Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
15/11/2007

Ομιλία του Γιάννη Δραγασάκη κατά τη συζήτηση-έγκριση του Απολογισμού Δαπανών της Βουλής οικονομικού έτους 2006 ΚΑΙ του σχεδίου Προϋπολογισμού δαπανών της Βουλής οικονομικού έτους 2008

ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΒΟΥΛΗΣ

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ: 15/11/2007

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι ο Προϋπολογισμός της Βουλής για το 2008 εμφανίζει αυξημένες δαπάνες κατά 7,88% περίπου. Εάν διακρίνουμε τις δαπάνες σε τρέχουσες -τακτικές κατά κάποιο τρόπο δαπάνες- και σε δαπάνες που έχουν να κάνουν με επενδύσεις, επεκτάσεις κτηρίων, εκσυγχρονισμό κτηρίων κ.λπ., διαπιστώνουμε ότι οι τρέχουσες δαπάνες είναι στα όρια του πληθωρισμού, λίγο παραπάνω και επομένως οι σημαντικότερες αυξήσεις προέρχονται από δαπάνες που θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε επενδυτικές.

Σωστά γίνεται προσπάθεια και έγινε και σήμερα από πολλούς ομιλητές να καταδειχθεί ότι το κόστος λειτουργίας της Βουλής είναι όσο το δυνατόν περιορισμένο. Ωστόσο, θα μου επιτρέψετε την εξής παρατήρηση συμφωνώντας βεβαίως με αυτό: Το έργο του Κοινοβουλίου είναι κυρίως έργο ποιοτικό. Αυτό δεν σημαίνει ότι επιτρέπεται η όποια σπατάλη. Εκείνο το οποίο κρίνει ο πολίτης είναι το έργο που παράγεται μέσα από τη Βουλή, δηλαδή, το κατά πόσο η Βουλή και οι Βουλευτές μπορούν με βάση τα πολιτικά και ιδεολογικά πλαίσια μέσα στα οποία κινούνται αυτοί και τα κόμματά τους να παίξουν το ρόλο τους και πριν από όλα το ρόλο του ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας και της προώθησης, της υπεράσπισης των κοινωνικών προβλημάτων.

Από αυτή τη σκοπιά θα ήθελα να διατυπώσω ορισμένες σκέψεις και προτάσεις τις οποίες βεβαίως είχαμε διατυπώσει και πέρυσι και τις προηγούμενες χρονιές. Νομίζω, όμως, ότι αξίζει τον κόπο να επανέλθουμε σʼ αυτές. Θα περιοριστώ σε τρεις ομάδες προβλημάτων, κυρίως, δηλαδή σʼ αυτές που έχουν να κάνουν με την αναβάθμιση του ρόλου τη Βουλής και των Βουλευτών, αυτές που έχουν να κάνουν με την εσωτερική συγκρότηση και ρύθμιση του Κοινοβουλίου και μʼ αυτές που αφορούν τις σχέσεις μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και με τον τρόπο με τον οποίο ενσωματώνεται το Ευρωπαϊκό Δίκαιο στο δικό μας δίκαιο.

Όσον αφορά το ρόλο της Βουλής η γνώμη μας είναι ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια αναβάθμισης και ουσιαστικοποίησης του ρόλου της Βουλής και των Βουλευτών. Μπορούμε να παρατηρήσουμε βήματα βελτίωσης προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά μπορούμε να παρατηρήσουμε και μεγάλους κινδύνους και πιέσεις για περαιτέρω υποβάθμιση. Πιστεύω ότι δεν είναι μόνο δική μας άποψη αν πω ότι πολλές φορές νοιώθουμε εδώ μέσα ότι απλώς επικυρώνουμε νόμους και όχι ότι συζητάμε νόμους. Πολλές φορές η Βουλή μετατρέπεται σε μια βιομηχανία επικύρωσης και όχι σε ένα χώρο διαλόγου, επιχειρηματολογημένης αντιπαράθεσης ακόμα και πολιτικών συγκρούσεων ως αποτέλεσμα των οποίων όμως θα υπάρξει μια απόφαση που θα διαμορφωθεί εδώ μέσα.

Ένα συγκεκριμένο παράδειγμα είναι ο ρόλος της Βουλής σε σχέση με τον προϋπολογισμό του κράτους που αποτελεί την κορυφαία νομοθετική πρωτοβουλία, αφού διαμορφώνει την οικονομική πολιτική για τον επόμενο χρόνο. Συζητήσαμε πρόσφατα με αφορμή τον απολογισμό του 2005. Όσοι ήσασταν εδώ θα προσέξατε ότι Βουλευτές από όλα τα κόμματα και από τη Νέα Δημοκρατία συμφωνούν ότι η Βουλή στην ουσία δεν ελέγχει τον προϋπολογισμό, με τον τρόπο που λειτουργούμε και με τον τρόπο που συντάσσεται ο προϋπολογισμός. Αυτό είναι ένα τεράστιο δημοκρατικό έλλειμμα το οποίο μπορεί να διορθωθεί με τη συγκρότηση ενός γραφείου για τον προϋπολογισμό μέσα στη Βουλή υπό την εποπτεία κοινοβουλευτικής επιτροπής και Βουλευτών αλλά και με συγκεκριμένη επιστημονική υποστήριξη.

