφορετική πολιτική στον αντίποδα του νεοφιλελευθερισμού.

Αγωνιζόμενοι για μια τέτοια συνολικά διαφορετική εναλλακτική πολιτική, δεν παραιτούμαστε από το δικαίωμα, αλλά και την υποχρέωσή μας, να διεκδικούμε και απ' αυτή την κυβέρνηση τη λήψη μέτρων, που αποσκοπούν στην ανατροπή ή την άμβλυνση τουλάχιστον συνεπειών της ασκούμενης πολιτικής για τους εργαζόμενους, την κοινωνία, τις νέες γενιές.

Γ. ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΟΣ

Ο ανώτατος συντελεστής φορολόγησης φυσικών προσώπων είναι 40%. Τόσο ήταν και ο συντελεστής φορολόγησης μερισμάτων μέχρι το 2000. Στη συνέχεια μειώθηκε περαιτέρω από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ στο 35%. Στη συνέχεια η Κυβέρνηση της Ν.Δ. μείωσε περαιτέρω το συντελεστή αυτό στο 32% με στόχο να διαμορφωθεί το 2007 στο 25%.

Πρόταση: Να εξισωθεί ο συντελεστής φορολογίας των μερισμάτων με εκείνον των φυσικών προσώπων. Αν και όταν ο συντελεστής φυσικών προσώπων μειωθεί τότε να επανεξετασθεί το ύψος και ο τρόπος της φορολογίας μερισμάτων.

Δημοσιονομική επίπτωση: Για τον ακριβή υπολογισμό της απαιτείται να γνωρίζουμε το ύψος των διανεμόμενων κερδών. Το μέγεθος αυτό δεν παρέχεται από το Υπουργείο Οικονομικών. Κατ' εκτίμηση, από την ως άνω πρόταση, θα προκύψει δημοσιονομικό όφελος μεγαλύτερο των 500 εκ. ?

Ο προϋπολογισμός του 2004 προέβλεπε αύξηση των φόρων από Νομικά Πρόσωπα κατά 12% και το 2005 κατά 7,8%. Οι φόροι, αυξήθηκαν τελικά κατά 8,8% το 2004 και 0,6% το 2005, ενώ για το 2006 προϋπολογίζεται αύξηση 2,5%. Με δεδομένη τη σημαντική αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, η κάθετη πτώση της απόδοσης των φόρων Νομικών Προσώπων, ιδίως το 2005, δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο με τη μείωση των φορολογικών συντελεστών. Πέραν της επίπτωσης από τη μείωση αυτή πρέπει να αντανακλά και τη χαλάρωση του φοροεισπραχτικού μηχανισμού.

Πρόταση: α) να μην υλοποιηθεί η περαιτέρω μείωση των φορολογικών συντελεστών (που προβλέπεται από το ν. 3296/2004).
β) να εντατικοποιηθούν οι φορολογικοί έλεγχοι.

Δημοσιονομική επίπτωση: υπό τις δύο αυτές προϋποθέσεις, η επίτευξη ενός ρυθμού αύξησης των εσόδων, από τη φορολογία Νομικών προσώπων, κατά 10%, θεωρείται ρεαλιστική. Μια τέτοια αύξηση ισοδυναμεί με 500 εκ. ? περίπου για το 2006. Σημειώνουμε ότι ο προϋπολογισμός 2006 προβλέπει αύξηση των φόρων από φυσικά πρόσωπα κατά 9,2% αν και οι ονομαστικοί μισθοί δεν αναμένεται να αυξηθούν άνω του 5,6%.

Η προτεινόμενη ρύθμιση, τέλος, δεν πρόκειται να επηρεάσει αρνητικά τις επενδύσεις, αφού οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις μπορούν να κάνουν χρήση του Αναπτυξιακού Νόμου ο οποίος εξασφαλίζει γενναιόδωρα φορολογικά και άλλα κίνητρα.

