Skip to main content.
09/05/2008

ΙΤΑΛΙΚΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ του Δημήτρη Μπίρμπα, μέλους της ΚΠΕ του ΣΥΝ

Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, όπως ήταν αναμενόμενο, τροφοδότησαν ένα κύκλο συζητήσεων και αναλύσεων, οριοθετήσεων και αναστοχασμού στο εσωτερικό της και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στη χώρα μας «πρυτάνευσε», στις περισσότερες προσεγγίσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας, η γνωστή ευκολία αναθεμάτων και αέναων επιβεβαιώσεων, άστοχων ταυτίσεων με εγχώριες πολιτικές επιλογές και συμπλεύσεις.

Πιστοί στην παράδοση των βολικών τακτοποιήσεων και «οπαδικών» υποστηρίξεων, οι περισσότεροι αρθρογράφοι του κέντρου και της ευρύτερης Αριστεράς κινήθηκαν στο δίπολο Βελτρονισμού – αντιΒελτρονισμού, φαντασιώνοντας επιβεβαιώσεις εαυτών και διαψεύσεις άλλων, εγχώριων, κομματικών και εσωκομματικών τους αντιπάλων.

Επειδή τα εκλογικά και πολιτικά αποτελέσματα θα συνεχίσουν να προκαλούν συζήτηση, καλό είναι, ως Ελληνική Αριστερά, να προσεγγίσουμε τα γεγονότα με οδηγό την ψύχραιμη ματιά του Nicky Ventola. (ηγετικού στελέχους της Επανίδρυσης στην «Κυριακάτικη Αυγή» 04/05/08) «ότι είναι πολύ εύκολο τα αποτελέσματα της Αριστεράς (εκτός Βουλής πρώτη φορά μεταπολεμικά) να χρεωθούν στη στάση του Veltroni».

Το φαινόμενο ψηφοφόρων, προοδευτικών και αριστερών προσεγγίσεων που ,μη «αντέχοντας» την κρίση και τις αδυναμίες της υπαρκτής κεντροαριστεράς και Αριστεράς, απέχουν μαζικά και επιβραβεύουν ,έμμεσα, εκλογικά ακροδεξιές επιλογές, το ζήσαμε στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές με τον Λεπέν στη Γαλλία, το ζούμε με την εκλογή μεταφασίστα στη Ρώμη.

Όπως όλα τα στοιχεία δείχνουν ,ότι αυτή η ανέξοδη «καθαρή λύση» προοδευτικών και αριστερών ψηφοφόρων με τις εκλογικές διαδικασίες, μεσο-μακροπρόθεσμα διαμορφώνει μόνιμη συνείδηση αποχής από την «ευτελή και διεφθαρμένη» πολιτική ζωή. Αντιστοιχεί τοις πράγμασι στο «γκραμσιανό δίπολο», την απαισιοδοξία της σκέψης όχι στην αισιοδοξία, αλλά σε μια μόνιμη απαισιοδοξία βούλησης, που οδηγεί την συντριπτική πλειοψηφία τους, στον πολιτικό αναχωρητισμό ή την ενσωμάτωση- θα είχε ενδιαφέρον εδώ μια μελέτη εξέλιξης των συμπεριφορών της ευρύτερης Αμερικάνικης Αριστεράς .

Αν θέλουμε να μην ξαναδούμε τα «τρένα να περνούν» ως Συνασπισμός, στην καλύτερη φάση της ιστορίας μας και με αξιοσημείωτη – ελπίζουμε και επιδιώκουμε - δυναμική ,πρέπει να μελετήσουμε αυτά τα σύνθετα φαινόμενα που απαιτούν ουσιαστική ιστορική ενδοσκόπηση – που δεν πρέπει να γίνει ομφαλοσκόπηση – στα προβλήματα της Αριστεράς και της συγκυρίας, την ανάγκη ανασύνθεσης της φυσιογνωμίας της, τον συνδυασμό πολιτικής, κοινωνικής και κινηματικής αποτελεσματικότητας της.

