Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
04/12/2007

Ομιλία της Α.Φιλίνη στην Ολομέλεια της Βουλής "Κύρωση πράξης νομοθετικού περιεχομένου "κοινωνικές παροχές και οικονομικές ενισχύσεις στους πληγέντες από τις πυρκαγιές"

Μόνη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών Κύρωση της από 29 Αυγούστου 2007 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου

«Κοινωνικές παροχές και οικονομικές ενισχύσεις στους πληγέντες από τις πυρκαγιές»

ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πέρασαν μερικοί μήνες από το περασμένο καλοκαίρι, αλλά νομίζω ότι σε όλους μας είναι ακόμη νωπή η εικόνα από τις πυρόπληκτες περιοχές.

Είναι νωπός ο πόνος που δέχθηκε όλος ο λαός μας από την καταστροφή και από τους θανάτους εβδομήντα ανθρώπων στις περιοχές αυτές. Εκείνη τη στιγμή όλοι βλέπαμε ότι ήταν ανάγκη να υπάρξει μία άμεση ενίσχυση και βοήθεια προς όλες τις πυρόπληκτες περιοχές.

Από τη μεριά του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς μέσω του Προέδρου μας του Αλέκου Αλαβάνου υπήρξε μια πρόταση προς τους Αρχηγούς όλων των κομμάτων -μια πρόταση με οκτώ σημεία- προκειμένου να υπάρξει μια συνεργασία και από κοινού αντιμετώπιση αυτής της δύσκολης κατάστασης. Δυστυχώς δεν λάβαμε απαντήσεις.

Σε σχέση με την Κυβέρνηση, θέλουμε να πούμε ότι αποδείχθηκε πως η Κυβέρνηση εκείνη τη στιγμή θέλησε να αντιμετωπίσει μόνη της την κατάσταση βλέποντας ότι θα ερχόντουσαν οι εκλογές και ήθελε να καρπωθεί οφέλη από την κατάσταση δυστυχώς αυτών των περιοχών.

Συζητούμε για μια κύρωση νόμου, που θα θέλαμε να τον είχαμε αντιμετωπίσει από κοινού γιατί αναφέρεται σε ένα εθνικό ζήτημα. Όμως, βρισκόμαστε στη δυσάρεστη κατάσταση να πούμε ότι τα μέτρα δεν είναι επαρκή, ότι δεν έγινε η απαραίτητη συζήτηση με τους φορείς και την τοπική κοινωνία όλων αυτών των περιοχών. Βεβαίως δεν έγινε και μια απαραίτητη συζήτηση όπως θα περιμέναμε με όλα τα κόμματα της Βουλής.

Θα θέλαμε να πούμε, κύριοι συνάδελφοι, ότι τα προβλεπόμενα έκτακτα οικονομικά μέτρα που υπήρξαν από την αρχή, ήταν ανεπαρκή και αυτό φαίνεται μέχρι σήμερα.

Δεύτερον, να πούμε ότι μετά από τόσους μήνες που έχουν περάσει οι περιοχές αυτές παραμένουν αθωράκιστες από οικολογικές καταστροφές και έκτακτα καιρικά φαινόμενα. Αυτό εξάλλου το είδαμε και πρόσφατα, με τις πλημμύρες που υπήρξαν πριν δυο βδομάδες.

Τρίτον, αυτό που θέλουμε από την αρχή να σημειώσουμε είναι πως δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα ένα τέτοιο σχέδιο ανασυγκρότησης των περιοχών αυτών που να εξασφαλίζει ότι οι κάτοικοι θα παραμείνουν στις περιοχές αυτές και ότι θα υπάρξει μια γενικότερη περιβαλλοντική προστασία ώστε τελικά να εξασφαλιστεί μια βιώσιμη ανάπτυξη στις πληγείσες περιοχές στα πλαίσια της αειφορίας.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αναφέρω ορισμένα ζητήματα σχετικά με τις έκτακτες ενισχύσεις.