Όπως είναι γνωστό με το ν. 3220/2004 (άρθρο 15) (ψηφίσθηκε παραμονές των εκλογών) καταργήθηκε η, θεσπισμένη από το 1945, υποχρέωση της εκκλησίας να καταβάλλει στο κράτος το 35% των εσόδων της, με σκοπό την ενίσχυση του Ειδικού Λογαριασμού του Υπουργείου Παιδείας, από τον οποίο πληρώνονται οι μισθοί των κληρικών. Επίσης με το ν. 3296/2004 τα ακίνητα που ανήκουν στην εκκλησία απαλλάχθηκαν από κάθε φορολογία κατά τη μεταβίβασή τους.

Πρόταση: προτείνουμε για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης να καταργηθούν οι ως άνω, καθώς και κάθε άλλη προνομιακή φοροαπαλλαγή.

Δημοσιονομική επίπτωση: απροσδιόριστη δεδομένου ότι και όταν ίσχυαν οι ως άνω φορολογικές υποχρεώσεις δεν ασκείτο έλεγχος ως προς την τήρησή τους.

Στην Ε.Ε. η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας ανέρχεται στο 37,3% και του κεφαλαίου σε 27,9%. Σε μας η φορολογική επιβάρυνση της εργασίας είναι περίπου όσο και στην Ε.Ε. (36,8%) αλλά του κεφαλαίου είναι 16,7% (10 μονάδες μικρότερο). Πέραν της φοροδιαφυγής που ευνοεί περισσότερο τους έχοντες, αυτή η "δομική" διαφορά οφείλεται και στο γεγονός ότι σημαντικές μορφές πλούτου και εισοδημάτων του κεφαλαίου υποφορολογούνται ή δε φορολογούνται καθόλου. (βλ. Πίνακα ΙΙ).

Πρόταση: να φορολογούνται όλες οι μορφές εισοδημάτων ανεξάρτητα από την πηγή τους, με ενιαία και διαφοροποιημένη κλίμακα ανάλογα με το ύψος και την πηγή του εισοδήματος.

Δημοσιονομική επίπτωση: απροσδιόριστη λόγω μη καταγραφής των σχετικών εισοδημάτων. Σημαντική, αν οι σχετικές επιβαρύνσεις συγκλίνουν με τις αντίστοιχες που κατά μέσο όρο ισχύουν στην Ε.Ε.

Με τον όρο "φοροκλοπή" δεν αναφερόμαστε στη διάχυτη και χρόνια φοροδιαφυγή, αλλά στην παρακράτηση του ΦΠΑ που, ενώ τον έχουν πληρώσει οι καταναλωτές, δεν έχει αποδοθεί από τις επιχειρήσεις.

Αυτή η φοροκλοπή, το 2005 πήρε ιστορικά πρωτοφανείς διαστάσεις. Παρά την αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ κατά μία ποσοστιαία μονάδα, και παρά την αύξηση του εθνικού εισοδήματος κατά 7,7%, ο ΦΠΑ αυξήθηκε μόλις κατά 0,9%.

Δημοσιονομική επίπτωση της φοροκλοπής: η ιστορική τάση αύξησης του ΦΠΑ, κατά την τελευταία δεκαετία, βρίσκεται σε μια θετική απόκλιση σε σχέση με την ονομαστική αύξηση του εθνικού εισοδήματος (ο μέσος ρυθμός αύξησης του ΦΠΑ είναι περίπου 1,28 σε σχέση με το ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ).

Η κυβέρνηση, βασισμένη σ' αυτή τη σχέση, προϋπολόγισε έσοδα από ΦΠΑ για το 2005 15,430 δις ? (+8,5%). Αντ' αυτού αναμένει να εισπράξει 13,863 δις ? (+0,9%). Η απώλεια εσόδων, δηλαδή, είναι τουλάχιστον 1,5 δις. Στο ποσό αυτό πρέπει να προσθέσουμε και 500 εκ ?, που ήταν τα πρόσθετα έσοδα που προσδοκούσε η Κυβέρνηση από την αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ (τον Απρίλιο του 2005). Συνεπώς ο ΦΠΑ που, ενώ καταβλήθηκε από τους καταναλωτές δεν εισπράχθηκε από το κράτος το 2005 ανέρχεται στο ποσό των 2 δις ? τουλάχιστον.

Η Κυβέρνηση, με το προσχέδιο προϋπολογισμού του 2006, απλά επιδιώκει να φέρει το ρυθμό αύξησης του ΦΠΑ στα φυσιολογικά του επίπεδα, προβλέποντας αύξηση 9,7%.