Επίσης, διαπιστώνουμε κάθε χρόνο ότι η Βουλή επικυρώνει τον προϋπολογισμό. Δεν υπάρχει δηλαδή, δυνατότητα της Βουλής να έχει οποιαδήποτε συμμετοχή στη διαμόρφωση του προϋπολογισμού. Και εδώ επομένως, υπάρχει περιθώριο βελτιώσεως υπό την έννοια ότι μπορεί να υπάρχουν Βουλευτές, από όλα τα κόμματα, που να συμφωνούν σε κάποιες εσωτερικές ανακατανομές στα πλαίσια του προϋπολογισμού. Μπορεί να αξιολογήσουμε ότι μπορεί να περικοπεί μια δαπάνη και να αυξηθεί μία άλλη.

Γιατί αυτό να μην μπορεί να γίνει, στα πλαίσια βεβαίως της προετοιμασίας του προϋπολογισμού;

Ένα άλλο παράδειγμα είναι οι προτάσεις νόμου Βουλευτών. Τυπικά υπάρχει η δυνατότητα στους Βουλευτές ή σε μια Κοινοβουλευτική Ομάδα να καταθέσουν πρόταση νόμου. Η τύχη όμως αυτών των προτάσεων είναι δυστυχώς καθορισμένη από πριν.

Οι προτάσεις δεν τίθενται καν σε ψηφοφορία και δεν αντιμετωπίζονται, κατά την άποψή μας, με τη δέουσα σοβαρότητα. Δεν ξέρω εάν έχουμε παράδειγμα, σʼ όλη τη διαδρομή του Ελληνικού Κοινοβουλίου, πρόταση νόμου που να ψηφίστηκε με πρωτοβουλία Βουλευτών.

Σημειώνω ότι υπάρχουν απόψεις πως πρωτοβουλίες για προτάσεις νόμων θα μπορούσαν να προέλθουν ακόμη και από πολίτες. Ένας αριθμός πολιτών με υπογραφές, μέσω βεβαίως κάποιων Βουλευτών, να έχει την πρωτοβουλία να καταθέσει μια πρόταση νόμου.

Παρʼ όλα αυτά, εμείς, ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς, έχουμε καταθέσει προτάσεις και για το τριανταπεντάωρο παλαιότερα και για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, για τους συμβασιούχους, για το χωρισμό Κράτους- Εκκλησίας και για πολλά άλλα. Θα συνεχίσουμε να το κάνουμε, αλλά το θέμα είναι να υπάρξει και η δυνατότητα τέτοιες πρωτοβουλίες να έχουν έκβαση, εφʼ όσον βεβαίως συμφωνούν και άλλοι Βουλευτές. Αυτή τη στιγμή όπως είπα, οι προτάσεις συζητούνται απλώς τυπικά, χωρίς να γίνεται καν ψηφοφορία.

Τέλος, έχουμε το θέμα των αιφνιδιασμών. Προχθές τελείωσε στη Διαρκή Επιτροπή της Βουλής η συζήτηση του σχεδίου νόμου για τις συντάξεις του δημοσίου. Χθες ήρθε η τροπολογία σʼ αυτό το νομοσχέδιο, που υιοθετεί τις προτάσεις και νομοθετεί τα συμφέροντα -κατά την άποψή μας- της Alpha Bank σε βάρος των ασφαλισμένων και εργαζομένων υπαλλήλων της.

Γιατί να μην έρθει, έστω στην Επιτροπή, αυτή η τροπολογία να τη συζητήσουμε, να καλέσουμε και κάποιον φορέα; Δεν ήταν έτοιμη προχθές, αλλά ήταν έτοιμη χθες; Αυτές είναι τεχνικές και πρακτικές οι οποίες υποβαθμίζουν τον ρόλο του Κοινοβουλίου, αλλά και το δικό μας ρόλο.

Μια άλλη πτυχή της λειτουργίας της Βουλής είναι ότι σε πολλά θέματα –για να είμαι πιο ακριβής, σε ορισμένα θέματα- η Βουλή λειτουργεί με δικομματική λογική και σε ορισμένα άλλα με τρικομματική λογική. Σας επισημαίνω ότι στη σύνθεση του Προεδρείου δεν συμμετέχει ούτε το τέταρτο ούτε το πέμπτο Κόμμα. Σας επισημαίνω επίσης, ότι στην Επιτροπή για τον Προϋπολογισμό της Βουλής, δεν συμμετέχει ούτε ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ. ούτε το ΛΑ.Ο.Σ.. Η δομή δηλαδή του Κανονισμού σε πολλά θέματα είναι για μια Βουλή δικομματική ή τρικομματική.