Πρώτον, το ειδικό ταμείο που συγκροτείται για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών, στο οποίο αναφέρεται το νομοσχέδιο, βρίσκεται κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο του Υπουργείου Οικονομίας και βρίσκεται μάλιστα εδώ στην Αθήνα. Αυτό θεωρούμε ότι αποδεικνύει μια γραφειοκρατική και συγκεντρωτική αντιμετώπιση του όλου θέματος γιατί δεν υπάρχει μια άμεση και αποφασιστική συμμετοχή των τοπικών φορέων στη διαχείριση ενός τέτοιου ταμείου. Υπάρχει όμως και ένας άλλος λόγος. Βλέπουμε ότι το πνεύμα μέσα από το οποίο αντιμετωπίζεται αυτό το ζήτημα είναι ασφυκτικά κάτω από τα κριτήρια του Υπουργείου Οικονομίας και μόνο και έχουν αποκλειστεί τα άλλα κριτήρια, τα περιβαλλοντικά, τα πολιτιστικά, τα κριτήρια της τοπικής ανάπτυξης.

Θα ήθελα να αναφερθώ στα προβλήματα του αγροτικού πληθυσμού.

Μελετήσαμε τις προτάσεις φορέων και είδαμε τη σχετική μελέτη που έχει συντάξει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Σχετικά με το ζήτημα των ελιών βλέπουμε ότι έχουν καεί πάρα πολλά ελαιόδεντρα. Ξέρουμε ότι για να αναβιώσουν οι ελιές απαιτούνται τουλάχιστον δέκα χρόνια. Κατά συνέπεια η προβλεπόμενη αποζημίωση προς τους πυρόπληκτους ελαιοπαραγωγούς είναι ελάχιστη. Θεωρούμε ότι πρέπει να είναι 100% η αποζημίωση αυτή για την απώλεια του εισοδήματος των ελαιοπαραγωγών για τη μείωση του προϊόντος τους στη διάρκεια όλων των επόμενων ετών, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι καλλιεργητές θα παραμείνουν στις περιοχές τους, ότι δεν θα τις εγκαταλείψουν και επίσης ώστε να εξασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξει χειροτέρευση της ποιότητας της παραγωγής ελαίου που είναι εξαιρετική. Βεβαίως ξέρουμε ότι εάν προταχθεί το επιχείρημα ότι πρέπει να έχουμε μία γρήγορη παραγωγή, δεν θα έχουμε την ποιότητα που είχαμε μέχρι τώρα με γνωστές ποικιλίες όπως είναι η κορωναίϊκη ελιά κ.λπ.

Σχετικά με την καλλιέργεια αμπελιών, βλέπουμε ότι ενδεχομένως υπάρχει ανάγκη για αναδιαρθρώσεις στα αμπέλια για να υπάρξουν ίσως και άλλες καταλληλότερες ποικιλίες. Γιʼ αυτό πάλι θεωρούμε ότι οι προβλεπόμενες αποζημιώσεις δεν επαρκούν, ότι χρειάζεται να υπάρξει επιδότηση των νοικοκυριών προκειμένου να κάνουν τέτοιου είδους νέες καλλιέργειες, καταλληλότερες όπου αυτό χρειάζεται ώστε να υπάρξει και μία αυτοδυναμία σε αυτές τις επενδύσεις των καλλιεργητών.

Για τις άλλες καλλιέργειες αυτό που θέλουμε να τονίσουμε είναι ότι χρειάζεται να υπάρξει ένας σχεδιασμός και για βιολογικές καλλιέργειες στο μέλλον, όπως επίσης ότι πρέπει να εξασφαλιστεί ότι και η κτηνοτροφία θα είναι σε μία βιολογική κατεύθυνση και ότι θα υπάρξει ένας παντελής εξοβελισμός των μεταλλαγμένων.

Επίσης, οι πυρόπληκτοι κτηνοτρόφοι έχουν ανάγκη από αποζημιώσεις για τις κατεστραμμένες αυλικές εγκαταστάσεις τους και για κάλυψη 100% των δαπανών προκειμένου να δημιουργηθούν σύγχρονες νέες αυλικές εγκαταστάσεις.