Στην ουσία, δηλαδή, δίνει συγχωροχάρτι στη φοροκλοπή που έγινε μέσα στο 2005.

Εμείς εκτιμούμε ότι μέσω ελέγχων και άλλων πρωτοβουλιών τουλάχιστον τα μισά μπορούν να εισπραχθούν. Αυτό σημαίνει πρόσθετα έσοδα 1 δις ?.

Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει την αγορά 40 νέων πολεμικών αεροπλάνων τύπου Φάντομ. Με την παραγγελία αυτή, υποστηρίζει η κυβέρνηση, θα καλύψει απώλειες (ή αποσύρσεις) αεροσκαφών, που έγιναν αλλά και απώλειες που προβλέπεται να υπάρξουν κατά την επόμενη δεκαετία.

Πρόταση: Η παραγγελία αυτή να ανασταλεί για το μέλλον όταν το έλλειμμα θα έχει υποχωρήσει κάτω του 3%.

Δημοσιονομική επίπτωση: Αποτροπή δαπάνης ύψους τουλάχιστον 1,1 δις ?.

Η ιδιωτικοποίηση κερδοφόρων δημόσιων επιχειρήσεων δεν έχει μόνο αρνητικές δημοσιονομικές παρενέργειες, αλλά εγκυμονεί και κινδύνους για το μέλλον σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση της καθαρής οικονομικής θέσης του κράτους και τη δυνατότητα στήριξης ενός νέου μοντέλου ανάπτυξης και πλήρους απασχόλησης. Οι κίνδυνοι αυτοί γίνονται ακόμη μεγαλύτεροι, αφού οι πόροι από τις ιδιωτικοποιήσεις δε μειώνουν καν το δημόσιο χρέος, αλλά καλύπτουν τρέχουσες ανάγκες.

Επιπλέον η επιρροή ή ο έμμεσος έλεγχος που ασκεί σήμερα η κυβέρνηση σε στρατηγικές επιλογές ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων, δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να διατηρηθεί με δεδομένες τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που αμφισβητούν τη νομιμότητα τέτοιων "ειδικών δικαιωμάτων". Έτσι η μόνη "γραμμή άμυνας" απέναντι σε ενδεχόμενο εξαγορών στρατηγικής σημασίας, για την οικονομία και τη κοινωνία, τραπεζών ή άλλων επιχειρήσεων, είναι η ανάκτηση του ελέγχου τους από το κράτος ή άλλους δημόσιους φορείς, σε ποσοστό τουλάχιστον 51%.

Για όλους αυτούς τους λόγους, όχι μόνο είμαστε αντίθετοι στις περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεις, που ετοιμάζει η κυβέρνηση, αλλά και υποστηρίζουμε την ανάκτηση του ελέγχου σε επιλεγμένες επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας.

Ο στόχος αυτός δεν είναι ασύμβατος με την ανάγκη μείωσης του ελλείμματος και του χρέους αν - χωρίς να αποκλείονται και άλλες λύσεις - οι μετοχές που θα επαναγορασθούν εκχωρηθούν σε ασφαλιστικά ταμεία, έναντι υποχρεώσεων του κράτους προς αυτά.

Και τούτο γιατί με βάση τους ορισμούς της συνθήκης του Maastricht τα πλεονάσματα των ασφαλιστικών ταμείων αφαιρούνται από το έλλειμμα της κεντρικής κυβέρνησης. Συνεπώς η αύξηση του πλεονάσματος των ταμείων θα επέτρεπε ισόποση μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης.

8. Να καταργηθούν οι Ειδικοί Λογαριασμοί. Να δημιουργηθεί "γραφείο για τον προϋπολογισμό" στη Βουλή. Να γίνεται αξιολόγηση της κοινωνικής και της οικονομικής αποτελεσματικότητας των δαπανών.

Τα μέτρα αυτά, στο πλαίσιο μιας συνολικής δημοσιονομικής μεταρρύθμισης, θα δώσουν έναν ουσιαστικό ρόλο στη Βουλή σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση και τον έλεγχο της εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Θα συμβάλλουν στη διαφάνεια της διαχείρισης του δημόσιου χρήματος και στη βελτίωση της κατανομής και της κοινωνικής αποτελεσματικότητας των δαπανών.