Στο Συμβούλιο της Ευρώπης και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς συμμετέχουμε –νομίζω και το ΚΚΕ εκεί- ως αναπληρωματικά μέλη. Μόνο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και η Νέα Δημοκρατία έχουν τακτικά μέλη στο Συμβούλιο της Ευρώπης.

Έχουμε καταθέσει τις προτάσεις μας, έχουμε ακούσει με προσοχή τη δέσμευση του Προέδρου της Βουλής ότι στα πλαίσια της αλλαγής του Κανονισμού της Βουλής θα αντιμετωπισθούν αυτά τα θέματα και ευελπιστούμε να γίνει αυτό σύντομα.

Τέλος, κύριε Πρόεδρε, αφήνω το θέμα των σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση –το έχω θίξει πολλές φορές- ένα θέμα που ετέθη ήδη. Αυτό αφορά τη διαφάνεια, τον έλεγχο των οικονομικών των Βουλευτών και των Κομμάτων. Είμαι και μέλος της αντίστοιχης Επιτροπής της Βουλής για το θέμα αυτό.

Τι θα ήθελα να πω; Η Επιτροπή της Βουλής κάνει τη δουλειά της. Το θεσμικό πλαίσιο όμως που υπάρχει δεν επιτρέπει τον έλεγχο ούτε του «πόθεν» ούτε του «έσχες», διότι και τα δύο κινούνται με βάση τη δήλωση του Βουλευτή. Άρα –το είπε νομίζω και ο κ. Γείτονας- πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι το θέμα αυτό έχει εκκρεμότητες. Δεν μας καλύπτει.

Βεβαίως, το θέμα αυτό πρέπει να το δούμε ως μια ευθύνη, όχι μόνο της Βουλής, αλλά και των Κομμάτων. Υπάρχει μια ευθύνη…

Η ευθύνη αυτή δηλαδή πρέπει να επιμεριστεί και στη Βουλή αλλά και στα Κόμματα, πέρα από την ατομική ευθύνη.

Σε ό,τι αφορά επίσης το θέμα των αμοιβών, εμείς από παλιότερα έχουμε διατυπώσει την άποψη ότι πρέπει να βελτιώνονται οι όροι λειτουργίας του Βουλευτή. Το πρώτο ως προς αυτό είναι το θέμα των υποδομών. Έχουμε βελτίωση εδώ τα τελευταία χρόνια, αλλά πρέπει να σας πω ότι παραδείγματος χάρη εμείς, οι Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, δουλεύουμε όρθιοι. Δεν έχουμε χώρο να καθίσουμε οι δεκατέσσερις Βουλευτές που είμαστε τώρα. Ο χώρος μας είναι περίπου ο ίδιος που είχαμε κι όταν ήμασταν έξι Βουλευτές. Ανάλογα προβλήματα έχουν όλοι οι Βουλευτές. Το να τεθεί ας πούμε ο στόχος του να αποκτήσει κάθε Βουλευτής έστω ένα γραφείο, μία στοιχειώδη ας πούμε θέση εργασίας κ.λπ. για μας είναι πολύ πιο σημαντικό από άλλες παραμέτρους.

Όμως το θέμα αυτό πρέπει να το δούμε σε συνάρτηση με ορισμένους γενικότερους παράγοντες. Πρώτον, το θέμα του ασυμβίβαστου, το οποίο είναι ένα πρόβλημα, κατά τη γνώμη μας.

Δεύτερον, πρέπει να αντιμετωπιστεί το θέμα του μισθολογίου των δικαστών. Δεν μπορεί το θέμα αυτό να έρχεται μʼ αυτούς τους τρόπους, μέσω δικαστικών αποφάσεων -μου λένε ότι υπάρχουν χιλιάδες αγωγές που εκκρεμούν στα δικαστήρια- μέσω έκτακτων ρυθμίσεων, τις οποίες εμείς πρέπει να γίνουμε «οι καλοί» ή «οι κακοί» και να τις ψηφίζουμε ή να τις καταψηφίζουμε. Και κυρίως πρέπει να επανεξετάσουμε τους αυτοματισμούς που υπάρχουν. Δεν επεκτείνομαι αυτή τη στιγμή, αλλά αυτό το σύστημα που υπάρχει σήμερα είναι προβληματικό και για τους δικαστές και για τους Βουλευτές και συνολικά για την όλη λειτουργία του συστήματος αυτού.

Με αυτές τις παρατηρήσεις και αυτές τις σκέψεις εμείς ψηφίζουμε τον Απολογισμό και τον Προϋπολογισμό της Βουλής. Εκφράζουμε τις ευχαριστίες μας στους εργαζόμενους της Βουλής για την προσπάθεια που καταβάλλουν, πολλές φορές υπό δύσκολες συνθήκες, για την εύρυθμη λειτουργία της Βουλής και την εκπλήρωση του έργου μας.

Ευχαριστώ.