Πρέπει να απαγορευθεί το κυνήγι με στόχο την αναβίωση της πληγείσας πανίδας και να απαγορευθεί η βόσκηση στην περιοχή των καμένων τόσο για τοξικούς λόγους όσο και για να εξασφαλιστεί η αναδάσωση στις περιοχές αυτές.

Πρέπει να τονίσουμε κι εμείς ότι έχουν υπάρξει προτάσεις από τα επιμελητήρια σε όλες τις πληγείσες περιοχές στους νομούς Αρκαδίας, Ηλείας, Μεσσηνίας, Αχαΐας, Ευβοίας, Λακωνίας. Εμείς υποστηρίζουμε τα αιτήματα των επιμελητηρίων και θεωρούμε ότι πρέπει να γίνουν δεκτά.

Όσον αφορά την περιβαλλοντική θωράκιση των περιοχών, δυστυχώς, όπως είπαμε αρχικά, ήδη φάνηκε πριν από δύο εβδομάδες με τις μεγάλες πλημμύρες ότι οι πυροπαθείς έγιναν και πλημμυροπαθείς. Αυτό το φοβόμασταν και είχε διατυπωθεί από πολλές πλευρές. Απʼ ό,τι γνωρίζουμε υπήρξαν κάποια πρώτα μέτρα καθαρισμού των ποταμών, όμως αυτά αποδείχθηκαν ανεπαρκή. Χρειάζονται και άλλα μέτρα.

Όσον αφορά στις αναδασώσεις μας είχε δοθεί και μας δόθηκε και ξανά και πρόσφατα η υπόσχεση ότι δεν θα υπάρξει καμία οικοδόμηση μέσα στα δάση. Να θυμίσω ότι πριν από μια εβδομάδα μας ήρθε εκτάκτως μια τροπολογία από το Υπουργείο Χωροταξίας σχετικά με τις κατεδαφίσεις αυθαιρέτων μέσα στα δάση. Αυτό όμως ήταν κάτι το εντελώς αποσπασματικό. Εδώ πέρα δεν έχει παρθεί καμία συγκεκριμένη απόφαση για το ότι δεν πρόκειται να γίνει οικοδόμηση στις πληγείσες περιοχές, δεν υπάρχει κανένας νόμος που να αναγκάζει όλες ή καμένες δασικές περιοχές να αναδασωθούν.

Χαρακτηριστικά η Κυβέρνηση επιμένει στην αναθεώρηση του Συντάγματος και στην αναθεώρηση των άρθρων 24 και 117. Μας ειπώθηκε ότι θα υπάρξει μια αλλαγή από τον Υπουργό Χωροταξίας ότι θα στηριχθούμε στην φωτογράφηση των δασικών περιοχών από το 1960 και όχι από το 1975. Αυτό είναι κάτι, όμως επιμένουμε ξανά ότι αν υπάρξει αναθεώρηση του άρθρου 100 του Συντάγματος και αν υπάρξει τελικά το Συνταγματικό Δικαστήριο, όπως επιδιώκει η Κυβέρνηση, αυτό το δικαστήριο θα έχει την δυνατότητα τελικά να δέχεται την νομοθέτηση της εκάστοτε Κυβέρνησης και να μπορεί να περνάει αντί του Συμβουλίου της Επικρατείας, τους νόμους τους οποίους θα θέλει όποια Κυβέρνηση σε βάρος της οικολογίας, σε βάρος των δασών.

Καταλήγοντας, κύριοι συνάδελφοι, θέλω να τονίσω ότι για την συνολική περιβαλλοντική θωράκιση και αειφόρο ανάπτυξη αυτών των περιοχών είναι αναγκαίος ένας συνολικός σχεδιασμός. Είναι μια ευκαιρία -το έχουν πει και άλλοι συνάδελφοι από εμάς- ώστε αυτό το κακό που βρήκε αυτές τις περιοχές και αυτούς τους πληθυσμούς της χώρας μας αν το δούμε με ένα πνεύμα στήριξης σʼ αυτούς τους πληθυσμούς, στήριξης σε ένα πνεύμα αειφόρου ανάπτυξης και γενικής ανασυγκρότησης, να το μετατρέψουμε σε μια καινούρια κατάσταση για να δούμε μια καλυτέρευση της ζωής των πληθυσμών αυτών. Μάλιστα αν πάρουμε υπόψη μας ότι και η Εύβοια και η Πελοπόννησος είναι πολύ κοντά στην Αττική θα μπορούσε να υπάρξει μια γενικότερη ανασυγκρότηση όλης εδώ της περιοχής με ένα σωστό σχεδιασμό.