Είναι τουλάχιστον αφελές και απλοϊκό να απαντάς σ΄ αυτά τα ζητήματα με την δημιουργία διλημμάτων και εσωτερικών στρατοπέδων κατάταξης, του τύπου «Ευρωπαϊστές ή αντιευρωπαϊστές», «με την σοσιαλδημοκρατία ή ενάντια στη σοσιαλδημοκρατία;», «με τους Θεσμούς ή με τα κινήματα;» κλπ.

Αυτός ο μανιχαϊστικός τρόπος σκέψης, οδηγεί με σιγουριά σε μία Αριστερά χωρίς μέλλον ,παρά τις τυχόν εκλογικές της εκρήξεις.

Η δημοσκοπική απογείωση μας, απόρροια πολλαπλών παραμέτρων και όχι μόνο μιας «αριστερής στροφής» - όπως και αν την ερμηνεύουμε-, δεν πρέπει να μας κάνει να χάσουμε την βασική δυνατότητα που διαθέτει η «καθυστέρηση», την αξιολόγηση των λαθών και των αποτυχιών της «ανάπτυξης», για την αποφυγή τους.

Τα αρνητικά παραδείγματα, όπως της Ενωμένης Αριστεράς στην Ισπανία (σταδιακά από το 9,6% στο 2,8%), της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης στην Ιταλία (από 9% στο 4%),αλλά και τα θετικά της Αριστεράς της Γερμανίας (από το 2,5% στο 7,5%), του ΑΚΕΛ στην Κύπρο, πρέπει να αναλυθούν με καθαρή ματιά και όχι με τους παραμορφωτικούς φακούς της εσωκομματικής αντιστοίχισης.

Το κυματοειδές επιρροής της Γαλλικής Ακροαριστεράς, της πιο αξιοπρόσεκτης Ευρωπαϊκής περίπτωσης, αλλά και του Πορτογαλικού Μπλοκ, επιβεβαιώνουν την αναγκαιότητα του κανόνα, της κριτικής πολυεπίπεδης ανάλυσης ,χωρίς την «ανάγκη» της εκ των υστέρων αναζήτησης επιβεβαιώσεων, προτέρων επιλογών.

Αξιολογώντας πρωτόλεια ,την πορεία τής -μετά το ʼ89- ευρύτερης Ευρωπαϊκής Αριστεράς, μπορούμε να παρατηρήσουμε τα εξής

-την σταδιακή ιδεολογική μετατόπιση του μεγαλύτερου κομματιού της στον τεχνοκρατικό φιλελευθερισμό- στο διαχειριστικό Κέντρο- από την αδυναμία αντιμετώπισης της ιδεολογικής κατάρρευσης – μιας που το Σοβιετικό μοντέλο ήταν το βασικό πεδίο αναφοράς, είτε ως αποδοχή είτε ως κριτική υποστήριξη είτε ως απόρριψη, έτσι που το τέλος του εξαφάνισε το έδαφος κάτω από τους ιδεολογικούς πυλώνες της – αλλά και το βάρος υπαρκτών αναγκών, διαχείρισης των τρεχουσών εκλογικοπολιτικών και κυβερνητικών αναγκών της

-την συντηρικοποίηση και περιθωριοποίηση των αμετανόητων νοσταλγών του υπαρκτού, εξαίρεση προς το παρόν εκλογικά το ΚΚΕ και το ΚΚΠορτογαλίας για ιστορικούς λόγους

-την σταδιακή ζωογόνηση μιας νέας πολύχρωμης Αριστεράς, μέσα από το κίνημα ενάντια στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, με την ενσωμάτωση οικολογικών προταγμάτων. Χωρίς όμως να λύνει τα προβλήματα με το παρελθόν της , με έλλειμμα στρατηγικού σχεδίου, που της στοίχισαν και θα της στοιχίσουν, όταν η συγκυρία την καλεί ενώπιον κυβερνητικών επιλογών.