Δημοσιονομική επίπτωση: Πέραν των γενικότερων θετικών επιπτώσεών τους, στο πεδίο της λειτουργίας της δημοκρατίας, τα μέτρα αυτά θα συμβάλλουν στην περιστολή της σπατάλης, που ο πρωθυπουργός, προεκλογικά υπολόγιζε στο 1% του ΑΕΠ (2 δις ?). Στη δική μας αντίληψη, πάντως, στόχος των μέτρων αυτών είναι, όχι η μείωση των συνολικών δαπανών αλλά, η ορθολογική κατανομή τους και η μεγιστοποίηση του (κοινωνικού) αποτελέσματός τους, στόχος που, στο μέτρο που επιτυγχάνεται, μπορεί να έχει δημοσιονομική επίπτωση ακόμη μεγαλύτερη, από εκείνη που προέβλεπε ο πρωθυπουργός.

Δ. ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΑΝΑΔΙΑΝΟΜΗ

Με τις προτάσεις που διατυπώσαμε όχι μόνο εξασφαλίζεται η μείωση του ελλείμματος, και μάλιστα κάτω του 3% (ακόμη και χωρίς την τιτλοποίηση), αλλά και αποδεικνύεται η ύπαρξη πόρων για μια άμεση αναδιανομή. Στη βάση αυτή προτείνουμε:

α) επανεξέταση της κατανομής των δαπανών και ενίσχυση των πιστώσεων ιδιαίτερα για παιδεία, υγεία, έρευνα, κοινωνική ασφάλιση, στήριξη των ανέργων και καταπολέμηση της ανεργίας.

β) Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, η χώρα μας είναι πρώτη σε ποσοστό φτώχειας αλλά τελευταία σε μέτρα πολιτικής για την αντιμετώπισή της. Πρέπει να υπάρξουν, επομένως, πιστώσεις, από εθνικούς πόρους, για το σχεδιασμό μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής ενάντια στη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Στο πλαίσιο αυτό να υπάρξει ειδικότερα, δέσμευση ενός μικρού σχετικά ποσού, για την έναρξη της πιλοτικής εφαρμογής του θεσμού του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, στη βάση σχετικής πρότασης νόμου που έχουμε καταθέσει στη Βουλή.

γ) Πρόβλεψη πιστώσεων για μέτρα υπέρ των μητέρων, των παιδιών, των νέων ζευγαριών, της οικογένειας, στο πλαίσιο μιας μακροχρόνιας στρατηγικής για την αντιστροφή των αρνητικών δημογραφικών τάσεων.

δ) χορήγηση επιδόματος θέρμανσης και δημιουργία "ταμείου ενέργειας" στο οποίο θα κατατίθεται ένα μικρό μέρος των ετήσιων φόρων από τα καύσιμα, τόσο για την αντιμετώπιση εξάρσεων στις τιμές όσο και για τη χρηματοδότηση προγραμμάτων απεξάρτησης από το πετρέλαιο. (Για την εξέλιξη των φορολογικών εσόδων από καύσιμα βλ. Πίνακα IΙΙ).

ε) πρόβλεψη επαρκούς αποθεματικού στον προϋπολογισμό της τάξης του 0,10% - 0,20% του ΑΕΠ και τη θέσπιση ενός "ταμείου αποκατάστασης" για την περίπτωση φυσικών καταστροφών ή άλλων έκτακτων αναγκών το οποίο θα χρηματοδοτείται από τα αδιάθετα υπόλοιπα του ετήσιου αποθεματικού.

Με τις προτάσεις μας αυτές αποσκοπούμε σε μια αναδιανομή - που όπως δείξαμε είναι εφικτή - τόσο υπέρ των κοινωνικά αδύναμων όσο και υπέρ των μελλοντικών αναγκών της κοινωνίας και των αναγκών των νέων γενιών.