Την προηγούμενη εβδομάδα κάναμε μια επίκαιρη ερώτηση στον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ γιατί δεν έχει ενεργοποιήσει τον νόμο ο οποίος ήδη υπάρχει από την πολιτεία και ο οποίος θα μπορούσε να εξασφαλίσει με ένα γρήγορο τρόπο ένα σχεδιασμό για τις περιοχές αυτές. Ο κ. Υπουργός δυστυχώς μας είπε απλώς ότι εξετάζουμε να υπάρξουν τέτοιου είδους σχέδια στις περιοχές αυτές όμως παραδέχθηκε τελικά ότι παρά τους μήνες που έχουν περάσει ένας τέτοιος σχεδιασμός δεν έχει γίνει.

Συγκεκριμένα τονίζουμε ότι υπάρχει ο νόμος 2742/1999 με το άρθρο 11 που προβλέπει ότι «σε περιοχές που παρουσιάζουν έκτακτες και απρόβλεπτες ανάγκες λόγω φυσικών ή τεχνολογικών καταστροφών και κινδύνων όπως σεισμών, πλημμυρών, κατολισθήσεων, δυσμενών γενικά κλιματικών συνθηκών» -διαβάζω το σχετικό εδάφιο του νόμου- «μπορεί να καθορίζεται ένα συντονισμένο πρόγραμμα μέτρων και έργων κατά φάσεις και φορείς χρηματοδότησης για την ανάπτυξη, την ενίσχυση, την αποκατάσταση και εν γένει την διαχείριση των περιοχών αυτών». Αυτό δεν έχει υπάρξει.

Οι λόγοι μπορεί να είναι δυο. Ο ένας μπορεί να είναι γραφειοκρατική καθυστέρηση. Και αυτό πιθανότατο. Όμως αυτό που φοβόμαστε και βλέπουμε κυρίως είναι ότι μέσα σε δυσμενείς συνθήκες η έλλειψη ενός σχεδιασμού επιβάλλει το δίκαιο, τη δύναμη του ισχυρότερου.

Έτσι, βλέπουμε εδώ να υπάρχουν όλοι αυτοί οι κίνδυνοι, τους οποίους έχουμε ήδη καταγγείλει, σχετικά με τις περιοχές NATURA, σχετικά με τις περιοχές μεγάλου κάλους και τις περιοχές πολύ σημαντικού πολιτιστικού ενδιαφέροντος με τους αρχαιολογικούς τόπους. Δυστυχώς, βλέπουμε στον Καΐφα συγκεκριμένα, σʼ αυτή την πανέμορφη περιοχή NATURA, αντί να σχεδιάζεται η αναδάσωση των δέντρων, όχι μόνο να σχεδιάζεται μια εντατική τουριστική ανάπτυξη αλλά να περνά και η άσφαλτος του καινούργιου αυτοκινητόδρομου ακριβώς μέσα απʼ αυτή την περιοχή.

Εμείς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ορισμένα από τα άρθρα αυτού του νομοσχεδίου θα τα υπερψηφίσουμε, όμως γενικά δεν μπορούμε να ψηφίσουμε αυτό το νομοσχέδιο για όλους αυτούς τους λόγους τους οικονομικούς, τους δημοκρατικούς και περιβαλλοντικούς που σας ανέφερα προηγουμένως και γιʼ αυτό το καταψηφίζουμε.

Ευχαριστώ πολύ.