Η εύκολη εγκατάλειψη υποστηρικτών της ,κατά περίπτωση, τόσο γιατί δεν αναλαμβάνει όσο και γιατί αναλαμβάνει κυβερνητική διαχείριση, έχει την ρίζα στη βαθύτερη κρίση της Αριστεράς. Στον απόλυτο τρόπο σκέψης που «διαπαιδαγώγησε» και «διαπαιδαγωγεί» τους υποστηρικτές της, σε συνδυασμό με την αδυναμία διασφάλισης ουσιαστικής συμμετοχής τους στις διεργασίες της- στην καλύτερη περίπτωση επικυρώνουν προειλημμένες αποφάσεις.

Αποτέλεσμα η απογοήτευση και η αποστροφή στον φαινομενικό, πολλές φορές, «οπορτουνισμό» επιλογών της ηγεσίας της και συνακόλουθα, οι πολιτικές επιλογές της τελευταίας να ακολουθούν τη λειτουργία του εκκρεμούς και όχι της πυξίδας.

Λείπει το καθολικό, επεξεργασμένο και στοιχειωδώς συμφωνημένο σχέδιο, υπάρχει μόνο υποστήριξη αποσπασματικά, επιμέρους - ορθών κατά τεκμήριο- κοινωνικών διεκδικήσεων. Μη συναρθρώνοντας όμως τις κατακερματισμένες ατομικότητες που διαμορφώνει η νεοφιλελεύθερη ηγεμονία, δεν εξασφαλίζεται σταθερή συσπείρωση και κινητοποίηση πολιτικοκοινωνικών δυνάμεων γύρω της.

Οι διαρκείς επικλήσεις στο μέλλον ή επιστροφής στο ηρωικό παρελθόν, χάνουν τον πολιτικό χρόνο και αφού δεν αναλύουν επαρκώς την εκάστοτε συγκυρία, αφήνονται σε επίκαιρους χειρισμούς και εμπνεύσεις της ηγεσίας. Η «παρακολούθηση» των χειρισμών και εμπνεύσεων της ηγεσίας, συσπειρώνει μεν τον «κύριο όγκο των δυνάμεων μας», συρρικνώνει όμως σταδιακά και σε βάθος χρόνου, τόσο την εκλογική όσο και την κοινωνική δυναμική των Αριστερών Σχημάτων.

Η σύγχρονη ευρωπαϊκή Αριστερά , μέσα από το κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς, οφείλει να συντονίσει και να συνθέσει ουσιαστικά τις επιμέρους δράσεις και θέσεις της, σε ένα Ευρωπαϊκό Σχέδιο με Παγκόσμιο Όραμα. Γιατί οι απαντήσεις δεν μπορούν να δοθούν αποτελεσματικά στο εθνικό επίπεδο, ακόμα κι αν δοθούν δεν θα έχουν μακρύ ορίζοντα αν δεν αλλάζει το διεθνές περιβάλλον. Οφείλει να γίνει ένα μεγάλο εργαστήρι θεωρητικών επεξεργασιών , πόλος κινηματικών δράσεων και θεσμικών παρεμβάσεων, καταλύτης δημοκρατικών αλλαγών στα κράτη , την Ευρώπη ,τον κόσμο. Να επιλέξει ,χωρίς άγχος καθαρότητας, τον πειραματισμό - με την σχεδιασμένη συμμετοχή της, υπό προυποθέσεις, στην διακυβέρνηση- την εφαρμογή στην κοινωνία μέρους των προτάσεων της ,προσπαθώντας νʼ αλλάξει τρόπους σκέψης, στάσεις και συμπεριφορές, αποδεικνύοντας την διαφορετικότητά της στη διαχείριση της πραγματικότητας. Γιατί έχουν τελειώσει οι «λευκές επιταγές» από την κοινωνία.

Ίσως έτσι η Αριστερά ανακτήσει την ηθικοπολιτική ηγεμονία, που απώλεσε-χάνοντας το τεκμήριο αθωότητας- στα συντρίμια του υπαρκτού, την αλλοπρόσαλλη προσέγγιση της κυβερνητικής συμμετοχής και την ευκολία ενσωμάτωσης, μεγάλου κομματιού της, στην τρέχουσα διαχείριση του καπιταλιστικού σήμερα.

ΜΠΙΡΜΠΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΜΕΛΟΣ ΚΠΕ ΣΥΝ