Skip to main content.
21/12/2010

Μηχανισμός Σταθερότητας: Η κοφτερή όψη της αλληλεγγύης - άρθρο της Μαρία Καραμεσίνη* στην ΑΥΓΗ

«Ανάγκα και θεοί πείθονται». Το τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε αναθεώρηση της Συνθήκης της Λισσαβώνας για τη δημιουργία, από το 2013, ενός μόνιμου ευρωπαϊκού μηχανισμού διάσωσης χωρών της Ευρωζώνης από τη χρεωκοπία, με τη χορήγηση δανείων υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Κύριος σκοπός του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, όπως και των σημερινών προσωρινών μηχανισμών που αυτός θα αντικαταστήσει, δεν είναι η υποβοήθηση των υπερχρεωμένων κρατών - μελών της Ευρωζώνης να ορθοποδήσουν, αλλά η αποφυγή της διάλυσης της νομισματικής ένωσης, με το μικρότερο δυνατό κόστος για τα ηγεμονικά κράτη και τις μερίδες του κεφαλαίου στην Ε.Ε. (ιδιοτελής αλληλεγγύη).

Προς διάλυση κάθε αυταπάτης, την ίδια ώρα που πολλοί αναλυτές τόνιζαν την ιστορική σημασία της ενσωμάτωσης στη Συνθήκη της Λισσαβώνας της αρχής της «χρηματοδοτικής αλληλεγγύης» μεταξύ των μελών της ΟΝΕ με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, οι Σαρκοζί, Μέρκελ, Κάμερον καθώς και οι πρωθυπουργοί της Ολλανδίας και Φινλανδίας, σε κοινή επιστολή τους προς τον Μπαρόζο, ζητούσαν το πάγωμα του προϋπολογισμού της Ε.Ε. μεταξύ 2013 και 2020, δηλαδή τη μείωσή του ως ποσοστό του ευρωπαϊκού ΑΕΠ κάτω από το σημερινό 1%.

Ο νέος, όπως και οι σημερινοί μηχανισμοί χρηματοδοτικής στήριξης, έχουν σχεδιαστεί ως εργαλεία επιβολής σκληρών πολιτικών λιτότητας και νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης που, όπως η Ελλάδα και η Ιρλανδία, θα αντιμετωπίσουν υπερβολική αύξηση του κόστους δανεισμού και αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους. Με το Μνημόνιο, ο ελληνικός λαός βιώνει εδώ και μήνες την κοφτερή όψη της κοινοτικής αλληλεγγύης αυτού του είδους.

Ωστόσο, πέραν των ίδιων των επενδυτών και κερδοσκόπων των χρηματαγορών, ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός πολιτικών και οικονομολόγων αμφισβητούν τη δυνατότητα των μηχανισμών στήριξης να βοηθήσουν τις χώρες που δέχονται τη βοήθεια να ορθοποδήσουν, όπως επίσης και να αντιμετωπίσουν τις εγγενείς αντιφάσεις της ΟΝΕ. Αμφιβάλλουν για το ότι η Ελλάδα και η Ιρλανδία θα μπορέσουν να αποφύγουν τη χρεωκοπία, όταν οι πολιτικές που τους επιβάλλουν οι σημερινοί μηχανισμοί τις εξαναγκάζουν σε βαθιά και παρατεταμένη ύφεση και διόγκωση του χρέους. Επίσης αναρωτιούνται για τη μελλοντική βιωσιμότητα της Ευρωζώνης, όταν οι χώρες που την απαρτίζουν αποκλίνουν ως προς τις οικονομικές επιδόσεις.

Οι πρόσφατες προτάσεις Γιούνκερ και Τρεμόντι για την έκδοση ευρωομολόγων, προκειμένου να μειωθεί το κόστος δανεισμού και αναχρηματοδότησης των κρατών - μελών της Ευρωζώνης με υπερβολικά υψηλά ελλείμματα και χρέος, όχι μόνο επιβεβαίωσαν προτάσεις που εκφράστηκαν πριν από αρκετούς μήνες στους κόλπους της δικής μας αριστεράς, αλλά έχουν πυροδοτήσει εκτεταμένη αρθρογραφία στον διεθνή Τύπο. Η λύση του ευρωομολόγου έχει μεν προς το παρόν αποκλειστεί από τη Γερμανία και Γαλλία. Όμως το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, οι Ευρωπαίοι Πράσινοι και το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς τοποθετούνται υπέρ. Προτάσεις που προστίθενται σε αυτές για τον ουσιαστικό έλεγχο των χρηματαγορών, την έξοδο των κρατών της Ευρωζώνης από τα νύχια τους μέσω απευθείας χρηματοδότησής τους από την ΕΚΤ και περιορισμούς στις δραστηριότητες του τραπεζικού συστήματος.

Παρά τις συγκλίσεις που διαπιστώνονται σε πολλές από τις παραπάνω προτάσεις, σημείο διαφοροποίησης των προτάσεων της ευρωπαϊκής αριστεράς από άλλες που αντιτίθενται στο νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα εξόδου από την κρίση χρεών, είναι η διαγραφή μέρους του χρέους των υπό «διάσωση» υπερχρεωμένων χωρών. Όσο και εάν προς το παρόν οι συσχετισμοί φαίνονται αρνητικοί, η ΕΚΤ συνεχίζει από τον Μάιο μέχρι σήμερα να αγοράζει από τη δευτερογενή αγορά κρατικά ομόλογα των χωρών της Ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν πρόβλημα δανεισμού και αυξάνει το μερίδιό της μεταξύ των κατόχων τίτλων του ελληνικού δημόσιου χρέους. Η τάση αυτή καθιστά μεν ευκολότερη την πολιτική διαπραγμάτευση διαγραφής μέρους του τα επόμενα χρόνια, αλλά δεν αποτρέπει ούτε αναχαιτίζει την οικονομική καθίζηση και την αποσάθρωση των κοινωνικών κατακτήσεων στη χώρα μας από την εφαρμογή των πολιτικών του Μνημονίου.

* Η Μαρία Καραμεσίνη διδάσκει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=588665