(Δευτερολογία)

ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Κύριε Πρόεδρε, κύριε Υπουργέ, κύριοι συνάδελφοι σε αυτή τη συζήτηση μίλησαν πολλοί συνάδελφοι Βουλευτές, ιδιαίτερα από τις πυρόπληκτες περιοχές. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και νομίζω ότι πρέπει να το κρατήσουμε όλοι μας γιατί κερδίσαμε από αυτή τη συζήτηση.

Το πολύ σημαντικό είναι ότι ανεξάρτητα από το σε ποιο κόμμα ανήκουν, νομίζω ότι οι συνάδελφοι μίλησαν με πόνο ψυχής για την κατάσταση σε αυτές τις περιοχές. Και το κοινό αίτημα, ανεξάρτητα από το κέντρο βάρους στην ομιλία κάθε συναδέλφου, είναι ότι χρειάζεται ο κόσμος την ανασυγκρότηση με μια προοπτική και με ένα πνεύμα αειφόρου ανάπτυξης γιʼ αυτές τις περιοχές.

Από τη δική μας μεριά, επαναλαμβάνω ότι είμαστε υπέρ κάθε μέτρου που μπορεί να ανακουφίσει αυτούς τους ανθρώπους, είτε τους πυρόπληκτους συνταξιούχους, είτε τις οικογένειες των ανθρώπων που πέθαναν από τις πυρκαγιές, είτε των πυροσβεστών, είτε των αγροτών, είτε των άλλων επιχειρηματιών που είχαν μεγάλα πλήγματα σε αυτές τις διαδικασίες. Με αυτή την έννοια, δεν μπορούμε να είμαστε κατά –ούτε ήμασταν ποτέ κατά- κάθε μέτρου που θα ανακούφιζε αυτούς τους ανθρώπους.

Όμως είδαμε ότι η σημερινή συζήτηση δεν ήταν μόνο γιʼ αυτό. Είναι μια συζήτηση για το μέλλον και για την ελπίδα αυτών των ανθρώπων και πρέπει να δούμε σοβαρά και η Κυβέρνηση να μην περιοριστεί σε μία κύρωση απλώς και μόνο που μας αναγκάζει να μιλήσουμε για ορισμένα μέτρα και μόνο.

Θέλουμε την ανασυγκρότηση, απαιτούμε η Κυβέρνηση να φέρει ένα τέτοιο θέμα για ψήφιση μέσα στο ελληνικό Κοινοβούλιο. Η κατάσταση δεν είναι ρόδινη –το είπαν όλοι οι συνάδελφοι- ούτε για τους αγρότες, ούτε για τους επιχειρηματίες, ούτε για το περιβάλλον, ούτε για τις περιοχές με τους αρχαιολογικούς χώρους κ.λ.π. Χρειάζεται να δούμε πολύ σοβαρά αυτά τα θέματα.

Τέλος, να κλείσω μιλώντας για την πυρόπληκτη περιοχή που είναι και η Αττική. Μιλήσαμε λίγο, γιατί εδώ στην Αττική δεν είχαμε νεκρούς, δεν είχαμε οικογένειες νεκρών που να έχουν ανάγκη από μια άμεση βοήθεια.

Όμως, η Αττική ξέρουμε ότι έχει ένα ελάχιστο πράσινο και η κατάσταση στην Πάρνηθα, στην Πεντέλη, στον Υμηττό, εκεί όπου υπήρξαν πυρκαγιές, απαιτεί να δούμε πάρα πολύ σοβαρά ό,τι έχει απομείνει στην Αττική, στην Αθήνα από πράσινο.

Δεν μπορεί η Βουλή των Ελλήνων να λέει ότι θα κάνει ένα καινούργιο κτήριο στο Γουδί ούτε μπορεί ο Δήμαρχος Αθηναίων να λέει ότι θα κάνει ένα καινούργιο Δημαρχείο στον Ελαιώνα. Κλείνω με αυτό. Παρακαλώ πραγματικά να δούμε σοβαρά το μέλλον του τόπου και το μέλλον όλων αυτών των πυρόπληκτων περιοχών και της Αττικής μας.