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι
ΟΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΔΙΕΥΡΥΝΟΥΝ ΤΑ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ
ΕΣΟΔΑ ΑΠΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ (ΚΩΔ. ΠΡΟΫΠ. 2500) (1)

ΕΤΟΣ ΕΣΟΔΑ ΣΕ ΕΚΑΤ. ?(2)
2001 1.757
2002 1.980
2003 1.531
2004 1.028
2005 972 (3)
ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΑΠΟ ΜΕΙΩΣΗ ΜΕΡΙΣΜΑΤΩΝ κλπ
METAΞΥ 2001 & 2005
785(4)
Πηγή: Προϋπολογισμοί και απολογισμοί αντίστοιχων ετών
(1)Ο κωδικός 2500 περιλαμβάνει έσοδα του Κράτους από επιχειρηματική δραστηριότητα. Το σημαντικότερο έσοδο είναι μερίσματα από κερδοφόρες ΔΕΚΟ.
(2)Σε τιμές 2005
(3)Πρόβλεψη
(4)To ποσό είναι εντελώς ενδεικτικό. Μια ακριβής εικόνα απαιτεί τον προϋπολογισμό των μερισμάτων που θα εισέπρατε σήμερα το Κράτος για μετοχές που έχει κατά καιρούς εκποιήσει. Η επίπτωση ισχύει και στην περίπτωση που τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις μειώνουν το δημόσιο χρέος ιδίως όταν το μέρισμα (το οποίο "χάνει" το κράτος) είναι υψηλότερο από το επιτόκιο με το οποίο το κράτος δανείζεται.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ
Δομή φορολογικών συστημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (έμμεσα υπολογισμένα ποσοστά φορολογικής επιβάρυνσης, μέσος όρος 1995 - 2002

  Ελλάδα

ΕΕ.

Α. Εργασία 36,8 37,3
Β. Κεφάλαιο, σύνολο 16,7 27,9
Γ. Έσοδα από κεφάλαιο και επιχειρηματική δραστηριότητα 12 19,5
Πηγή: Θ. Πελαγίδης, «Επιχειρείν ελληνικά και αφορολόγητα», Κ. Ελευθεροτυπία, 16.10.2005, Οικονομία σελ. 8, στοιχεία από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Παρατήρηση
Τα ποσοστά του πίνακα δείχνουν το βαθμό συνολικής επιβάρυνσης
α) των εισοδημάτων από εργασία
β) των προσόδων από κάθε μορφή πλούτου (κινητή ή ακίνητη περιουσία)
γ) των προσόδων του κεφαλαίου ειδικά από επιχειρηματικά ή χρηματοοικονομικά και χρηματιστηριακά κέρδη.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ
Έσοδα του κράτους από τη φορολογία καυσίμων

  ΦΠΑ
ΕΚΑΤ ?
ΕΦΚ
ΕΚΑΤ ?
ΦΠΑ
ΒΑΣΗ 100
ΕΦΚ
ΒΑΣΗ 100
ΣΥΝΟΛΙΚΑ
ΕΣΟΔΑ
ΠΡΟΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ
 (ΕΚ ?)
1994 587 2101 100,00 100 17168,0
1995 622 2170 105,99 103,27 19912,0
1996 748 2566 127,44 122,15 22127,7
1997 759 2498 129,22 118,90 24848,1
1998 762 2588 129,89 123,20 27515,8
1999 768 2600 130,89 123,76 26672,0
2000 1033 2198 175,95 104,62 36657,0
2001 978 2384 166,61 113,47 35624,0
2002 975 2319 166,10 110,38 37081,0
2003 1057 2432 180,07 115,75 37500,0
2004 1141 2461 194,38 117,13 39255,0
2005 1425 2533 242,76 120,56 43264,0
2006 1630 2865 277,68 136,36
ΜΕ ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΔΤΚ ΚΑΤΑ 1,5 ΦΟΡΕΣ
ΜΕΤΑΞΥ 1994 ΚΑΙ 2005 ΤΑ ΕΣΟΔΑ ΑΠΌ ΤΟΝ ΦΠΑ
ΚΑΥΣΙΜΩΝ  ΑΥΞΗΘΗΚΑΝ 2,77 ΦΟΡΕΣ
Πηγή:Προϋπολογισμοί αντίστοιχων ετών.

To Γραφείο Τύπου